Γερμανία: Πώς οι Σοσιαλδημοκράτες απέκτησαν το προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις
Ποιοι είναι οι παράγοντες που αντέστρεψαν την τάση στις δημοσκοπήσεις
Το SPD πρώτο κόμμα; Πριν ένα μήνα ακόμη το ενδεχόμενο αυτό ήταν αδιανόητο, σημειώνει η Deutsche Welle. Μετά από μια προσωρινή πρωτιά των Πρασίνων στα τέλη Απριλίου με μέσα Μαΐου, σταθερά πρώτη δύναμη στις δημοσκοπήσεις ήταν οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και οι Bαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές. (CSU). Θεωρείτο βέβαιο ότι ο επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας θα ήταν ο υποψήφιός τους Άρμιν Λάσετ. Τα ποσοστά του SPD κυμαίνονταν μεταξύ 14% και 16%.
Ωστόσο, από τις αρχές Αυγούστου διαπιστώνεται μια αλλαγή τάσης και τα ποσοστά των Σοσιαλδημοκρατών αρχίζουν να αυξάνονται. Για πρώτη φορά στις 19 Αυγούστου το SPD προσπερνά σε φετινή δημοσκοπική έρευνα τους Πράσινους και αναδεικνύεται δεύτερη πολιτική δύναμη. Η ανοδική τους πορεία συνεχίζεται. Τέλη Αυγούστου δημοσιεύονται οι πρώτες δημοσκοπικές έρευνες που βλέπουν το SPD πρώτο κόμμα. Το προβάδισμα παγιώνεται. Στις πιο πρόσφατες έρευνες οι Σοσιαλδημοκράτες συγκεντρώνουν 25%-26%, τα χριστιανικά κόμματα 21%-22% και οι Πράσινοι 15%/16%.
Σε συζήτηση της Ένωσης Ξένων Ανταποκριτών (VAP) στο Βερολίνο ο διευθυντής του δημοσκοπικού ινστιτούτου Infratest dimap, Νίκο Ζίγκελ, επισημαίνει ότι η άνοδος των Σοσιαλδημοκρατών σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τις αδυναμίες που παρουσίασαν τα χριστιανικά κόμματα και οι Πράσινοι. Κατά κανόνα οι Γερμανοί πολίτες ψηφίζουν προγράμματα και όχι κόμματα, το περιεχόμενο είναι σημαντικότερο απ’ ότι οι υποψήφιοι.
Οι φετινές εκλογές διαφέρουν όμως από τις προηγούμενες λόγω της αλλαγής στο αξίωμα του καγκελαρίου. Μετά από 16 χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από την Άγκελα Μέρκελ το ερώτημα ποιο πρόσωπο θα τη διαδεχθεί, αποκτά μεγαλύτερη σημασία. Όχι τόσο για τους οπαδούς του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) ή για το κόμμα Η Αριστερά, αλλά για τους ψηφοφόρους των κεντροδεξιών και κεντροαριστερών δυνάμεων CDU/CSU, SPD, Πράσινων και Φιλελευθέρων. Ο παράγοντας προσωπικότητα του υποψηφίου αποκτά μεγαλύτερη σημασία και επειδή οι δεσμοί οπαδού-κόμματος δεν είναι πλέον τόσο στενοί. Ενδεικτικό παράδειγμα της κινητικότητας σε ό,τι αφορά την εκλογική συμπεριφορά είναι το μεγάλο ποσοστό των αναποφάσιστων. Σύμφωνα με τον κ. Ζίγκελ, στα μέσα της προηγούμενης εβδομάδας το 30% περίπου των ψηφοφόρων δήλωναν ότι δεν είχαν ακόμη αποφασίσει σε ποιο κόμμα θα έδιναν τελικά την ψήφο τους.
Ο Σολτς κερδίζει από τις αδυναμίες των αντιπάλων του
Σχεδόν σε όλες τις δημοσκοπήσεις ο υποψήφιος καγκελάριος των Σοσιαλδημοκρατών Όλαφ Σολτς θεωρείται από τους πολίτες πιο ικανός από τους πολιτικούς του αντιπάλους να διαχειριστεί βασικά ζητήματα της χώρας – από τα κοινωνικά θέματα, την οικονομία, την ψηφιοποίηση, την εξωτερική πολιτική ως και την κλιματική αλλαγή. Στη διαμόρφωση αυτής της εικόνας συνέβαλε ότι για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια οι Σοσιαλδημοκράτες εμφανίζονται προς τα έξω ενωμένοι, ότι κατάφεραν να αναδείξουν κεντρικά ζητήματα που βρίσκουν ανταπόκριση στους ψηφοφόρους (12 ευρώ κατώτερο ωρομίσθιο, ασφαλείς συντάξεις, όχι αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης) και ότι ο υποψήφιός τους Σολτς δεν έχει κάνει στο διάστημα της προεκλογιικής περιόδου σοβαρά λάθη ούτε έπεσε σε ατοπήματα. Εκτός αυτού, ο «ούριος άνεμος» για τους Σοσιαλδημοκράτες επιδρά θετικά στην κινητοποίηση ψηφοφόρων και δίνει κίνητρα στα μέλη και τους οπαδούς να συμμετέχουν πιο ενεργά στον προεκλογικό αγώνα.
Από την άλλη πλευρά, οι άμεσοι πολιτικοί αντίπαλοι του Όλαφ Σολτς για την καγκελάρια παρουσίασαν τρωτά σημεία. Η υποψήφια καγκελάριος των Πρασίνων Ανναλένα Μπέρμποκ βρέθηκε στο στόχαστρο της δημόσιας κριτικής λόγω λογοκλοπών σε βιβλίο της, λάθος στοιχεία στο βιογραφικό της και επειδή δεν δήλωσε όπως όφειλε εισοδήματα στο προεδρείο της βουλής.
Μειονέκτημα για τον υποψήφιο καγκελάριο των CDU/CSU, Άρμιν Λάσετ, είναι ότι για μεγάλο διάστημα αμφισβητείτο δημοσίως από στελέχη του πολιτικού του χώρου κατά πόσο είναι η σωστή επιλογή. Αρνητικά επέδρασε και βίντεο που τον έδειχνε να ξεκαρδίζεται στα γέλια την ώρα που ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, εξέφραζε τη θλίψη του για την απώλεια ανθρώπινων ζωών στις περιοχές που επλήγησαν τον Ιούλιο από τις πλημμύρες.
Αβεβαιότητα ως το τέλος
Παρ΄ όλες τις συγκλίνουσες έρευνες για το προβάδισμα των Σοσιαλδημοκρατών, τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων δεν συνιστούν προγνωστικά εκλογών, επισημαίνει ωστόσο ο Νίκο Ζίγκελ. Οι δημοσκοπήσεις εκφράζουν διαθέσεις των ψηφοφόρων σε μια συγκεκριμένη στιγμή. Αυτό δεν σημαίνει ότι την ημέρα των εκλογών δεν μπορεί να αλλάξουν γνώμη. Πόσω μάλλον που ένας σημαντικός αριθμός πολιτών δεν έχει ακόμη αποφασίσει ποιο κόμμα θα ψηφίσει. Παρά τις επιφυλάξεις του, ο κ. Ζίγκελ δηλώνει ότι θα ήταν «μεγάλη έκπληξη» αν την ερχόμενη Κυριακή το ποσοστό των χριστιανικών κομμάτων ήταν μεγαλύτερο από αυτό των Σοσιαλδημοκρατών.
Πηγή: Deutsche Welle
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News