Στην εποχή της Covid-19: Το κρατικό χρήμα και οι επιχειρήσεις
Τα κρατικά πακέτα διάσωσης είναι ξανά εδώ, μία σχεδόν δεκαετία μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 που κατέστησε αναγκαίες τις μεγάλες παρεμβάσεις για τη διάσωση τραπεζών. Στη διάρκεια του τρέχοντος έτους, οι κυβερνήσεις διοχέτευσαν τρισεκατομμύρια δολάρια σε βιομηχανίες και επιχειρήσεις, από αυτοκινητοβιομηχανίες έως αερομεταφορείς, προκειμένου να τις στηρίξουν από την κρίση που δημιούργησε η πανδημία του κορωνοϊού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία παρέκαμψε τους κοινοτικούς κανόνες που απαγορεύουν την χορήγηση κρατικών ενισχύσεων, με σκοπό την παροχή ρευστότητας προς επιχειρήσεις και τη διάσωση θέσεων εργασίας, έχει ήδη εγκρίνει κρατική βοήθεια ύψους 3 τρισ.ευρώ και έχει συστήσει το ταμείο ανάκαμψης ύψους 750 δισ.ευρώ, το οποίο ωστόσο δεν έχει τεθεί ακόμη σε ισχύ. Στην Αμερική, η νομοθετική ρύθμιση CARES Act, που περιλαμβάνει δάνεια και επιχορηγήσεις σε μικρές επιχειρήσεις, ανήλθε στα 2 τρισ.δολάρια ήτοι στο 10% του αμερικανικού ΑΕΠ.
Το θέμα όμως είναι ότι τα πακέτα διάσωσης επιχειρήσεων, τα οποία περιλαμβάνουν επιχορηγήσεις, δάνεια και φορολογικές μειώσεις, μπορεί να πυροδοτήσουν και πάλι έντονες αντιδράσεις από τους φορολογουμένους όπως συνέβη και κατά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, γι΄αυτό και οι κυβερνήσεις είναι σήμερα πολύ πιο προσεκτικές στους χειρισμούς τους. Τα κρατικά πακέτα διάσωσης στη διάρκεια της πανδημίας συνοδεύονται από αυστηρούς όρους, όπως μείωση αμοιβών ανώτατων στελεχών, διακοπή μπόνους, μερισμάτων ή επαναγορών ιδίων μετοχών, καθώς και περιβαλλοντικά κριτήρια, όπως συνέβη στις περιπτώσεις αεροπορικών εταιρειών και αυτοκινητοβιομηχανιών. Επίσης, κάποιες χώρες, μεταξύ των οποίων Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Δανία, Πολωνία και Αργεντινή απέκλεισαν από κρατική βοήθεια τις επιχειρήσεις που έχουν μεταφέρει την έδρα τους σε φορολογικούς παραδείσους. Η λογική πίσω από τους όρους που συνοδεύουν τις κρατικές διασώσεις είναι να εξασφαλιστεί ότι οι επιχειρήσεις θα ανθούν με βάση τις ικανότητές τους και όχι με βάση την εύνοια των κυβερνήσεων, ενόσω θα προστατεύεται ο ανταγωνισμός και θα αποφεύγονται στρεβλώσεις στις αγορές.
Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, η ιδεολογία πίσω από τα πακέτα διάσωσης προκαλεί διχασμό μέσα στις ίδιες τις κυβερνήσεις χωρών, όπως συνέβη στη Γερμανία, όπου η δυναμική συνδρομή του κράτους απέναντι σε κολοσσούς, φαίνεται να βάζει τέλος στην πολιτική της περιορισμένης κρατικής ανάμειξης των τελευταίων δεκαετιών στην Ευρώπη, σε μία εξέλιξη που ανοίγει το δρόμο για μεγαλύτερο κρατικό παρεμβατισμό τα επόμενα χρόνια. Αναφέρεται χαρακτηριστικά το παράδειγμα της γερμανικής κυβέρνησης, όπου η προοπτική διάσωσης ακόμη περισσότερων επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την πανδημία διχάζει ολοένα και περισσότερο, με τους πολιτικούς που πρόσκεινται στην οικονομία της ελεύθερης αγοράς να αντιδρούν σε αυξημένη κρατική παρέμβαση. Πολιτικοί αναλυτές βλέπουν το ρήγμα μέσα στους κόλπους της κυβέρνησης συνασπισμού της Γερμανίας να μεγαλώνει ως προς το βαθμό της κρατικής εξουσίας κάθε φορά που δίδεται χρήμα των φορολογουμένων σε μία επιχείρηση. Ο μικρότερος εταίρος του κυβερνητικού συνασπισμού, οι κεντρο-αριστεροί Σοσιαλδημοκράτες (SPD), ζητούν οι κρατικές διασώσεις να βασίζονται στο μοντέλο της Lufthansa που θέλει το Βερολίνο να έχει ισχυρό ρόλο. Αντίθετα, οι πιο Συντηρητικοί των Χριστιανοδημοκρατών της Γερμανίδας Καγκελαρίου Ανγκελας Μέρκελ ανθίστανται προς αυτό και ζητούν μία πιο χαμηλών τόνων παρουσία που θα περιορίζει την κρατική παρέμβαση.
Ολα δείχνουν ότι οι κυβερνήσεις θα δυσκολευθούν να ξεφύγουν από τον παρεμβατικό τους ρόλο ειδικά στις ανεπτυγμένες οικονομίες, καθώς οδεύουν προς νέα ύφεση τόσο στο τρέχον τρίμηνο όσο και στους πρώτους μήνες του επόμενου έτους και το χρέος των επιχειρήσεων συσσωρεύεται σε επικίνδυνο βαθμό. Αυτό σημαίνει ότι μία απότομη και άμεση απόσυρση της χρηματοδότησης μπορεί να οδηγήσει τις αδύναμες επιχειρήσεις σε κατάρρευση, σε μία εξέλιξη που θα αυξήσει τις πτωχεύσεις και θα πλήξει φορολογούμενους και φορολογικά έσοδα.
Αεροπορικές εταιρείες
Ο αεροπορικός τομέας ήταν αυτός που στηρίχθηκε περισσότερο από κάθε άλλον από τις κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας, καθώς υπέστη ανεπανόρθωτο πλήγμα από τα περιοριστικά μέτρα και τις απαγορεύσεις σε μετακινήσεις και ταξίδια που επέβαλαν οι κυβερνήσεις, με ορισμένους μάλιστα αναλυτές να προειδοποιούν ότι ο συγκεκριμένος κλάδος μπορεί να μην ανακτήσει ποτέ ολόκληρο το χαμένο έδαφος. Μέχρι στιγμής, οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο έχουν διοχετεύσει περί τα 85 δισ.δολάρια για να στηρίξουν τις αεροπορικές εταιρείες, εκ των οποίων τα 50 δισ.δολάρια δόθηκαν από την αμερικανική κυβέρνηση (25 δισ.δολάρια σε επιχορηγήσεις και άλλα 25 δισ.δολάρια σε δάνεια), ποσό που ξεπερνά ακόμη και τους ετήσιους προϋπολογισμούς κάποιων χωρών.
Τα πακέτα διάσωσης προς τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες ξεπερνούν τα 26 δισ.ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία της HSBC, ποσό αντίστοιχο με το 46% της συνολικής κεφαλαιοποίησης των εταιρειών το Δεκέμβριο του 2019 ή με το 21% των προ του Covid-19 εσόδων του 2019. Η HSBC υπογραμμίζει και τις ανησυχίες, χωρίς ωστόσο η ίδια να τις συμμερίζεται, ότι η κρατική βοήθεια μπορεί να δημιουργήσει εταιρείες “ζόμπι” που θα συνεχίσουν να λειτουργούν υπό κρατική επιρροή, εμποδίζοντας την ανάπτυξη πιο ισχυρών και πιο αποτελεσματικών ανταγωνιστών.
Η IATA προειδοποίησε πρόσφατα ότι οι αεροπορικές εταιρείες ανά τον κόσμο θα χρειαστούν επιπλέον βοήθεια ύψους 80 δισ.δολαρίων για να επιβιώσουν της κρίσης του κορωνοϊού. Μέχρι τώρα, έχει δοθεί βοήθεια ύψους 160 δισ.δολαρίων. Προβλέπει δε, ότι η επιβατική κίνηση δεν θα επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα πριν από το 2024, με την επιβατική κίνηση να εξακολουθεί να είναι μειωμένη κατά 30% το 2021.
Αυτή που έκανε ιδιαίτερη αίσθηση ήταν η διάσωση της Lufthansa, η οποία κατέστησε τη γερμανική κυβέρνηση το μεγαλύτερο μέτοχο του κορυφαίου αερομεταφορέα της Γερμανίας, επαναφέροντας το κράτος στην “καρδιά” μιας εταιρείας που είχε ιδιωτικοποιηθεί με τυμπανοκρουσίες πριν από 20 χρόνια. Η διάσωση που στοίχισε στο γερμανικό κράτος 9 δισ.ευρώ του προσδίδει μερίδιο 20%, το οποίο μπορεί να αυξηθεί στο 25% συν μία μετοχή σε περίπτωση επιθετικής προσφοράς εξαγοράς, καθώς το Βερολίνο θα προσπαθήσει, όπως ανακοίνωσε, να διασφαλίσει χιλιάδες θέσεις εργασίας. Επίσης, η διάσωση της Lufthansa συνοδεύεται από τη δέσμευση να παραιτηθεί από δικαιώματα απογείωσης και προσγείωσης (slots) στα αεροδρόμια της Φρανκφούρτης και του Μονάχου, όπου η εταιρεία έχει σημαντική επιρροή στην αγορά.
Πακέτο διάσωσης ύψους 10,4 δισ.ευρώ έχει εξασφαλίσει και η Air France-KLM, 3,4 δισ.ερώ από την ολλανδική κυβέρνηση και 7 δισ.ευρώ από τη γαλλική, με τον όρο να μειώσει κατά 50% από τα επίπεδα του 2005 τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ανά επιβάτη και χιλιόμετρο έως το 2024, γι΄αυτό και η διάσωση αυτή χαρακτηρίστηκε “πράσινη”. Στην Ιταλία, η Alitalia επανήλθε υπό κρατικό έλεγχο με τη νέα ένεση κεφαλαίου ύψους 3 δισ.ευρώ από την κυβέρνηση, παρά τη δέσμευση της τελευταίας τον Ιανουάριο ότι θα σταματήσει να στηρίζει τον αερομεταφορέα, ο οποίος αντιμετώπιζε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα πριν ακόμη από τον κορωνοϊό.
Η ισπανική Iberia έλαβε κρατική χρηματοδότηση 750 εκατ.ευρώ για να αποφύγει την κατάρρευση και να διασώσει θέσεις εργασίας, ενώ το ποσό 260 εκατ.ευρώ έλαβε και η ισπανική χαμηλού κόστους Vueling. Στη Βρετανία, ο ιδιοκτήτης της British Airways, ΙAG, εξασφάλισε 300 εκατ.στερλίνες (375 εκατ.δολάρια) υπό μορφή δανείων από το ταμείο χορήγησης εταιρικών πιστώσεων με κρατική εγγύηση της Βρετανίας (CCFF) – το οποίο συστήθηκε από την Τράπεζα της Αγγλίας – παρότι είχε ανακοινώσει αρχικά ότι δεν θα χρειαστεί πρόσβαση σε κρατική βοήθεια.
Από το ίδιο ταμείο δανείστηκε 600 εκατ.στερλίνες (746 εκατ.δολάρια) και η EasyJet, ενώ η Ryanair με έδρα το Δουβλίνο δανείστηκε 600 εκατ.στερλίνες (746 εκατ.δολάρια), με τον διευθύνοντα σύμβουλό της Μάικλ Ο΄Λίρι να δεσμεύεται σε μείωση 50% των απολαβών του έως το Μάρτιο του 2021. Στην Ρωσία, η Aeroflot έλαβε πακέτο διάσωσης 1,2 δισ.δολαρίων από το Κρεμλίνο με την κυβέρνηση και την κρατική τράπεζα VTB να αγοράζουν μετοχές του αερομεταφορέα. Το ρωσικό κράτος κατείχε ήδη το 51,2% του αερομεταφορέα.
Ο τελευταίος αερομεταφορέας της Ευρώπης που προέβη σε διάσωση είναι η ελληνική Aegean με το δημόσιο να την στηρίζει με 120 εκατ.ευρώ υπό την προϋπόθεση πως οι ιδιώτες μέτοχοι θα συμμετάσχουν σε αύξηση κεφαλαίου 60 εκατ. ευρώ. Ως αντάλλαγμα το Δημόσιο λαμβάνει δικαιώματα προαίρεσης (warrants) για την απόκτηση μετοχών της Aegean εντός της προσεχούς πενταετίας, σε τιμή χαμηλότερη από αυτήν στην οποία διαπραγματεύεται στο Χρηματιστήριο την ημερομηνία μετατροπής των warrants.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η Southwest Airlines από τις πλέον ευνοημένες, έχει λάβει βοήθεια 2,3 δισ.δολαρίων για την καταβολή μισθών στους εργαζομένους της και 1 δισ.δολάρια σε δάνεια. Η United έλαβε βοήθεια 3,5 δισ.δολαρίων και δάνεια ύψους 1,5 δισ.δολαρίων. Και στις δύο αεροπορικές το κράτος θα αποκτήσει μερίδιο ή εγγυήσεις μετοχών. Αντίστοιχα, η Delta εξασφάλισε πακέτο βοήθειας 5,4 δισ.δολαρίων και η American Airlines 5,8 δισ.δολάρια σε έκτακτη χρηματοδότηση από την κυβέρνηση.
Από τους υπόλοιπους διεθνείς αερομεταφορείς, η Cathay Pacific εξασφάλισε το μεγαλύτερο πακέτο διάσωσης από την κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ, ύψους 3,5 δισ.δολαρίων, με την κυβέρνηση να αποκτά μερίδιο 6%.
Επίσης, ο μεγαλύτερος στον κόσμο κατασκευαστής αεροσκαφών στον κόσμο, η Airbus, έλαβε βοήθεια 8 δισ.ευρώ από τη γαλλική κυβέρνηση. Η ανταγωνίστριά της Boeing, μπορεί να έχει αποφύγει μέχρι στιγμής το κρατικό χρήμα, όμως έχει λάβει έμμεση βοήθεια μέσω πιστώσεων ύψους 25 δισ.δολαρίων από τους επενδυτές.
Αυτοκινητοβιομηχανίες
Η γαλλική κυβέρνηση προχώρησε σε πακέτο διάσωσης ύψους 5 δισ.ευρώ προς την αυτοκινητοβιομηχανία Renault τον Απρίλιο, στο πλαίσιο του γενικότερου πακέτου 8 δισ.ευρώ οικονομικής στήριξης της αυτοκινητοβιομηχανίας, με τον όρο οι βιομηχανίες να αυξήσουν την παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων και να έχουν ως έδρα των δραστηριότητων τους υψηλής τεχνολογίας στη Γαλλία. Το Παρίσι αρνήθηκε να βοηθήσει εταιρείες με δεσμούς με offshore φορολογικούς παραδείσους. Παρά τη βοήθεια όμως, στα τέλη Μαίου, η Renault ανακοίνωσε σχέδιο για περικοπή 15.000 θέσεων εργασίας, εκ των οποίων οι 4.000 στη Γαλλία, έως το 2024.
Ακόμη μία αυτοκινητοβιομηχανία, η Fiat Chrysler εξασφάλισε 6,3 δισ.ευρώ σε μορφή έκτακτης χρηματοδότησης από την ιταλική κυβέρνηση, στη μεγαλύτερη κρατική χρηματοδότηση αυτοκινητοβιομηχανίας στην Ευρώπη από την ώρα που άρχισε η πανδημία.
Πακέτα διάσωσης από την κυβέρνηση της Βρετανίας
Σε διασώσεις προχώρησε και η Βρετανία. Η μεγαλύτερη στον κόσμο εταιρεία catering, η Compass Group, “είδε” τα έσοδά και τα κέρδη της να βυθίζονται στο πρώτο εξάμηνο του έτους, με αποτέλεσμα η βρετανική κυβέρνηση να σπεύσει προς διάσωσή της με κεφάλαια ύψους 600 εκατ.στερλινών (746 εκατ.δολαρίων). Στη βρετανική εταιρεία εξοπλισμού κατασκευών JCB δόθηκε το ποσό των 600 εκατ.στερλινών (746 εκατ.δολαρίων) μέσω του ταμείου παροχής εταιρικών πιστώσεων με κρατική εγγύηση CCFF, παρά τις έντονες επικρίσεις επειδή ο μητρικός όμιλος της JCB έχει την έδρα του στην Ολλανδία και επωφελείται από το εκεί πιο ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς, τη στιγμή που οι ιδιοκτήτες του, η οικογένεια Μπάμφορντ, διαθέτει περουσία ύψους περίπου 4 δισ.δολαρίων. Επίσης, η εταιρεία είχε δωρήσει 50.000 στερλίνες στον Βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον το 2019.
Η βρετανική κυβέρνηση προσέφερε επίσης οικονομική βοήθεια ύψους 600 εκατ.στερλινών (746 εκατ.δολαρίων) σε μία από τις μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες στον χώρο υπηρεσιών πετρελαίου και φυσικού αερίου και θυγατρική της General Electric, στη Baker Hughes, καθώς έχει ισχυρή παρουσία στη Βρετανία με 1.600 εργαζομένους στο Λονδίνο και στο Αμπερντίν. Η γερμανική εταιρεία φαρμάκων και φυτοφαρμάκων Bayer απασχολεί 2.000 εργαζομένους στη Βρετανία, γεγονός που δικαιολογεί τα 600 εκατ.στερλίνες (746 εκατ.ευρώ) που έλαβε ως οικονομική βοήθεια από το βρετανικό ταμείο CCFF, παρότι η μη αλλαγή της μερισματικής πολιτικής προς τους μετόχους της εταιρείας προκάλεσε πολλά ερωτηματικά. Ο αμερικανικός όμιλος InterContinental Hotels αποτελεί ακόμη μία εταιρεία που έλαβε βοήθεια ύψους 600 εκατ.στερλινών (746 εκατ.δολαρίων) από το βρετανικό ταμείο CCFF, καθότι ο όμιλος διαχειρίζεται τις βρετανικές αλυσίδες Holiday Inn και Crowne Plaza.
Εκπληξη προκάλεσε ωστόσο στους Βρετανούς φορολογούμενους η οικονομική βοήθεια στο γαλλικό οίκο πολυτελών ειδών Chanel, του οποίου τα κεντρικά γραφεία του βρίσκονται στο Λονδίνο, παρότι ο μητρικός όμιλος του οίκου εδρεύει στα Νησιά Κέιμαν με ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς. Ο οίκος έλαβε 600 εκατ.στερλίνες από το CCFF. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι η μεγαλύτερη διάσωση από το βρετανικό ταμείο CCFF ήταν αυτή της γερμανικής BASF, η οποία δεν ζήτησε βοήθεια από το γερμανικό κρατίδιο που έχει την έδρα της, μολονότι ο μεγαλύτερος στον κόσμο όμιλος χημικών απασχολεί μόλις 850 εργαζομένους στη Βρετανία. Η BASF εξασφάλισε το ποσό των 1,2 δισ.στερλινών (1,5 δισ.δολαρίων) από το βρετανικό CCFF.
Επίσης, στις εταιρείες διαχείρισης κρουαζιέρας Carnival (με έδρα στον Παναμά) και RCL Cruises (η οποία παρότι διατηρεί τα κεντρικά γραφεία της στη Βρετανία έχει έδρα στη Λιβερία από το 1985) δόθηκαν από το βρετανικό ταμείο CCFF το ποσό των 25 εκατ.στερλινών (31 εκατ.δολαρίων) και 300 εκατ.στερλινών (375 εκατ.δολαρίων) αντίστοιχα.
Εταιρικές διασώσεις από τη γερμανική κυβέρνηση
Η γερμανική κυβέρνηση υπήρξε πιο γενναιόδωρη: Εκτός από τη Lufthansa, η εταιρεία αθλητικών ειδών Adidas εξασφάλισε από το γερμανικό κράτος δάνειο ύψους 2,4 δισ.ευρώ, με την εταιρεία ωστόσο να εμφανίζεται δυσαρεστημένη από τη διακοπή της καταβολής μερίσματος, που ήταν και ο βασικός όρος της βοήθειας. Αντίστοιχα, o γερμανο-βρετανικός τουριστικός όμιλος TUI έλαβε δύο δάνεια από τη γερμανική κρατική τράπεζα KfW. Το πρώτο ύψους 1,75 δισ.ευρώ το Μάρτιο για να ακολουθήσει ακόμη ένα το Μάιο, ανεβάζοντας το συνολικό δανεισμό στα 3,55 δισ.ευρώ. Ωστόσο, η εταιρεία σχεδιάζει να περικόψει 8.000 θέσεις εργασίας για να επιβιώσει, ενώ ζητά και νέο δάνειο ύψους 1,8 δισ.ευρώ.
Τις τελευταίες ημέρες, ακόμη ένας κολοσσός δίδει μάχη για την επιβίωσή του και βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τη γερμανική κυβέρνηση προκειμένου να εξασφαλίσει πακέτο διάσωσης, η ThyssenKrupp, η οποία ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει τις περικοπές θέσεων εργασίας τις στις 11.000, κυρίως λόγω των προβλημάτων που παρουσιάζει το τμήμα χάλυβα. Πηγές που γνωρίζουν τις διαπραγματεύσεις κάνουν λόγο για ένα πακέτο διάσωσης ύψους τουλάχιστον 5 δισ.ευρώ. Με έναν αριθμό εργαζομένων άνω των 100.000, η ThyssenKrupp παραμένει συστημικά σημαντικός εργοδότης για τους πολιτικούς στο κρατίδιο της Β.Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Οι συζητήσεις για ένα πακέτο διάσωσης του γερμανικού κολοσσού έχουν διχάσει τη γερμανική κυβέρνηση καθώς οι Σοσιαλδημοκράτες ζητούν ένα μοντέλο αντίστοιχο με αυτό της Lufthansa με το Βερολίνο να αποκτά δικαιώματα ψήφου και έδρες στο εποπτικό συμβούλιο, ενώ αντίθετα οι Χριστιανοδημοκράτες θέλουν περιορισμένη κρατική παρέμβαση. Αναλυτές εκτιμούν ότι το Βερολίνο θα κάνει ό,τι είναι εφικτό για να κρατήσει την παραγωγή χάλυβα στη Γερμανία.
Αμερική
Στις ΗΠΑ, η Amtrak, που λειτουργεί ως ιδιωτική εταιρεία στον χώρο των σιδηροδρομικών υπηρεσιών, έλαβε έκτακτη χρηματοδότηση ύψους 1 δισ.δολαρίων τον Απρίλιο. Επίσης, ο όμλος νοσοκομείων HCA Healthcare εξασφάλισε 1,6 δισ.δολάρια από την αμερικανική κυβέρνηση, ενώ γενικότερα όλες οι αλυσίδες νοσοκομείων στις ΗΠΑ έχουν λάβει περισσότερα από 15 δισ.δολάρια.
Ν.Κορέα
Στη Ν.Κορέα, η κυβέρνηση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από περιβαλλοντικές οργανώσεις για τη διάσωση ύψους 2 δισ.δολαρίων της Doosan Heavy Industries, εταιρείας που κατασκευάζει σταθμούς παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη. Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι το εν λόγω πακέτο διάσωσης παραβιάζει το Πράσινο Νιου Ντιλ της κυβέρνησης και τη δέσμευσή της να φθάσει στο σημείο μηδέν εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050.
Ερωτήματα για τα πακέτα διάσωσης
Κανένας δεν γνωρίζει εάν αυτές θα είναι οι τελευταίες διασώσεις ή εάν θα χρειαστούν και άλλες έως ότου τελειώσει η πανδημία, παρά την αισιοδοξία που γεννούν τα εμβόλια. Προκύπτουν δε, και πολλά ερωτήματα σχετικά με το εάν οι εταιρείες που έλαβαν οικονομική βοήθεια θα καταφέρουν να εξέλθουν από την κρίση ισχυρές και βιώσιμες. Ερωτήματα τίθενται επίσης και για τον ίδιο τον ρόλο της διάσωσης επιχειρήσεων: γίνεται άραγε προς όφελος της εταιρείας, των εργαζομένων της ή του κράτους; Και ποιά η συμπεριφορά μίας εταιρείας μετά το πακέτο στήριξης; Η βρετανική εφημερίδα The Guardian αναφέρει ότι όταν οι επιχειρήσεις ζητούν διάσωση ή άλλου είδους οικονομική βοήθεια, θα πρέπει η κρατική αυτή βοήθεια να συνοδεύεται από όρους οι οποίοι να διασφαλίζουν ότι τα πακέτα διάσωσης θα είναι δομημένα με τέτοιο τρόπο που να μεταμορφώνουν τις επιχειρήσεις και τους τομείς που διασώζονται έτσι ώστε να αποτελέσουν μέρος της νέας οικονομίας, αυτής που εστιάζει στην πράσινη ενέργεια, που επενδύει στην απασχόληση, προσαρμόζεται στις νέες τεχνολογίες και προωθεί την έρευνα και την ανάπτυξη.
Οι κρατικές παρεμβάσεις, συνεχίζει η βρετανική εφημερίδα, απαιτούν ένα πολύ διαφορετικό πλαίσιο από αυτό που είχαν επιλέξει έως τώρα οι κυβερνήσεις. Από τη δεκαετία του 1980, οι κυβερνήσεις βρίσκονταν ένα βήμα πιο πίσω αφήνοντας τις επιχειρήσεις να κατευθύνουν και να δημιουργούν πλούτο, παρεμβαίνοντας μόνο για να διευθετήσουν προβλήματα κάθε φορά που ανέκυπταν. Η κρίση όμως του κορωνοϊού απαιτεί τώρα από τις κυβερνήσεις να αναλάβουν ένα νέο ρόλο: να διαμορφώνουν και να δημιουργούν αγορές ικανές να προσφέρουν βιώσιμη ανάπτυξη για το ευρύτερο σύνολο της κοινωνίας. Επιπλέον, να διασφαλίζουν ότι οι συνεργασίες με επιχειρήσεις που ενέχουν κρατικά κεφάλαια θα πρέπει να υποκινούνται από το δημόσιο συμφέρον και όχι από το κέρδος.
moneyreview.gr
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News