Είναι η έξαρση του πληθωρισμού παροδική;
Η επιτάχυνση του πληθωρισμού και η εξάπλωση της «μετάλλαξης δέλτα» είναι δύο κίνδυνοι που προβληματίζουν την κοινή γνώμη, τους αναλυτές και τις αγορές. Εστιαζόμαστε στον πληθωρισμό, ευελπιστώντας οτι οι μαζικότεροι εμβολιασμοί θα κερδίσουν την κούρσα με την μετάλλαξη του ιού.
Η επιτάχυνση του πληθωρισμού είναι εμφανής στον δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ), με σημαντικές ωστόσο διαφορές μεταξύ των χωρών. Στις ΗΠΑ ο ΔΤΚ κατέγραψε ετήσια αύξηση 5% τον Μάϊο, υπερακοντίζοντας την αύξηση κατά 4,2% του Απριλίου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο άλμα από το 2008. Στην Ευρωζώνη η ετήσια αύξηση του ΔΤΚ παρέμεινε χαμηλή, αγγίζοντας πάντως το 2% για πρώτη φορά απο το 2018, που είναι ο στόχος της ΕΚΤ. Στην Ελλάδα ο ΔΤΚ σημείωσε τον Μάιο οριακή ετήσια αύξηση 0,1%, μετά απο συνεχόμενο αποπληθωρισμό απο την αρχή της πανδημίας.
Ο πληθωρισμός γίνεται αισθητός πιο ομοιόμορφα διεθνώς στις τιμές παραγωγού (Producer Price Index). Στην Κίνα οι τιμές βιομηχανικής παραγωγής σημείωσαν ετήσια αύξηση 9% τον Μάϊο, που ήταν η μεγαλύτερη των τελευταίων 12 ετών, ενώ στις ΗΠΑ σημείωσαν άλμα 6,6% που ήταν το υψηλότερο απο το 2010. Η εκτόξευση οφείλεται στην άνοδο των τιμών ενέργειας και πρώτων υλών που προκαλεί η ταχεία ανάκαμψη των προηγμένων οικονομιών αλλά και της Κίνας. Ο κίνδυνος είναι οτι οι υψηλότερες τιμές της βιομηχανικής παραγωγής θα αναζωπυρώσουν αργά ή γρήγορα τον πληθωρισμό και στις χώρες όπου ο ΔΤΚ «τρέχει» ακόμα με βήμα σημειωτόν.
Οι κεντρικές τράπεζες, τόσο η FED όσο και η ΕΚΤ, υποβαθμίζουν την επιτάχυνση του πληθωρισμού, υποστηρίζοντας ότι είναι παροδική. Η FED εκτιμά οτι η άνοδος του ΔΤΚ για 2021 θα φθάσει τελικά στο 3,4%, με τον ρυθμό να υποχωρεί γύρω στο 2,1% το 2022 και το 2023. Τον περασμένο Μάρτιο πάντως η πρόβλεψη της FED για το 2021 ήταν σημαντικά χαμηλότερη, της τάξεως του 2,4%, υποδεικνύοντας οτι η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ αιφνιδιάστηκε απο τις εξελίξεις. Η ΕΚΤ προβλέπει οτι ο ΔΤΚ, θα «τρέχει» με 2,6% το τελευταίο τρίμηνο του έτους, «κατεβάζοντας ταχύτητα» στο 1,5% το 2022 και το 2023.
Είναι οι προβλέψεις των κεντρικών τραπεζών βάσιμες σχετικά με την παροδική έξαρση του πληθωρισμού; Η απάντηση παραμένει αβέβαιη… Ένα πρώτο στοιχείο πού ενισχύει την εκτίμηση των κεντρικών τραπεζών είναι οτι η επιδείνωση του πληθωρισμού αντικατοπτρίζει ως ενα βαθμό ενα τεχνικό αποτέλεσμα βάσης απο το 2020. Οι δραστικοί περιορισμοί κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας επέφεραν μια θεαματική μείωση των τιμών το πρώτο εξάμηνο του 2020. Λόγω της αρχικά χαμηλής βάσης του ΔΤΚ, η ετήσια αύξηση των τιμών σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2020 είναι τεχνητά διογκωμένη. Η επίδραση αυτή μπορεί να εξαλειφθεί αν η αύξηση των τιμών υπολογιστεί, απο το 2019 αντί από το 2020. Με αυτή την διόρθωση ο πληθωρισμός τον Μάϊο στις ΗΠΑ ήταν 2,5% σε ετήσιο ρυθμό, που δεν ξεπερνάει σημαντικά τον στόχο του 2% της FED.
Κατά δεύτερο λόγο, οι κεντρικές τράπεζες θεωρούν οτι η αναζωπύρωση του πληθωρισμού οφείλεται κυρίως σε διαταραχές της προσφοράς, λόγω της αποδιοργάνωσης των εφοδιαστικών αλυσίδων που προκαλεί η πανδημία. Η εκτίμηση αυτή έχει βάση, όπως δείχνει, για παράδειγμα, η παγκόσμια έλλειψη ημιαγωγών (μικροτσίπ) που αυξάνει τις τιμές των ηλεκτρονικών συσκευών καθε είδους και προκαλεί σημαντικές δυσχέρειες παραγωγής στην αυτοκινητοβιομηχανία. Οι ελλείψεις εμφανίστηκαν αφενός λόγω της μείωσης της παραγωγής και αφετέρου λόγω της έντονης αύξησης της ζήτησης υπολογιστών που επέφεραν οι υγειονομικοί περιορισμοί. Προβλέπεται πάντως οτι οι ελλείψεις θα καλυφθούν από το τέλος του έτους και στην διάρκεια του 2022.
Τι μπορεί να οδηγήσει σε μονιμότερη αναζωπύρωση του πληθωρισμού, διαψεύδοντας τις προσδοκίες των κεντρικών τραπεζών; Ο κυριότερος κίνδυνος είναι μια παρατεταμένη ενίσχυση της ζήτησης που, δεδομένων των εμποδίων στην πλευρά της προσφοράς, θα δημιουργούσε οικονομική «υπερθέρμανση» και μονιμότερες πληθωριστικές πιέσεις. Δύο παράγοντες μπορούν να πυροδοτήσουν μια τέτοια εξέλιξη.
α) Ένα υπερβολικό «ντοπάρισμα» της οικονομίας απο τις δημόσιες δαπάνες. Η περίπτωση των ΗΠΑ είναι χαρακτηριστική καθώς το συμπληρωματικό πακέτο στήριξης 1,9 τρισ. δολ. της κυβέρνησης Μπάιντεν ήταν δυσανάλογο σε σχέση το «παραγωγικό κενό» (output gap) της οικονομίας που υπολογιζόταν στο τέλος του 2020 σε 4,2% του ΑΕΠ πλήρους απασχόλησης (δηλαδή περίπου 900 δισ. δολ.).
β) Το συμπληρωματικό «μαξιλάρι» της αποταμίευσης που σχηματίστηκε λόγω των καταναλωτικών περιορισμών της πανδημίας. Η μερίδα του λέοντος ανήκει στα πλουσιότερα τμήματα του πληθυσμού που είναι λιγότερο επιρρεπή σε καταναλωτικές εξάρσεις. Είναι ωστόσο πιθανό η συσσωρευμένη αποταμίευση να τροφοδοτήσει μονιμότερες αυξήσεις της ζήτησης, ενισχύοντας την ανάπτυξη αλλά και συντηρώντας τον πληθωρισμό.
Το στοίχημα για τις κεντρικές τράπεζες είναι να αποφύγουν μια εσπευσμένη νομισματική περιστολή που θα εκτροχίαζε την εύθραυστη ανάκαμψη. Χαρακτηριστικά η FED προβλέπει άνοδο των επιτοκίων μόνο προς το τέλος του 2023. Ταυτόχρονα όμως ελλοχεύει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί ένα κλίμα εφησυχασμού ή, ακόμα χειρότερα, μια εικόνα εξαναγκασμού διατήρησης χαμηλών επιτοκίων για να αποσοβηθεί μια νέα κρίση χρέους («fiscal dominance»). Κατι τέτοιο θα υπονόμευε τις χαμηλές πληθωριστικές προσδοκίες, τροφοδοτώντας μονιμότερα τον πληθωρισμό και οδηγώντας την ανάκαμψη σε «απότομη προσγείωση».
* Ο Αριστομένης Βαρουδάκης είναι Οικονομολόγος, Πρώην Καθηγητής Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, πρώην ανώτερο στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Ο.Ο.Σ.Α.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News