Γι’αυτό δεν παίζω πολεμικά παιχνίδια
Η ισορροπία Νας είναι μία συνθήκη στη θεωρία παιγνίων όπου κάθε ένας από τους συμμετέχοντες αποφασίζει τη στρατηγική του με βάση τη στρατηγική των υπολοίπων. Η ισορροπία επέρχεται όταν μετά από μία σειρά στρατηγικών διαδράσεων, κανένας παίχτης δεν επιθυμεί να αλλάξει τη στρατηγική του, ή θα ήταν σε καλύτερη μοίρα αν την άλλαζε.
Η θεωρία έχει πολλές δυνητικές εφαρμογές από τη συμπεριφορά ολιγοπωλίων μέχρι την εθνική άμυνα και την αγορά εξοπλισμών. Οι πολλές εφαρμογές βέβαια έχουν περιλάβει και κακές (ελλιπείς ή ανάρμοστες) εφαρμογές με αποτέλεσμα να πληγεί η αξιοπιστία της αναλυτικής μεθόδου, αποτέλεσμα το οποίο είναι το ίδιο – ειρωνικά – μία κατά Νας ισορροπία.
Ας δούμε δύο παραδείγματα. Ζητώ από μία ομάδα συμμετεχόντων να σκεφτεί έναν αριθμό από το 1 έως το 100, με νικητή αυτόν που θα σκεφτεί τον αριθμό που θα είναι πιο κοντά στα 2/3 του μέσου όρου. Ακόμη και αν όλοι οι συμμετέχοντες σκεφτούν το 100, τα 2/3 του μέσου όρου θα είναι 66. Κανένας αριθμός πάνω από το 66 δε θα μπορούσε να κερδίσει λοιπόν. Όταν όμως όλοι οι συμμετέχοντες περιορίσουν (σε δεύτερη διάδραση) τις επιλογές τους μέχρι το 66, κανένας αριθμός πάνω από το 44 δε μπορεί να κερδίσει. Μετά από μια σειρά δοκιμών, όλοι οι συμμετέχοντες θα καταλήξουν στο 1.
Μέχρι εδώ τα πράγματα είναι απλά, αλλά δεν έχουμε και κόστος των εναλλακτικών. Ας πάρουμε ένα ζεύγος κυνηγών που πρέπει να κυνηγήσει. Εάν κυνηγήσει ελάφι, το αποτέλεσμα θα είναι 2 μερίδες φαγητού για τον καθένα, ενώ αν κυνηγήσει λαγό, θα είναι μόνο μία μερίδα φαγητού για τον καθένα. Το πρόβλημα είναι ότι για να πιάσουν το ελάφι, οι κυνηγοί πρέπει να συνεργαστούν. Εάν ο ένας πάει για το ελάφι και ο άλλος για το λαγό, τότε αυτός που πήγε για το ελάφι θα μείνει νηστικός.
Κάτι παρόμοιο θα μπορούσε να συμβαίνει στην περίπτωση των μέτρων για τον περιορισμό της μετάδοσης του κορωνοϊού. Εάν κάποιος τηρεί τα μέτρα επωμίζεται το κόστος τήρησης. Το κόστος της μη-τήρησης όμως είναι (σε μεγάλο βαθμό) κοινωνικό και όχι ατομικό. Ο κυνηγός που δεν συνεργάζεται δεν είναι αυτός που θα μείνει νηστικός.
Στην προσπάθεια να δημιουργήσει και ένα ατομικό κόστος μη τήρησης των μέτρων, η πολιτεία έχει εγκαταστήσει ένα πλέγμα από ελέγχους και ποινές. Τι αποτέλεσμα έχει; Το υπουργείο ψηφιακής διακυβέρνησης μας ενημέρωσε μετά το πρώτο lockdown ότι σε 42 μέρες εστάλησαν 110 εκ μηνύματα. Νεότερα στοιχεία δεν υπάρχουν, όμως μπορούμε να υποθέσουμε ότι τα νούμερα θα είναι περίπου αυτά και τώρα. Αυτό ισοδυναμεί με περίπου 2,6 εκ μετακινήσεις την ημέρα. Η αστυνομία διενεργεί περίπου εξήντα χιλιάδες ελέγχους ημερησίως. Η πιθανότητα λοιπόν να ελεγχθεί κάποιος είναι περίπου 2,3%. Το κόστος (πρόστιμο) είναι €300, άρα η αναμενόμενη ζημία από την παράβαση είναι πιθανότητα ελέγχου * κόστος = €6,92.
Σε αυτό έρχεται να προστεθεί και το κόστος της πιθανής απόκτησης του ιού. Ημερησίως περί τις 2 με 3 χιλιάδες συμπολίτες μας διαγιγνώσκονται με τον ιό ενώ περί τους 50 καταλήγουν. Οι πιθανότητες λοιπόν είναι κατά 0,03% να κολλήσει κανείς μία οποιαδήποτε μέρα και 0,00005% να πεθάνει από αυτό. Οι άνθρωποι όμως δεν είμαστε φτιαγμένοι να αξιολογούμε τέτοιες πιθανότητες στις αποφάσεις μας, πράγμα το οποίο βλέπουμε καθημερινά σε συνήθειες όπως το κάπνισμα, η καθιστική ζωή, η επικίνδυνη οδήγηση κλπ.
Από την άλλη, ποιο είναι το κόστος τήρησης των μέτρων; Με βάση τους υπολογισμούς του ΑΕΠ, κατά κεφαλή η ημερήσια οικονομική ζημία είναι γύρω στα €50, αν υποθέσουμε ότι κάποιος δεν μπορεί να εργαστεί από το σπίτι. Βέβαια αυτό είναι ισοπεδωτικό και το πραγματικό αποτέλεσμα θα έχει μεγάλες διακυμάνσεις. Όμως επιρρεπείς στην μη τήρηση των μέτρων είναι και νέοι μη εργαζόμενοι, φοιτητές και μη, στη μικρότερη όχθη της οικονομικής ζημίας. Εδώ πρέπει να θυμηθούμε επίσης ότι η αντίληψη του χρόνου είναι σχετική ανάλογα με την ηλικία μας. Για μένα, ένας χρόνος υπό περιορισμούς αποτελεί το 2% της μέχρι σήμερα ζωής μου. Για έναν έφηβο, ο ίδιος χρόνος είναι αναλογικά τριπλάσιος! Εκτός λοιπόν από το οικονομικό κόστος, πρέπει να αναλογιστούμε και το αντιλαμβανόμενο κόστος για τον κάθε συμμετέχοντα.
Όπως και αν ποσοτικοποιήσουμε το κόστος της συμμόρφωσης όμως, είναι σαφές ότι το κόστος της μη συμμόρφωσης είναι μικρότερο. Στην πρώτη διάδραση πέτυχαμε μία συνεργατική έκβαση. Έκτοτε, από το κόστος της μη συμμόρφωσης έχει αφαιρεθεί και η όποια κοινωνικά αρνητική αντιμετώπιση. Λογικά το μοντέλο τείνει σε μία Νας ισορροπία.
Οι προσπάθειες αύξησης του κόστους της μη συμμόρφωσης (αύξηση προστίμων, εντατικοποίηση ελέγχων) δε λειτουργούν. Η αυστηροποίηση των ποινών έχει φυσικά όρια, όπως ξέρουν και χώρες που διατηρούν τη θανατική ποινή χωρίς να έχουν καταφέρει έτσι να μειώσουν το έγκλημα. Η εντατικοποίηση των ελέγχων έχει περισσότερο ενδιαφέρον αλλά είναι πολύ μακριά από το να κάνει διαφορά. Για να σπάσουμε την ισορροπία αυτή φαίνεται ότι χρειαζόμαστε κάτι άλλο, κάτι που να αυξάνει το κέρδος από τη τήρηση των μέτρων ίσως.
Ο πόλεμος σαν ηθική μεταφορά είναι περιορισμένος, περιοριστικός και επικίνδυνος. Περιορίζοντας της επιλογές δράσης σε ένα «πόλεμο κατά» του οτιδήποτε, διαιρείς τον κόσμο σε Εμένα ή Εμάς (καλό) και Αυτούς ή Αυτό (κακό), περιορίζοντας την ηθική περιπλοκότητα και τον πλούτο της αρετής της ζωής μας σε Ναι/Όχι, Ανοιχτό/Κλειστό. Αυτό είναι ανώριμο, παραπλανητικό και υποτιμητικό. Στις ιστορίες, διαφεύγει οποιασδήποτε λύσης πλην της βίας και προσφέρει στον αναγνώστη μόνο παιδιάστικη καθησύχαση. Πολύ συχνά οι ήρωες τέτοιων ιστοριών συμπεριφέρονται ακριβώς όπως οι κακοποιοί, ενεργώντας με απερίσκεπτη βία, μόνο που ο ήρωας είναι στη «σωστή» πλευρά και άρα θα νικήσει. Γιατί το δίκαιο είναι και δύναμη. Ή μήπως η δύναμη είναι δίκιο; Εάν ο πόλεμος είναι το μόνο παιχνίδι, τότε ναι. Η δύναμη είναι δίκιο. Γι’αυτό δεν παίζω πολεμικά παιχνίδια.
― Ursula K. Le Guin, A Wizard of Earthsea
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News