Το διαχρονικό μοντέλο του David Hume και η σημασία του θεσμού της κεντρικής τράπεζας
Στο εύστοχο άρθρο του στο Alphaville (FT.com, 7 Ιουνίου) ο Michael Pettis αναφέρεται στον «άνευ προηγουμένου» ρόλο του αμερικανικού δολαρίου σε σχέση με τη στερλίνα και την εποχή του κανόνα του χρυσού. Ωστόσο, είναι σημαντικό να επισημανθούν δύο πράγματα γύρω από την περίοδο πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πρώτον, το θεωρητικό υπόβαθρο του κανόνα του χρυσού. Το 1752, ο David Hume παρουσίασε το διάσημο μοντέλο του, τον «μηχανισμό τιμών – ροής πολύτιμων μετάλλων», που αποτελεί έναν αυτόματο μηχανισμό υπό αυτό το νομισματικό καθεστώς, για την εξάλειψη των ανισορροπιών στο ισοζύγιο πληρωμών μεταξύ δύο χωρών.
Σύμφωνα με το μοντέλο του Hume, μια ελλειμματική χώρα πρέπει να πληρώσει για τις πλεονάζουσες εισαγωγές αγαθών χρησιμοποιώντας το νόμισμα της πλεονασματικής χώρας. Αυτό σημαίνει ότι, σύμφωνα με τις νομισματικές ρυθμίσεις του συστήματος του κανόνα του χρυσού, ο χρυσός μεταφέρεται μέσω των κεντρικών τους τραπεζών από την ελλειμματική χώρα στην πλεονασματική χώρα, μειώνοντας έτσι την προσφορά χρήματος και το γενικό επίπεδο τιμών στην πρώτη, βελτιώνοντας την σχετική ανταγωνιστικότητά της και αυξάνοντας τις εξαγωγές της έναντι των εισαγωγών• αυτό εξισορροπεί τελικά το ισοζύγιο πληρωμών της ελλειμματικής χώρας έναντι της πλεονασματικής χώρας.
Το μοντέλο του Hume παραμένει μέχρι και σήμερα η κυρίαρχη εννοιολογική προσέγγιση στην οικονομική σκέψη αναφορικά με τον κανόνα του χρυσού.
Το δεύτερο σημείο αφορά την κυριαρχία της Τράπεζας της Αγγλίας κατά την προπολεμική περίοδο — που εκφράστηκε εύγλωττα από τον Keynes, ο οποίος την περιγράφει ως τον «μαέστρο της διεθνούς ορχήστρας».
Ελλείψει μιας αμερικανικής κεντρικής τράπεζας – η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ δημιουργήθηκε μόλις το 1913 – ο ρόλος του δολαρίου στο διεθνές νομισματικό σύστημα ήταν περιορισμένος, καθώς για τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις, η βρετανική λίρα παρείχε την ίδια ασφάλεια με τον χρυσό. Μάλιστα, η κατάταξη του δολαρίου μεταξύ των νομισμάτων των ανεπτυγμένων χωρών του κόσμου, τις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μαρτυρά το γεγονός ότι η απουσία κεντρικής τράπεζας έβλαψε το αμερικανικό νόμισμα, παρότι οι ΗΠΑ ήταν η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Όπως το θέτει ο Barry Eichengreen στο βιβλίο του «Exorbitant Privilege», το γαλλικό φράγκο, το γερμανικό μάρκο, το ελβετικό φράγκο και το ολλανδικό φιορίνι, αλλά ακόμα και η ιταλική λιρέτα, το βελγικό φράγκο και το αυστριακό σελίνι κατατάσσονταν υψηλότερα από το δολάριο των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τα λόγια του Ben Bernanke, «οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονταν μια κεντρική τράπεζα για να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές τους ως παγκόσμιας οικονομικής και χρηματοπιστωτικής δύναμης».
* Ο Κωνσταντίνος Γκράβας είναι διδάκτωρ του Τμήματος Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του ΕΚΠΑ. Διδάσκει στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Οικονομικός Πόλεμος και Νομισματική Ειρήνη» (εκδόσεις Ι. Σιδέρης, πρόλογος: Γιάννης Στουρνάρας) και συν-συγγραφέας του βιβλίου «Κεντρικές Τράπεζες» (εκδόσεις Παπαδόπουλος).
**Το άρθρο αυτό βασίζεται σε επιστολή του κ. Γκράβα που δημοσιεύθηκε στις 12 Ιουνίου στους Financial Times.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News