ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο δικός μας άγνωστος αναλφαβητισμός

Στη χώρα μας, όπως και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες, γνωρίζουμε να διαβάζουμε και να γράφουμε και δεν μας απασχολεί ο αναλφαβητισμός. Ο σύγχρονος αναλφαβητισμός είναι χρηματοοικονομικός, δηλαδή η έλλειψη ικανότητας να κατανείμουμε τα όσα περιουσιακά στοιχεία έχουμε με τον προσφορότερο τρόπο, να εξασφαλίσουμε δάνεια με το μικρότερο κόστος και να αξιοποιήσουμε τα μέσα που προσφέρει το οικονομικό σύστημα, ώστε να διαχειριστούμε κινδύνους χωρίς να συνθλιβούμε από αυτούς.

Ο ΟΟΣΑ, αναγνωρίζοντας τη σημασία του προβλήματος, σχεδίασε τη μέτρηση αυτού του αναλφαβητισμού στους 15χρονους εφήβους, τη γενιά που καλείται να αρχίσει την οικονομική της ζωή με το βάρος των δικών μας χρεών, την παρακαταθήκη της περιβαλλοντικής καταστροφής και την αβεβαιότητα μιας μελλοντικής πανδημίας. Η χώρα μας, με το μεγαλύτερο κρατικό χρέος και τη μικρότερη συμμετοχή σε χρηματοοικονομικά προϊόντα πλην των καταθέσεων, δεν έλαβε μέρος ούτε στην πρώτη ούτε στην δεύτερη εφαρμογή του νέου τμήματος της εξέτασης PISA το 2015 και το 2018.

Άλλες χώρες της κρίσης (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία), αλλά ακόμη και οι γειτονικές Βουλγαρία και Σερβία επέλεξαν να μάθουν πόσο έτοιμοι ήταν οι δικοί τους έφηβοι για αυτές τις προκλήσεις του μέλλοντος. Οι χώρες του χρέους ανακάλυψαν ότι 15-20% των εφήβων τους ήταν παντελώς ανέτοιμοι, και οι βαλκανικές το ένα τρίτο. Μόνο 5-8% αρίστευσαν στις πρώτες και 1-2% στις βαλκανικές. Ο δικός μας αναλφαβητισμός είναι άγνωστος.

Το πρόβλημα δεν είναι άγνωστο σε μεμονωμένους θεσμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, που ανακοίνωσε πρόγραμμα επιμόρφωσης 40.000 μαθητών από συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας για την περίοδο 2019-2021, ή η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, πού προβάλλει τη συμμετοχή της σε διεθνείς σχετικές πρωτοβουλίες. Σε κυβερνητικό επίπεδο, όμως, μιας χώρας που κατάφερε να μεταβεί μόνο από το κομπόδεμα στην τραπεζική κατάθεση, που βούτηξε και κόντεψε να πνιγεί στη φούσκα του χρηματιστηρίου στα τέλη της δεκαετίας του 1990, και που έσπευσε να ανεβάσει το κρατικό αλλά και το ιδιωτικό χρέος στην περίοδο των χαμηλών επιτοκίων της δεκαετίας του 2000, δεν φαίνεται να δημιουργήθηκε η απορία για το πόσα εφόδια έχουν οι νέοι άνθρωποι, ώστε να διασφαλίσουν τη μελλοντική τους «χρηματοοικονομική υγεία». 

Ίσως σκεφτόμαστε ότι τα νοικοκυριά έχουν άλλα, πιο επείγοντα προβλήματα. Όμως η διεθνής βιβλιογραφία της τελευταίας δεκαπενταετίας έχει δείξει ότι όσοι έχουν περισσότερες χρηματοοικονομικές γνώσεις τείνουν να δημιουργούν περισσότερα περιουσιακά στοιχεία, να αποταμιεύουν επαρκώς για τη σύνταξη, να αποφεύγουν τα δάνεια υψηλού κόστους, να διαφοροποιούν τους επενδυτικούς κινδύνους, να περιορίζουν την έκθεση σε μεγάλα στεγαστικά δάνεια όταν είναι νέοι, και να έχουν μικρότερη πιθανότητα να αναφέρουν μειωμένη δυνατότητα για κατανάλωση και περιορισμένους διαθέσιμους πόρους μετά από μια οικονομική κρίση.

Οι ερευνητές πιέστηκαν πολύ από σκεπτικιστές και επικριτές, που προέβαλαν το επιχείρημα ότι κάποιοι απλώς χαρακτηρίζονται από μια τάση να πετυχαίνουν αυτά τα αποτελέσματα και να αποκτούν γνώσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι γνώσεις προκαλούν τα αποτελέσματα. Κάποιοι προχώρησαν στο ότι οι γνώσεις καθαυτές είναι αποτέλεσμα της αποταμίευσης ή της απόκτησης δανείων. Αν έχουν δίκιο, δεν χρειάζεται να βελτιώσουμε το επίπεδο των γνώσεων των πολιτών. Όμως, η διαρκής βελτίωση των στατιστικών και πειραματικών μεθόδων έρευνας καταδεικνύει ότι οι χρηματοοικονομικές γνώσεις είναι αιτία που προάγει την χρηματοοικονομική υγεία και ευημερία των πολιτών.

Τα σχολεία δεν είναι μόνο χώρος διάγνωσης του προβλήματος αλλά και άμβλυνσης του. Η Αυστραλία έχει ήδη εφαρμόσει πρόγραμμα χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης, που βασίζεται στην επανάληψη και επέκταση γνώσεων σε διαδοχικές τάξεις. Στην Ισπανία, η κεντρική τράπεζα δημιούργησε διαδικτυακό μάθημα με υλικό για μαθητές και δασκάλους λυκείου, σε εθελοντική βάση και με άριστα αποτελέσματα. Στην Τουρκία, πειραματίστηκαν επιτυχώς ακόμη και σε παιδιά του Δημοτικού, που έμαθαν να είναι πιο υπομονητικά και να αποφεύγουν την άμεση κατανάλωση. Οι μελέτες δείχνουν επίσης ότι οι γνώσεις παραμένουν και εξακολουθούν να επηρεάζουν θετικά τη συμπεριφορά μήνες και χρόνια αργότερα, κυρίως διότι αυτά που μας συμβαίνουν στα σχολικά μας χρόνια είναι καθοριστικά για τις μελλοντικές μας αντιλήψεις. Εξάλλου, η συνεχής ενημέρωση και εκπαίδευση, που αναπληρώνουν όσα λησμονήσαμε και ενημερώνουν για αλλαγές, είναι βασικοί παράγοντες, με μια μελέτη στις ΗΠΑ να αποδίδει σε αυτές το 30-40% της παρατηρούμενης ανισότητας του πλούτου στα χρόνια της σύνταξης.

Στα πλαίσια των προγραμματιζόμενων οικονομικών και θεσμικών μεταρρυθμίσεων, αξίζει η κυβέρνηση να εισαγάγει ένα δομημένο πρόγραμμα οικονομικής εκπαίδευσης στα σχολεία με μέτρηση των αποτελεσμάτων. Ένα τέτοιο μέτρο δεν επιδρά μόνο στους εφήβους, αλλά και γενικότερα, μέσω ενός «κοινωνικού πολλαπλασιαστή»: αυτοί που εκπαιδεύονται πληροφορούν και επηρεάζουν την οικονομική συμπεριφορά των γύρω τους, όπως έδειξαν πρόσφατες έρευνες. Στην παιδοκεντρική ελληνική κοινωνία, αναμένω τα αποτελέσματα να είναι ακόμη πιο ορατά. ‘Όταν τα παιδιά αρχίσουν να κάνουν ερωτήσεις και υποδείξεις στους γονείς τους, τότε θα αρχίσουν και άτομα που δεν γνωρίζουν να ενημερώνονται και να κουβεντιάζουν με τους γύρω τους αυτά που κανείς δεν σκέφτηκε να τους διδάξει.

 

*Ο Μιχάλης Χαλιάσος είναι κάτοχος της Έδρας Μακροοικονομικών και Χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Γκαίτε της Φραγκφούρτης, διευθυντής του πανευρωπαϊκού δικτύου του CEPR για τη χρηματοοικονομική συμπεριφορά των νοικοκυριών και σύμβουλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τα περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών.

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News