Γιατί οι τιμές των τροφίμων πλήττουν τους φτωχότερους
Ουάσιγκτον – Οι τιμές των τροφίμων έχουν εκτοξευθεί στα ύψη παγκοσμίως, λόγω των διαταραχών στην αλυσίδα εφοδιασμού, των δυσμενών καιρικών συνθηκών και της αύξησης στις τιμές της ενέργειας, επιβαρύνοντας σημαντικά τους φτωχότερους και απειλώντας με κοινωνική αναταραχή.
Οι αγρότες σ’ όλο τον κόσμο αντιμετωπίζουν φαινόμενα ξηρασιών και πάγου, τα οποία έχουν καταστρέψει τις καλλιέργειες, αυξημένες τιμές σε λιπάσματα και καύσιμα, καθώς και ελλείψεις εργατικού δυναμικού, οι οποίες σχετίζονται με την πανδημία και τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Ένας δείκτης που δημοσίευσε ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών κατέδειξε ότι οι τιμές των τροφίμων τον Ιανουάριο διαμορφώθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο από το 2011, όταν το υψηλό κόστος οδήγησε στις εξεγέρσεις της Αιγύπτου και της Λιβύης.
Ο Maurice Obstfeld, συνεργάτης στο Peterson Institute for International Economics, υποστήριξε ότι οι τιμές τροφίμων θα επιβαρύνουν τα εισοδήματα στις φτωχότερες χώρες, ειδικά σε ορισμένες περιοχές της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής, και ότι δεν είναι «υπερβολή» να πούμε ότι ο κόσμος πλησιάζει σε μια παγκόσμια επισιτιστική κρίση.
«Υπάρχουν πολλοί λόγοι ανησυχίας για μια κοινωνική αναταραχή σε ευρεία κλίμακα» τόνισε.
Ακόμη και πριν την πανδημία, οι τιμές των τροφίμων είχαν ανοδική τάση, καθώς οι ασθένειες εξαφάνισαν ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής χοίρων στην Κίνα, ενώ ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας οδήγησε στην επιβολή κινεζικών δασμών σε αμερικανικά γεωργικά προϊόντα.
Όμως, καθώς ξεκίνησε η πανδημία στις αρχές του 2020, ο κόσμος έζησε τεκτονικές αλλαγές στη ζήτηση για τρόφιμα. Εστιατόρια, καφετέριες και σφαγεία έκλεισαν και οι περισσότεροι στράφηκαν στο μαγείρεμα και το κατ’ οίκον φαγητό. Αμερικανοί αγρότες, οι οποίοι δεν μπορούσαν να προωθήσουν τα προϊόντα τους στα χέρια των καταναλωτών, αναγκάστηκαν να πετάξουν το γάλα και να θανατώσουν τα κοπάδια τους.
Δύο χρόνια αργότερα, οι υψηλότερες τιμές σε καύσιμα και έξοδα αποστολής, μαζί με την έλλειψη σε οδηγούς φορτηγών και εμπορευματοκιβώτια, συνεχίζουν να αυξάνουν το κόστος, δήλωσε ο Christian Bogmans, οικονομολόγος στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Τα στοιχεία του ΔΝΤ δείχνουν ότι ο μέσος πληθωρισμός των τροφίμων σε όλο τον κόσμο έφτασε το 6,85% σε ετήσια βάση τον Δεκέμβριο, το υψηλότερο επίπεδο από τότε ξεκίνησε η καταγραφή (2014). Μεταξύ Απριλίου 2020 και Δεκεμβρίου 2021, η τιμή της σόγιας αυξήθηκε κατά 52%, του καλαμποκιού και του σιταριού κατά 80%, ενώ η τιμή του καφέ ενισχύθηκε κατά 70%, κυρίως λόγω της ξηρασίας και του παγετού στη Βραζιλία.
Ενώ οι τιμές των τροφίμων φαίνεται ότι θα σταθεροποιηθούν, η σύγκρουση στην Ουκρανία – ένας σημαντικός παραγωγός σιταριού και καλαμποκιού- και η παράταση των δυσμενών καιρικών συνθηκών θα μπορούσαν να το αλλάξουν αυτή την προσδοκία, προειδοποίησε ο Bogmans.
Οι αυξανόμενες τιμές στα τρόφιμα έχουν καταστεί αισθητές με άνισο τρόπο. Η Ασία έχει γλιτώσει σε μεγάλο βαθμό, χάρη στην άφθονη καλλιέργεια ρυζιού. Όμως, μέρη της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Λατινικής Αμερικής, τα οποία εξαρτώνται από τις εισαγωγές τροφίμων, αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
Χώρες, όπως η Ρωσία, η Βραζιλία, η Τουρκία και η Αργεντινή, έχουν επίσης υποφέρει καθώς τα νομίσματά τους έχασαν την αξία τους έναντι του δολαρίου, το οποίο χρησιμοποιείται διεθνώς για την πληρωμή των περισσότερων προϊόντων διατροφής, πρόσθεσε ο Bogmans.
Στην Αφρική, οι κακές καιρικές συνθήκες, οι πανδημικοί περιορισμοί και οι συγκρούσεις έχουν διαταράξει τις μεταφορές και έχουν ανεβάσει τις τιμές. Ο Joseph Siegle από το Κέντρο Στρατηγικών Μελετών της Αφρικής υπολόγισε ότι 106 εκατομμύρια άνθρωποι στη Μαύρη Ήπειρο αντιμετωπίζουν επισιτιστική ανασφάλεια, αριθμός διπλάσιος σε σχέση με το 2018.
Φωτ. Alyssa Schukar για τους The New York Times
Ενώ ψώνιζε σε μια αγορά στην Πόλη του Μεξικού, η Gabriela Ramírez Ramírez, μια 43χρονη οικιακή βοηθός, παραδέχθηκε ότι η αύξηση των τιμών είχε επιβαρύνει τον μηνιαίο προϋπολογισμό της, το ήμισυ του οποίου πηγαίνει στα τρόφιμα.
Ο πληθωρισμός στο Μεξικό έφτασε στο υψηλότερο ποσοστό των τελευταίων 20 ετών τον Νοέμβριο, πριν υποχωρήσει ελαφρά τον Δεκέμβριο.
«Με επηρεάζει πολύ γιατί δεν κερδίζεις αρκετά και οι αυξήσεις που σου δίνουν, είναι πολύ μικρές», δήλωσε. «Μερικές φορές δεν έχουμε αρκετά για να φάμε».
Ο αντίκτυπος ήταν λιγότερο σοβαρός στις ΗΠΑ, όπου τα τρόφιμα αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 1/7 των δαπανών των νοικοκυριών. Ακόμη και έτσι, οι τιμές των αμερικανικών τροφίμων συνεχίζουν να αυξάνονται απότομα, επιβαρύνοντας τα φτωχότερα νοικοκυριά. Οι τιμές αυξήθηκαν κατά 6,3% τον Δεκέμβριο, ενώ οι τιμές του κρέατος, των πουλερικών, των ψαριών και των αυγών εκτινάχθηκαν κατά 12,5%, σύμφωνα με το Γραφείο Στατιστικής Εργασίας των ΗΠΑ.
Το υψηλό κόστος της ενέργειας παραμένει μια ιδιαίτερη πρόκληση, τόνισε ο Obstfeld, καθώς ενισχύει το κόστος μεταφοράς για τρόφιμα, αυξάνει την τιμή των λιπασμάτων και εκτρέπει τα σιτηρά στην παραγωγή βιοκαυσίμων.
Η Maria Zieba του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγών Χοιρινού Κρέατος δήλωσε ότι οι αγρότες αντιμετωπίζουν κόστη μεταφορών, τα οποία είναι κατά 170% υψηλότερα από ό,τι πριν από ένα χρόνο, ακυρώσεις αποστολών την τελευταία στιγμή και έλλειψη φορτηγών – ψυκτικών εγκαταστάσεων.
«Όλα αυτά τα πράγματα αυξάνουν την τιμή που βλέπετε στο παντοπωλείο» κατέληξε η κυρία Zieba.
*Ο Oscar Lopez συμμετείχε στο παραπάνω άρθρο.
Copyright:
2022 The New York Times
Διαβάστε επίσης:
Η βιομηχανία που «γεννιέται» από το πλαστικό
Το «σκοτεινό» εμπόρευμα που προκαλεί γεωπολιτικές εντάσεις στην Ευρώπη
Γιατί η οικονομία ανησυχεί για μία ουσία που βρίσκεται στα ούρα μας
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News