Αγόρασε τώρα πλήρωσε αργότερα – Η νέα μόδα που επεκτείνεται
Αυτό το τζιν των 128 δολαρίων μπορεί πλέον να το αγοράσει κανείς με μόνο τέσσερις δόσεις των 32 δολαρίων. Το να δίνει κανείς 100 δολάρια για καλλυντικά δεν φαίνεται τόσο υπερβολικό όταν η συναλλαγή σπάει σε καταβολές των 25 δολαρίων. Ακόμη και μία ακριβή σκούπα Dyson μπορεί να δικαιολογηθεί όταν καταβάλλεται σε δόσεις των 125 δολαρίων.
Και οι έμποροι λιανικής από την Amazon μέχρι την Walmart και το μαγαζί της γειτονιάς ακολουθούν την ίδια τακτική.
Η επιλογή να αγοράσει κανείς τώρα και να πληρώσει αργότερα έχει κερδίσει οπαδούς, και επιταχύνθηκε πέρυσι καθώς οι καταναλωτές αγόρασαν σχεδόν τα πάντα μέσω Διδικτύου στην επέλαση της πανδημίας. Αλλά αυτές οι επειλογές που δίνονται κάτω από το νέο κολάν ή τη νέα τηλεόραση που θέλεις να αγοράσεις και σου προτείνουν να πληρώσεις σε βάθος τουλάχιστον έξι εβδομάδων – συνήθως με καθόλου επιπλέον κόστος – αναμένεται πως θα μεταβάλουν μόνιμα τις καταναλωτικές συνήθειες.
«Το βλέπω σαν πιστωτική κάρτα, χωρίς του τόκους», δήλωσε η 27χρονη Jenna Kellett, ποσωπική βοηθός στο Οχάιο, η οποία υποστηρίζει τόσο μία από τις κορυφαίες υπηρεσίες, την Afterpay, ώστε έγινε διαχειρίστρια του λογαριασμού της στο Facebook, όπου τα μέλη μπορούν να ακολουθούν τις νέες προσφορές και να εντοπίζουν τις συμμετέχουσες εταιρείες.
Εάν δεν έχετε συναντήσει ποτέ την επιλογή να πληρώσετε αργότερα, θα την συναντήσετε σύντομα. Μία κορυφαία υπηρεσία, η Affirm, ανακοίνωσε μία συμφωνία την προηγούμενη εβδμάδα για να προσφέρει την υπηρεσία της στην Amazon, το μεγαλύτερο έμπορο των ΗΠΑ. Και η Square, η εταιρεία πληρωμών της οποίας επικεφαλής είναι ο διευθύνων σύμβουλος της Twitter, Τζακ Ντόρσι, συμφώνησε στις αρχές του Αυγούστου να εξαγοράσει την Afterpay έναντι 29 δισ. δολαρίων, μία συμφωνία η οποία θα διαθέσει την επιλογή πληρωμών σε βάθος χρόνου σε εκατομμύρια μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες επεξεργάζονται τις πωλήσεις μέσω της εφαρμογής της Square.
Οι νέοι, οι οποίοι έχουν ζήσει πλέον δύο σοβαρές οικονομικές κρίσεις, έχουν αξιοποιήσει τις υπηρεσίες, όπως αντίστοιχα έχουν προτιμήσει και τις πιστωτικές κάρτες έναντι των χρεωστικών και όλα όσα εκπροσωπεί η χρήση τους.
«Οι προτιμήσεις τους έχουν αρχίσει να γίνονται μόδα», δήλωσε ο Nick Molnar, συνιδρυτής και συνδιευθύνων σύμβουλος της Afterpay, o οποίος δήλωσε ότι το 90% των χρηστών της εταιρέιας πληρώνουν αργότερα χρησιμοποιώντας πιστωτική κάρτα.
Η Afterpay και η Affirm, μαζί με τις ανταγωνιστικές όπως οι Sezzle, Klarna και Zip, έχουν μόλις αρχίσει να ασκούν πίεση σε μία περιοχή, η οποία ήταν κατειλημμένη εδώ και καιρό από τις πιστωτικές κάρτες που αποτελούσαν το 30,4% των αγορών online πέρυσι. Πρόκειται για πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από το 1,77% των υπηρεσιών για πληρωμή αργότερα. Αλλά το μερίδιό τους αναμένεται σχεδόν να τριπλασιαστεί στο 4,8% των πωλήσεων ή άλλως 79,7 δισ. δολάρια, μέχρι το 2024, σύμφωνα με το Worldpay, εταιρεία επεξεργασίας πληρωμών. Έχουν ήδη διογκωθεί σε πολλά μέρη του κόσμου. Η πληρωμή σε βάθος χρόνου αποτελεί το 23% των ψηφιακών συναλλαγών στη Σουηδία, σχδόν το 20% στη Γερμανία και είναι επίσης δημοφιλής στη Νορβηγία, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.
«Υπήρχε ήδη ανάπτυξη πριν την πανδημία», δήλωσε η Ginger Schmeltzer, αναλυτής της εταιρέιας Aite-Novarica, που αναμένει ότι υπάρχουν περίπου 125 εκατ. χρήστες τέτοιων υπηρεσιών στους κορυφαίους έξι παρόχους παγκοσμίως, παρότι αυτό περιλαμβάνει ανθρώπους που χρησιμοποιούν πολλές πλαρφόρμες.
Η ιδέα είναι αρκετά σαφής: η τιμή αγοράς συνήθως χωρίζεται σε τέσσερις άτοκες δόσεις, με την πρώτη να καταβάλλεται συνήθως στο ταμείο. Είναι ενσωματωμένο με ήπιο τρόπο στην καταναλωτική εμπειρία, προσφέροντας σχεδόν άμεση έγκριση, ορισμένες φορές χωρίς καμία προϋπόθεση. Γενικά δεν υπάρχουν επιπλέον χρεώσεις εάν πληρώσει κανείς στην ώρα του, παρότι ορισμένες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της Affirm, μπορεί να χρεώσουν επιπλέον κάποιους καταναλωτές που χρησιμοποιούν συγκεκριμένα προϊόντα πληρωμής.
Πολλοί πάροχοι θα επιτρέψουν επίσης στους καταναλωτές να χρησιμοποιήσουν μία ψηφιακή κάρτα σε μόλις λίγα λεπτά, διαθέτοντας εκατοντάδες δολάρια για χρήση στους συμβαλλόμενους λιανέμπορους. Ορισμένες από τις εφαρμογές λειτουργούν παράλληλα και σαν ψηφιακές αγορές, καταγραφοντας συμμετέχοντες εμπόρους και συνδέοντάς τους άμεσα στα ψηφιακά τους καταστήματα.
Οι υπηρεσίες αυτές συνήθως χρεώνουν επιπλέον για την καθυστέρηση πληρωμών, ξεκινώντας στα περίπου 7 δολάρια εκάστη και μερικές φορές με πλαφόν στο 25% της συνολικής τιμής. Θα απαγορεύσουν στους χρήστες να αξιοποιήσουν τις υπηρεσίες τους μέχρι να πληρώσουν τα χρωστούμενα, ενώ μπορούν να μειώσουν το ανώτατο όριο εξόδων τους, όταν αποπληρώσουν. Και παρότι αρκετοί πάροχοι λένε ότι δεν κρατούν αρχείο από τη συμπεριφορά των χρηστών ούτε για τα μεγάλα χρέη, οι σοβαρές καθυστερήσεις ενδέχεται να φανούν αργότερα. Μερικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των Affirm, Afterpay, Klarna και Zip, έχουν το δικαίωμα να στείλουν το λογαριασμό σε εισπράκτορα χρεών, που μπορεί να οδηγήσει σε συνεχόμενες κλήσεις ή άλλες προσπάθειες για εξόφλιση των χρεών.
Αλλά o διευθύνων σύμβουλος της Sezzle, Charlie Youakim, δήλωσε ότι η εταιρεία του επιτρέπει στους χρήστες να επιλέξουν εάν θα καταγράφονται οι πληρωμές τους – καλές και κακές -, ώστε να χτίσουν καλό αρχείο πίστωσης. Το 15% των 3 εκατ. ενεργών χρηστών της Sezzle δεν έχουν αρχείο πίστωσης, συμπλήρωσε ο ίδιος.
«Εάν δεν καταγράφουμε, δεν τους βοηθάμε να πάνε στο επόμενο επίπεδο», δήλωσε ο Youakim.
O Chuck Bell, υψηλόβαθμο στέλεχος στην Consumer Reports, δηλωσε ότι οι χρήστες οφείλουν να κάνουν ερωτήσεις όταν υπογράφουν.
«Όταν προσπαθείς να ερμηνεύσεις μία σύμβαση δανείου στο κινητό σου, μπορεί να χάσεις σημαντικές λεπτομέρειες εάν το διατρέξεις πολύ γρήγορα», δήλωσε. «Υπάρχουν χρεώσεις καθυστέρησης; Θα σε παραπέψουν σε εισπράκτορες χρεών;»
H Kimberly Williams, φανατική χρήστης διάφορων υπηρεσιών, δήλωσε ότι θα τις συνέστηνε μόνο σε ανθρώπους που είναι πολύ προσεκτικοί με τα οικονομικά τους.
«Δεν μπορείς να χρησιμοποιείς τέτοιου είδους προγράμματα και να να μην έχεις πλήρη εποπτεία των οικονομικών σου, πώς λειτουργούν τα προγράμματα και τί μπορείς να αγοράσεις», δήλωσε η 42χρονη Williams, συντονίστρα ερευνητικού κέντρου υγείας.
Η Williams δούλευε προηγουμένως σαν στυλίστρια και έχει παράλληλα μία επιχείρηση σχεδίου ρούχων, τα οποία κατασκευάζονται στη Νιγηρία. Αφιερώνει ένα μερίδιο των εσόδων της κάθε μήνα για την αγορά ρούχων, τα οποία συχνά ξαναπουλάει, κάνοντας τις υπηρεσίες ύστερης πληρωμής ελκυστικές.
Όσο περισσότερο χρησιμοποιεί αυτές τις υπηρεσίες, τόσο ανεβαίνει το ποσό που μπορεί να διαθέσει – 10.000 μέσω της Affirm από 2.000 – και έχει αποκτήσει προνόμια, όπως δωρεάν παράδοση και την επιλογή δύο επιπλέον εβδομάδων και να καταβάλει την πρώτη δόση.
«Οι επιστροφές, τα προνόμια, η αύξηση της δυνατότητας να ξοδεύεις – σου έρχεται γρήγορα», δήλωσε. «Γίνεται όλο και πιο δελεαστικό», συμπλήρωσε.
Copyright: 2021 The New York Times
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News