Το μοναστήρι που αντιστέκεται στον εθνικισμό
Μέσα στους τοίχους του μοναστηριού, που χτίστηκε τον 14ο αιώνα, επικρατεί ησυχία και γαλήνη, που διαταράσσεται σποραδικά μόνο από τα βήματα των λίγων μοναχών, που παραμένουν σε αυτό το «φυλάκιο» της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας σε ένα εχθρικό δυτικό Κόσοβο.
Αλλά έξω από την μονή Visoki Decani, που εξακολουθεί να προστατεύεται από στρατεύματα του NATO περισσότερο από δύο δεκαετίες μετά τη λήξη του πολέμου στα Βαλκάνια, είναι η επίμονη βοή αυτού που ο Πατέρας Σάββας αποκαλεί «άθλιο εθνικισμό», που στρέφεται εναντίον του. «Αυτό ίσως να είναι μία ένδειξη ότι δεν είμαι λάθος, ότι δεν είμαι στην πλευρά των κακών» λέει ο 56χρονος ηγούμενος. «Τώρα μου επιτίθενται ακραίοι όλων των πλευρών».
Επί χρόνια επικριτής του εθνικισμού που οδήγησε την πρώην Γιουγκοσλαβία σε μία φρενίτιδα βίας τη δεκαετία του 1990, ο Πατέρας Σάββας έχει δαιμονοποιηθεί ως προδότης από τους εθνικιστές Σέρβους, που λένε ότι έχει στηρίξει τους Μουσουλμάνους Αλβανούς που ήταν υπεύθυνοι για τον αποσχισμό του Κοσόβου από τη Σερβία.
Καταδικάζεται ταυτόχρονα και από τους εθνικιστές Αλβανούς, που τον αποστρέφονται ως μία ανεπιθύμητη υπόμνηση της άλλοτε σερβικής ηγεμονίας, παρά το γεγονός ότι ο ηγούμενος προστάτευσε πολλούς από αυτούς από τους εξτρεμιστές Σέρβους εθνικιστές, που ήθελαν να τους σκοτώσουν ή να τους οδηγήσουν στην εξορία, όταν ο πόλεμος ξέσπασε στο Κόσοβο στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Η πιο πιεστική πρόκληση που αντιμετωπίζει τώρα προέρχεται από την αλβανική πλευρά, που καλύπτει περισσότερο από το 90% του πληθυσμού του Κοσόβου. Και η πρόκληση αυτή αφορά ένα κομμάτι γης.
Μία νομική μάχη που έχει αρχίσει το μοναστήρι προκειμένου να ανακτήσει γη, που είχε κατασχεθεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, θεωρείται από τους εθνικιστές ως «αρπαγή γης» στο πλαίσιο μίας σερβικής προσπάθειας να ανακτήσει τον έλεγχο του Κοσόβου, που είναι ανεξάρτητο κράτος από το 2008. Ο τοπικός δήμαρχος, Bashkim Ramosaj, αρνείται να δώσει στο μοναστήριο την έκταση, αψηφώντας απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου του Κοσόβου του 2016, σύμφωνα με την οποία πρέπει να επιστραφεί στο μοναστήρι. Ο δήμαρχος, που αρνήθηκε να παραχωρήσει συνέντευξη στους NYT, είπε στα τοπικά μέσα ότι θα προτιμούσε να πάει στη φυλακή παρά να υπακούσει στην απόφαση.
Η έκταση, 24 εκτάρια καλλιεργήσιμης γης και δάσους έξω από το μοναστήρι ανήκε στην εκκλησία έως το 1946, όταν και κατασχέθηκε από την σοσιαλιστική κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας.
Στη δεκαετία του 1990 το κράτος επέστρεψε τη γη μετά την άνοδο του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς στην εξουσία, ενός άθεου κομμουνιστή που είχε μεταμορφωθεί σε πρωταθλητή του σερβικού εθνικισμού και υποστηρικτή της σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ενώ οι Αλβανοί που βρήκαν καταφύγιο στο μοναστήρι κατά τον πόλεμο σιωπηρά υποστηρίζουν τους μοναχούς, ο ηγούμενος λέει ότι οι πολιτικοί ηγέτες τους συχνά βλέπουν τη διαμάχη αυτή ως συνέχιση του πολέμου ενάντια στη Σερβία.
Ο ηγούμενος λέει ότι δεν θα παραιτηθεί του αγώνα του ούτε θα σταματήσει να καταδικάζει τα λάθη που βλέπει σε όλες τις πλευρές, συμπεριλαμβανομένων και των Σέρβων. Όταν μία ομάδα Σέρβων εθνικιστών επιτέθηκε στον γιο ενός Σέρβου πολιτικού της αντιπολίτευσης καταδίκασε την επίθεση στο Facebook. “Αυτοί δεν είναι Σέρβοι, είναι απάνθρωποι» έγραψε.
Το μοναστήριο έχει επιβιώσει αιώνες τουρκικής κατόχης, ιταλικής και γερμανικής κατοχής κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και της σφαγής της δεκαετίας του 1990 και θα μείνει όρθιο, λέει ο πατέρας Σάββας. «Εάν αυτοί οι τοίχοι μπορούσαν να μιλήσουν, θα μας έλεγαν για πολύ πιο ταραχώδεις καιρούς από τη σημερινή εποχή. Δεν σκοπεύεω να φύγω όσο είμαι σε αυτόν τον κόσμο. Αυτό είναι το σπίτι μου».
Copyright:
2021 The New York Times