Πώς βλέπει την επενδυτική συμφωνία Ε.Ε. – Κίνας ο Μπάιντεν
H Ευρωπαϊκή Ένωση επεδίωξε μία επενδυτική συμφωνία με την Κίνα πιστεύοντας ότι η προσέγγιση με το Πεκίνο είναι ο καλύτερος τρόπος να αλλάξει τη συμπεριφορά του και να το αναγκάσει να δεσμευθεί στο διεθνές σύστημα. Αλλά αυτό ήταν πριν από επτά χρόνια. Η συμφωνία επισφραγίστηκε τις τελευταίες εβδομάδες του περασμένου έτους. Στο μεσοδιάστημα η Κίνα είχε αλλάξει και το ίδιο είχε συμβεί και με τον κόσμο. Η διατλαντική σχέση είχε πληγεί από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, με νέες αμφιβολίες στην Ευρώπη για την αεμρικανική συνέπεια και στην Αμερική για τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες.
Η χρονική συγκυρία- με την Κίνα να θεωρείται στρατηγικός αντίπαλος των ΗΠΑ και λίγο πριν αναλάβει την προεδρία ο Τζο Μπάιντεν- έχει πυροδοτήσει κριτική έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ορισμένους να μιλούν για διπλωματικό και πολιτικό σφάλμα. Ολοκληρώθηκε εν μέσω της κινεζικής καταστολής στο Χονγκ Κονγκ και τη Σιντζιάνγκ και αποδέχεται θολές κινεζικές υποσχέσεις ότι θα σταματήσει η χρήση καταναγκαστικής εργασίας. Δημιουργεί αμφιβολίες για την προθυμία της Ευρώπης να ανταποκριθεί στο κάλεσμα του Μπάιντε για συνεργασία προς μία κοινή στρατηγική απέναντι στο Πεκίνο. Και έχει χαρίσει μία σημαντική νίκη στην Κίνα, όπου η συμφωνία χαιρετίζεται ως μεγάλη επιτυχία του πρόεδρου, Σι Τζινπίνγκ.
«Για τη διατλαντική σχέση είναι ένα χαστούκι στο πρόσωπο» λέει ο Φιλίπ Λε Κορέ, scholar στη σχολή Κένεντι του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η συμφωνία ήταν προτεραιότητα για την καγκελάριο της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, εξαιτίας του τεράστιου στοιχήματος των Γερμανών στην κινεζική αγορά και επειδή πιστεύει πως η συνεργασία είναι η καλύτερη πολιτική για μία Δύση σε πτώση που αντιμετωπίζει μία ταχύτατα αναδυόμενη Κίνα. Η συμφωνία θα ωφελήσει περισσότερο από όλους τις γερμανικές επιχειρήσεις.
Ο Τζέικ Σάλιβαν, ο οποίος θα είναι σύμβουλος εθνικής ασφαλείας της κυβέρνησης Μπάιντεν, προειδοποίησε τους Ευρωπαίους να μην βιαστούν σε ένα μήνυμα στο Twitter στις 22 Δεκεμβρίου τονίζοντας ότι η νέα ομάδα «θα δεχόταν με χαρά διαβουλεύσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους μας». Η ευγενική αυτή προειδοποίηση αγνοήθηκε. Αλλά αργότερα ο Σάλιβαν σημείωσε ότι ο στόχος του Μπάιντεν ήταν να αρχίσουν νωρίς οι διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους «από αμοιβαίο σεβασμό» προκειμένου να εργαστούμε προς μία κοινή ατζέντα που θα αφορά το κινεζικό εμπόριο.
Ο Τόμας Ράιτ του Brookings Institution λέει ότι η ζημιά έχει γίνει από τους Ευρωπαίους αξιωματούχους, που περιέγραψαν την συμφωνία ως κομμάτι της επιδίωξής τους για «στρατηγική αυτονομία»- μία ιδέα την οποία προωθεί ο Εμανουέλ Μακρόν και ενοχλεί τους Αμερικανούς.
Το παράδοξο της εκλογής Μπάιντεν, λέει ο Φρανσουά Χαϊσμπουρ, Γάλλος αναλυτής ασφαλείας είναι ότι η ευρωπαϊκή συζήτηση για στρατηγική αυτονομία «δεν κολλάει πια στην τρέλα του Τραμπ, αλλά κινείται γύρω από τις αβεβαιότητες για το πού οδεύουν οι ΗΠΑ». Οι Γερμανοί αξιωματούχοι αναφέρουν ότι η Ευρώπη απλώς κλείνει μία συμφωνία, που διαπραγματευόταν εδώ και καιρό καθώς η Κίνα έδιεξε πρόοδο σε επίμονα ζητήματα, λέει η Ντανιέλα Σβάρτσερ, διευθύντρια του Γερμανικού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. «Αυτό είναι αλήθεια, αλλά ήταν και μία επιλογή να κλείσει τώρα». «Για τις διατλαντικές σχέσεις αυτό αφήνει πικρή γεύση στον Μπάιντεν».
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News