Η μεγαλύτερη σκηνή εγκλήματος στην ιστορία – Τι πραγματικά συνέβη πάνω από το Λόκερμπι;
21 Δεκεμβρίου 1988
Η πτήση 103 της Pan Am από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη εκρήγνυται στον αέρα, πάνω από το Λόκερμπι της Σκωτίας, σκοτώνοντας και τους 243 επιβάτες της, τα 16 μέλη του πληρώματος αλλά και 11 άτομα στο έδαφος.
Περίπου 319 τόνοι συντριμμιών σκορπίζονται σε μία έκταση περίπου 2.200 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που επρόκειτο να γίνει ο μεγαλύτερος τόπος εγκλήματος στην ιστορία. Κάπως έτσι, μία πόλη που κανονικά είχε μόλις τέσσερις αστυνομικούς σε υπηρεσία, βρέθηκε στο επίκεντρο μιας τεράστιας επιχείρησης έρευνας.
Έως το πρωί της 22ας Δεκεμβρίου, περίπου 1.100 αστυνομικοί δούλευαν πάνω στην υπόθεση, μαζί με 1.000 ακόμα άτομα από τον στρατό, τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, τις τοπικές αρχές και εθελοντικές οργανώσεις.
Πολλά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα για την επίθεση που παραμένει μέχρι και σήμερα η πιο θανατηφόρα που έχει γίνει ποτέ σε βρετανικό έδαφος.
Όμως, οι έρευνες βρήκαν πως μια βόμβα, που ήταν κρυμμένη μέσα σε ένα κασετόφωνο Toshiba στον χώρο των αποσκευών εξερράγη, όταν το αεροπλάνο βρισκόταν σε ύψος 31.000 ποδιών. Η τραγωδία, που έγινε το αντικείμενο της μεγαλύτερης έρευνας εγκλήματος στη Βρετανία, φαινόταν να είναι μια επίθεση κατά των Ηνωμένων Πολιτειών. Τα 189 από τα θύματα ήταν Αμερικανοί.
Ισλαμιστές τρομοκράτες κατηγορήθηκαν ότι τοποθέτησαν την βόμβα στο αεροπλάνο όσο αυτό βρισκόταν στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης στη Γερμανία. Οι αρχές υποψιάζονταν ότι η επίθεση αποτελούσε τα αντίποινα είτε για τις αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ κατά της Λιβύης το 1986, στις οποίες σκοτώθηκε η μικρή κόρη του Καντάφι μαζί με δεκάδες άλλους, ή για ένα συμβάν 1988, στο οποίο οι ΗΠΑ κατά λάθος κατέρριψαν μία εμπορική πτήση της Iran Air πάνω από τον Περσικό Κόλπο, σκοτώνοντας 290 άτομα.
Είχε προηγηθεί, 16 ημέρες πριν από την έκρηξη πάνω από το Λόκερμπι, προειδοποιητικό τηλεφώνημα στην αμερικανική πρεσβεία στο Ελσίνκι της Φινλανδίας, το οποίο μιλούσε για βόμβα που θα τοποθετούνταν σε πτήση της Pan Am από τη Φρανκφούρτη. Το πόσο σοβαρά πήραν οι ΗΠΑ την απειλή και το εάν θα έπρεπε οι ταξιδιώτες να ειδοποιηθούν, προκάλεσε μία μεγάλη συζήτηση. Όμως επισήμως, οι ΗΠΑ λένε ότι το τηλεφώνημα και η βόμβα ήταν απλά μία σύμπτωση.
Το 1991, έπειτα από κοινές έρευνες των βρετανικών αρχών και του FBI, οι πράκτορες των υπηρεσιών πληροφοριών της Λιβύης Abdel Basset Ali al-Megrahi και Lamen Khalifa Fhimah κατηγορήθηκαν για φόνο, όμως η Λιβύη αρνήθηκε να τους παραδώσει στις ΗΠΑ.
Τελικά, το 1999, σε μία προσπάθεια να χαλαρώσουν οι κυρώσεις του ΟΗΕ κατά της χώρας του, ο Καντάφι συμφώνησε να παραδώσει τους δύο άνδρες στη Σκωτία, προκειμένου να δικαστούν σε ουδέτερο έδαφος, στην Ολλανδία, υπό το σκωτσέζικο δίκαιο.
Στις αρχές του 2001, ο al-Megrahi καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και ο Fhimah αθωώθηκε. Παρά τις αντιδράσεις των ΗΠΑ, ο Al-Megrahi ελευθερώθηκε και επέστρεψε στη Λιβύη τον Αύγουστο του 2009, αφότου γιατροί επιβεβαίωσαν ότι είχε μόνο λίγους μήνες ζωής. Έζησε τρία χρόνια, επιμένοντας για την αθωότητά του.
Το 2003, η Λιβύη αποδέχθηκε την ευθύνη της βομβιστικής επίθεσης, χωρίς να εκφράζει μεταμέλεια. Ο ΟΗΕ και οι ΗΠΑ ήραν τις κυρώσεις σε βάρος της Λιβύης και η χώρα συμφώνησε να πληρώσει στην οικογένεια κάθε θύματος περίπου 8 εκατ. δολάρια.
Το 2004, ο πρωθυπουργός της Λιβύης είπε ότι η συμφωνία ήταν «το τίμημα της ειρήνης», υπονοώντας ότι η χώρα του αποδέχθηκε την ευθύνη μόνο για να πετύχει την άρση των κυρώσεων. Ήταν μία δήλωση που εξόργισε τις οικογένειες των θυμάτων.
Τον Δεκέμβριο του 2020, στην 32η επέτειο της επίθεσης, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης κινήθηκε κατά ενός ακόμα υπόπτου, του Abu Agila Masud.
Σύμφωνα με το FBI, ο Masud είχε παραδεχθεί ότι κατασκεύασε την βόμβα που έριξε την πτήση Pan Am 103 και ότι είχε συνεργαστεί με τους Megrahi και Fhimah.
Οι Αμερικανοί ισχυρίστηκαν ότι ο Masud ήταν πρώην πράκτορας της Λιβύης που είχε παραδεχθεί ότι εκτέλεσε την επίθεση κατόπιν εντολής του Καντάφι, ο οποίος μάλιστα στη συνέχεια τον συνεχάρη.
Σήμερα, ο 72χρονος Masud βρίσκεται σε ένα κελί φυλακής στις ΗΠΑ, περιμένοντας να δικαστεί.
Η Pan Am Airlines, η οποία χρεοκόπησε τρία χρόνια μετά την επίθεση, έκανε αγωγή κατά της Λιβύης και αργότερα συμβιβάστηκε στα 30 εκατ. δολάρια.
moneyreview.gr
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News