Απαιτείται ψυχραιμία και σχέδιο για την έξοδο από την ενεργειακή κρίση
Του Αθανάσιου Κεφάλα*
Η ταχύτατα εξελισσόμενη ενεργειακή κρίση κατέδειξε ότι δεν ήταν όλα έτοιμα για ένα σύστημα παραγωγής ενέργειας με χαμηλή-ή πολύ περισσότερο με μηδενική- εξάρτηση από τον άνθρακα και ειδικότερα για τη χώρα μας από τον λιγνίτη.
Οι λόγοι σίγουρα είναι περισσότεροι από ένας και σ’ αυτούς συμπεριλαμβάνονται η γρήγορη ανάκαμψη των οικονομιών από την πανδημία της CoViD-19, οι γεωπολιτικές εξαρτήσεις που επηρεάζουν την αγορά του φυσικού αερίου που έχει χαρακτηριστεί ως μεταβατικό καύσιμο και οι τεχνολογικές υστερήσεις στη Πράσινη Μετάβαση.
Η σοβούσα από μήνες ενεργειακή κρίση έθεσε επιτακτικά στην ηγεσία τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και της χώρας μας την ανάγκη προστασίας των καταναλωτών, αλλά και της βαριάς βιομηχανίας της, η οποία αποτελεί τη βάση της εφοδιαστικής αλυσίδας και του Ευρωπαϊκού Τρόπου Ζωής. Πολλοί κλάδοι με μεγάλη εξάρτηση από την επάρκεια ανταγωνιστικής ενέργειας αντιμετωπίζουν ήδη το ερώτημα μείωσης της παραγωγής τους λόγω του υψηλού κόστους της.
Ανατρέχοντας στο τρίγωνο της βιώσιμης ανάπτυξη και με τις αναγκαίες σταθμίσεις μπορούμε να σχεδιάσουμε ενέργειες που θα ανακουφίσουν βραχυχρόνια την πίεση και θα αντιμετωπίσουν τις τρέχουσες ανισορροπίες του ενεργειακού τομέα σε μέσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Η ταχεία οικονομική ανάπτυξή μας δέχτηκε σοβαρό πλήγμα με τη δραματική άνοδο του ενεργειακού κόστους, λαμβάνοντας υπόψη ότι ήδη από κάποια χρόνια πριν το κόστος αυτό ήταν μία πρόκληση για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας και της οικονομίας μας γενικότερα. Επομένως απαιτούνται άμεσα έξυπνα και στοχευμένα μέτρα στήριξης που να συμπεριλαμβάνουν επιδότηση για μείωση του αυξημένου κόστους ενέργειας, μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων της ενέργειας, ειδική ελάφρυνση του ενεργειακού κόστους για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, άρση των εμποδίων για εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάρκων σε περιοχές εξόρυξης και παροχή κινήτρων για την ιδιοπαραγωγή ενέργειας. Αυτά, σε συνδυασμό με την ενθάρρυνση και οικονομική υποστήριξη δράσεων για την αξιολόγηση της ενεργειακής κατανάλωσης, τον εντοπισμό σημείων βελτίωσης και την υλοποίηση των αντίστοιχων επενδύσεων για τη μείωση της ειδικής κατανάλωσης ενέργειας, θα ισορροπήσουν την επιβάρυνση που υφίστανται οι καταναλωτές.
Η «Πράσινη Συμφωνία» αποτελεί πλέον κομβική επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την ανάκτηση τεχνολογικής υπεροχής. Όμως, η απεξάρτηση από τον άνθρακα και για τη χώρα μας από τον λιγνίτη, απαιτεί συντονισμένη προσπάθεια και συντεταγμένη πορεία που θα παρέχει τα εχέγγυα ενεργειακής ασφάλειας και επάρκειας για όλες τις χώρες. Ανεξάρτητα από το στόχο, στην πορεία αυτή πρέπει να αποδεχθούμε ότι απαιτούνται αντανακλαστικά προσαρμογής στις εκάστοτε διαμορφούμενες συνθήκες και ενδεχομένως τακτική αναδίπλωση στην ταχύτητα υλοποίησης της απανθρακοποίησης της ενέργειας. Οι ανανεώσιμες πηγές κερδίζουν μερίδιο και το περασμένο έτος ξεπέρασαν στην Ευρώπη τα ορυκτά καύσιμα στην παραγωγή ενέργειας, όμως η στοχαστικότητα τους και οι τεχνολογικές δυσχέρειες στην αποθήκευση της ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν ακόμα τροχοπέδη στα ζητήματα επάρκειας και ενεργειακής ασφάλειας. Πέραν αυτών να σημειώσουμε ότι πυλώνας για την πράσινη ενέργεια είναι και η επάρκεια των απαιτούμενων μετάλλων και άλλων ορυκτών που είναι σημαντικό ζητούμενο για την Ευρώπη μετά από πολλές δεκαετίες εξάρτησης από πηγές σε μεγάλες αποστάσεις ή και με γεωπολιτικό ρίσκο.
Η εκρηκτική άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας και σε μικρότερο βαθμό του πετρελαίου έχει και σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις. Απαιτούνται μέτρα στήριξης των καταναλωτών και ιδιαίτερα των ευάλωτων ομάδων, αλλά και επιτάχυνση των δράσεων που θα οδηγήσουν στη μείωση της κατανάλωσης χωρίς υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου. Με τον τρόπο αυτό θα έχουμε και το παράπλευρο όφελος της απελευθέρωσης παραγωγικής ικανότητας από το εγκατεστημένο δυναμικό που θα δώσει το χρόνο για την ομαλή μετάβαση στις νέες πηγές ενέργειας χωρίς όξυνση ζητημάτων επάρκειας. Επιπλέον είναι καιρός οι ηγεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επικοινωνήσουν στο ευρύ κοινό ότι η μετάβαση σε μορφές ενέργειας φιλικότερες στο περιβάλλον έχει κόστος, έστω και προσωρινό.
Η έξοδος από μία κρίση απαιτεί ψυχραιμία και αποτελεσματικό σχέδιο. Στις παρούσες συνθήκες πρέπει να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις οι οποίες αποτελούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την εθνική οικονομία και ιδιαίτερα αυτές που εξάγουν, να αποφύγουμε δραματικές κοινωνικές επιπτώσεις, να κινητοποιήσουμε τις στρατηγικές ενεργειακές εφεδρείες και τελικά να ελαχιστοποιήσουμε τις επιπτώσεις και να μετατρέψουμε την ενεργειακή κρίση σε ευκαιρία.
*Πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News