Δύο ταχύτητες στο λιανεμπόριο: Δρόμοι αντίθετοι για H&M και Zara
Συνθήκες δύο ταχυτήτων διαμορφώνονται στο λιανεμπόριο, καθώς η κρίση ακρίβειας που πλήττει τους καταναλωτές σε όλο τον κόσμο αναγκάζει τις επιχειρήσεις που δεν μπορούν να μετακυλήσουν το αυξημένο κόστος στον τελικό αγοραστή να μείνουν πίσω έναντι εκείνων που έχουν μεγαλύτερη τιμολογιακή ισχύ.
Τα εταιρικά αποτελέσματα από τα μεγάλα ονόματα του κλάδου αποδεικνύουν ότι η εκτίναξη των τιμών επηρεάζει ορατά την καταναλωτική ζήτηση και πιέζει τις πωλήσεις.
Η H&M, για παράδειγμα, ανακοίνωσε χθες ότι οι πωλήσεις της ήταν μειωμένες κατά 4% το περασμένο τρίμηνο. Πρόκειται για μία επίδοση που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με εκείνη της ανταγωνιστικής Inditex. Η μητρική εταιρεία της αλυσίδας καταστημάτων Zara είχε ανακοινώσει πριν από δύο ημέρες αύξηση των πωλήσεών της κατά 25%. Η ικανότητα της Inditex να περάσει το αυξημένο κόστος στον τελικό καταναλωτή εξηγεί τη διαφορά.
Η μέση τιμή ενός ρούχου της αλυσίδας Zara ήταν τον Ιούλιο περίπου 12% υψηλότερη σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα, δείχνουν τα στοιχεία της UBS, σύμφωνα με το Bloomberg. Πρόκειται για αύξηση υπερδιπλάσια σε σχέση με εκείνη που καταγράφεται στα ρούχα της H&M.
Η Associated British Foods, ιδιοκτήτρια της αλυσίδας καταστημάτων Primark, που δραστηριοποιείται στο φθηνό κομμάτι της αγοράς, προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι τα κέρδη της θα μειωθούν το επόμενο οικονομικό έτος, καθώς η αύξηση των λογαριασμών στην ενέργεια πιέζει τα διαθέσιμα εισοδήματα των καταναλωτών και το ισχυρό δολάριο αυξάνει το κόστος της εταιρείας. Αλλά και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στις ΗΠΑ, η αλυσίδα Macy’s αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις της για τα κέρδη και τον τζίρο της χρονιάς τον περασμένο μήνα, επικαλούμενη τα πιεσμένα οικονομικά των πελατών της και τη συσσώρευση απούλητων αποθεμάτων.
Αυτό που κάνει την Inditex να ξεχωρίζει έναντι των ανταγωνιστών της είναι η διαφορετική δομή της αλυσίδας παραγωγής και του κόστους της, καθώς περίπου τα μισά από τα προϊόντα της κατασκευάζονται σε κοντινές χώρες, κυρίως στην Ισπανία, το Μαρόκο, την Πορτογαλία και την Τουρκία. Την ίδια στιγμή, βλέπει τα έσοδά της σε δολάρια να ενισχύονται, με την αύξηση των πωλήσεών της στις ΗΠΑ, καθώς το αμερικανικό νόμισμα αγγίζει τα υψηλά δύο δεκαετιών έναντι του ευρώ.
Στην βρετανική John Lewis, η οποία ανήκει σε 80.000 υπαλλήλους της, η διοίκηση δηλώνει πως το ιδιοκτησιακό της μοντέλο σημαίνει ότι έχει ηθική υποχρέωση να προστατεύσει το προσωπικό, τους καταναλωτές και τους προμηθευτές της από την εκτίναξη των τιμών και την επικείμενη ύφεση. «Παραιτούμαστε από τα κέρδη, παίρνοντας αποφάσεις με βάση το τι είδους επιχείρηση είμαστε», είπε η πρόεδρος, Σάρον Γουάιτ, εξηγώντας ότι η εταιρεία είναι πολύ προσεκτική στη μετακύληση του αυξημένου κόστους.
Συνολικά, πάντως, η απαισιοδοξία στον τομέα του λιανεμπορίου οδηγεί τις μετοχές του κλάδου στη χειρότερη επίδοσή τους από την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση του 2008. Οι μετοχές του λιανεμπορίου υποχωρούν κατά 37% από τις αρχές του έτους, στη χειρότερη επίδοση ανάμεσα σε όλους τους κλάδους που συμμετέχουν στο πανευρωπαϊκό χρηματιστηριακό δείκτη Stoxx 600.
moneyreview.gr
Διαβάστε επίσης:
«Μέχρι τρεις κονσέρβες»: Κόφτη στα φτηνά προϊοντα βάζει supermarket στη Βρετανία
Versace, Dior, Louis Vuitton: Γιατί όλα κοστίζουν ακριβότερα – Όχι, δεν φταίει ο πληθωρισμός
Ο πληθωρισμός δεν «αγγίζει» τις πωλήσεις των ειδών πολυτελείας
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News