ΗΠΑ: Επανεξετάζουν τις εισαγωγές ουρανίου μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει συνταράξει την παγκόσμια αγορά ουρανίου, ένα καύσιμο κρίσιμης σημασίας για τα πυρηνικά εργοστάσια. Ως αποτέλεσμα, φωνές εντός των ΗΠΑ προτείνουν την αναβίωση της εγχώριας παραγωγής
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει συνταράξει την παγκόσμια αγορά ουρανίου, ένα καύσιμο κρίσιμης σημασίας για τα πυρηνικά εργοστάσια. Ως αποτέλεσμα, φωνές εντός των ΗΠΑ προτείνουν την αναβίωση της εγχώριας παραγωγής.
Η Ρωσία εμπλουτίζει περισσότερο ουράνιο για χρήση σε πυρηνικά εργοστάσια σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο. Η αυξανόμενη οικονομική της απομόνωση μετά την επίθεσή της κατά της Ουκρανίας – και η συζήτηση για πιθανές πρόσθετες κυρώσεις που να αφορούν το ρωσικό ουράνιο – έχουν καταδείξει την ευθραυστότητα των παγκοσμίων προμηθειών πυρηνικών καυσίμων, οι οποίες ελέγχονται από αρκετές χώρες.
Ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Τζον Μπαράσο από το Γουάομινγκ –μια από τις βασικές πολιτείες που παράγουν ουράνιο– κατέθεσε πρόταση νόμου που να απαγορεύει τις εισαγωγές από τη Ρωσία, αποκαλώντας την εξάρτηση των ΗΠΑ από ξένο ουράνιο, «απλώς απαράδεκτη».
Οι τιμές του ουρανίου έχουν αυξηθεί περισσότερο από 30% από την αρχή του πολέμου καθώς η αύξηση των τιμών πλήττει γενικότερα το εμπόριο και ενώ οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας προσπαθούν να περιορίσουν τις προμήθειες υπό τον φόβο των συνεπειών των κυρώσεων.
Μια εμπορική συμφωνία περιορίζει την εξάρτηση των ΗΠΑ από το ρωσικό ουράνιο στο 20% περίπου των αναγκών των εγχώριων αντιδραστήρων, αλλά καμία άλλη χώρα δεν θα μπορούσε να καλύψει γρήγορα τον ρόλο της Ρωσίας σε μια περίπλοκη αλυσίδα εφοδιασμού, η οποία είναι πιθανό να χρειαστεί χρόνια για να αποκατασταθεί.
«Οι υπηρεσίες κοινής ωφελείας των ΗΠΑ βασίζονται τόσο πολύ στη Ρωσία που δεν μπορεί κανείς να την αντικαταστήσει εν μία νυκτί», αναφέρει ο Τζόναθαν Χινζ, πρόεδρος της UxC, εταιρείας ερευνών και αναλύσεων στον τομέα της πυρηνικής βιομηχανίας.
Το Ινστιτούτο Πυρηνικής Ενέργειας με έδρα την Ουάσιγκτον Π.Κ. ανέφερε ότι αξιολογεί «τις πιθανές συνέπειες της διακοπής στην προμήθεια καυσίμων για τον πυρηνικό τομέα των ΗΠΑ». Αλλά τα αμερικανικά εργοστάσια ανεφοδιάζονται συνήθως κάθε 18 με 24 μήνες και σχεδιάζουν τον ανεφοδιασμό τους τουλάχιστον δύο με τρία χρόνια εκ των προτέρων, έτσι δεν υπάρχει άμεση ανησυχία για μια βραχυπρόθεσμη έλλειψη καυσίμων για τα υπάρχοντα εργοστάσια, σύμφωνα με το Ινστιτούτο.
«Νομίζω πως αυτό μας δίνει χρόνο να αντιδράσουμε», αναφέρει η Μαρία Κόρσνικ, επικεφαλής της εν λόγω ομάδας.
Παρ’ όλα αυτά, η αβεβαιότητα σχετικά με την εξασφάλιση των μελλοντικών προμηθειών πυρηνικών καυσίμων εγείρει ερωτήματα για τους κατασκευαστές που σχεδιάζουν μικρούς αρθρωτούς αντιδραστήρες ή SMRs. Παρόλο που δεν υπάρχει ακόμη κανένας που να βρίσκεται υπό κατασκευή στις ΗΠΑ, πολλοί θεωρούν τους SMR το μέλλον της βιομηχανίας. Η Ρωσία εθεωρείτο ο κύριος προμηθευτής αυτών των έργων πριν από τον πόλεμο.
μoneyreview.gr, με πληροφορίες από Wall Street Journal
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News