Πώς να χαρίσετε 4 δισ. δολάρια σε 4 μήνες
Περισσότερα από 4 δισ. δολάρια χάρισε η ΜακΚένζι Σκοτ σε τράπεζες τροφίμων και άλλες φιλανθρωπικές οργανώσεις τους τελευταίους τέσσερις μήνες. Η πρώην σύζυγος του πλουσιότερου ανθρώπου στον κόσμο, του Τζεφ Μπέζος, αναδεικνύεται σε μία από τις ισχυρότερες δυνάμεις της παγκόσμιας φιλανθρωπικής σκηνής. Παραμένει όμως, η «μυστηριώδης γυναίκα των 60 δισ. δολαρίων».
Η Σκοτ είδε την περιουσία της να αυξάνεται κατά 23,6 δισ. δολάρια φέτος, στα 60,7 δισ. δολάρια, κάτι που σημαίνει ότι είναι πλέον ο 18ος πλουσιότερος άνθρωπος στη γη. Η ίδια μιλά σπάνια σε δημοσιογράφους, όμως μέσω του blog της εξήγησε ότι θέλησε να βοηθήσει τους Αμερικανούς που δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα, λόγω της πανδημίας. «Αυτή η πανδημία λειτούργησε σαν μία μπάλα κατεδάφισης στις ζωές των Αμερικανών που ήδη δυσκολεύονταν οικονομικά», έγραψε, αποκαλύπτοντας ότι διάλεξε περισσότερες από 380 φιλανθρωπικές οργανώσεις, αφότου εξέτασε τουλάχιστον 6.500. Από τις αρχές του έτους έχει δωρίσει σχεδόν 6 δισ. δολάρια.
«Τόσο οι οικονομικές ζημιές όσο και τα οικονομικά αποτελέσματα ήταν χειρότερα για τις γυναίκες, για τους μαύρους και για τους ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Εν τω μεταξύ, η πανδημία αύξησε σημαντικά τον πλούτο των δισεκατομμυριούχων», τόνισε.
Άλλωστε πέρυσι, η Σκοτ υπέγραψε το Giving Pledge, δίνοντας την υπόσχεση να δωρίσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας της. «Έχω ένα δυσανάλογο ποσό χρημάτων να μοιραστώ», έγραφε τότε.
Εάν ακολουθούσε το πρότυπο των άλλων δισεκατομμυριούχων δωρητών, το πιθανότερο είναι ότι η ΜακΚένζι Σκοτ θα είχε τώρα βιβλιοθήκες και πτέρυγες νοσοκομείων με ταμπέλες που φέρουν το όνομά της. Όμως εκείνη προτιμά να δωρίζει σε μικρές φιλανθρωπικές οργανώσεις, λέγοντάς τους ότι δεν θέλει ως αντάλλαγμα ούτε μία ευχαριστήρια επιστολή.
Αυτή η συμπεριφορά ταιριάζει, άλλωστε, στην ευρύτερη στάση ζωής της Σκοτ, η οποία ήξερε από παιδί ότι ήθελε να γίνει συγγραφέας, αλλά για λόγους βιοπορισμού έκανε τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα στο finance, όπου και γνώρισε τον μετέπειτα σύζυγό της, Τζεφ Μπέζος.
Στην D.E. Shaw, όπου δούλευε, άκουσε για πρώτη φορά «αυτό το τεράστιο γέλιο του». Τρεις μήνες αφότου γνωρίστηκαν είχαν αρραβωνιαστεί και ο γάμος τους, το 1993, έγινε όταν εκείνη ήταν μόλις 23 ετών.
Ήταν τον καιρό που δούλευαν στην Shaw που ο Μπέζος είδε την τεράστια ανάπτυξη του ίντερνετ και αποφάσισε να μπει στις online πωλήσεις. «Είπα στη γυναίκα μου τη ΜακΚένζι ότι ήθελα να αφήσω τη δουλειά μου και να κάνω αυτό το τρελό πράγμα, που πιθανότατα θα αποτύχει, αφού οι περισσότερες startups αποτυγχάνουν και δεν ήμουν σίγουρος τι θα συνέβαινε μετά από αυτό», είχε πει ο Μπέζος σε μία ομιλία του το 2010. Εκείνη θα μπορούσε να διαλέξει την οικονομική σταθερότητα (άλλωστε πέρασε δύσκολα αφότου η εταιρεία του πατέρα της χρεοκόπησε), όμως αποφάσισε να το ρισκάρει. «Μου είπε ότι πρέπει να το προσπαθήσω. Ήθελε να ακολουθήσω το πάθος μου», θυμόταν ο Μπέζος.
Από τη στιγμή που η Amazon γεννήθηκε μέσα στο γκαράζ του σπιτιού τους, η Σκοτ βρισκόταν εκεί. Κρατούσε τα βιβλία και κανόνιζε όλα τα διαδικαστικά μέσα στην εταιρεία του συζύγου της.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, η Σκοτ άφησε τον Μπέζος να τραβήξει πάνω του όλα τα φώτα της δημοσιότητας, προτιμώντας να κρατήσει εξαιρετικά χαμηλό προφίλ, παρότι και η ίδια ήταν πια μία συγγραφέας. Ακόμα και στο διαζύγιό τους (που συνοδεύτηκε από ένα σκάνδαλο, εξαιτίας της εξωσυζυγικής σχέσης του Μπέζος με την παρουσιάστρια Λόρεν Σάντσεζ), εκείνη κράτησε χαμηλούς τόνους. Του έδωσε το 75% των μετοχών που είχαν στην Amazon και το δικαίωμα ψήφου των δικών της μετοχών, με αποτέλεσμα να μείνει με το 4% της εταιρείας, που την εποχή εκείνη άξιζε 38 δισ. δολάρια (περίπου 60 δισ. σήμερα).
Μέσα σε ένα βράδυ, έγινε μία από τις πλουσιότερες γυναίκες του κόσμου, ή αλλιώς, «η μυστηριώδης γυναίκα των 60 δισ. δολαρίων». Και σχεδόν αμέσως άρχισε να σχεδιάζει πώς θα χαρίσει την περιουσία της.
moneyreview.gr
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News