Γερμανία: Η ΕΚΤ τίθεται προεκλογικά στο στόχαστρο
Με λιγότερο από δύο εβδομάδες να απομένουν πριν οι Γερμανοί οδηγηθούν στις κάλπες για τις βουλευτικές εκλογές στις 26 Σεπτεμβρίου -εκλογές που σηματοδοτούν τον τερματισμό της 16χρονης θητείας στην ηγεσία της Γερμανίας της Άγκελα Μέρκελ-, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα βρέθηκε στο στόχαστρο.
Συγκεκριμένα σήμερα Τετάρτη, ο Φρίντριχ Μερχ, ο ειδικός σε θέματα δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικης στο κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών, επιτέθηκε στην ΕΚΤ καθώς όπως υποστηρίζει δεν εξομαλύνει τη νομισματική της πολιτική, σε αντίθεση με τις κεντρικές τράπεζας σε ΗΠΑ και Ιαπωνία.
«Το γεγονός αυτό έχει σημαντικό αντίκτυπο στις καταθέσεις και στις συντάξεις. Σε κάθε περίπτωση τα μηδενικά επιτόκια δεν μπορούν να συνεχισθούν, σε περίπτωση που δούμε υψηλότερα ποσοστά του πληθωρισμού αυτή τη χρονιά και την επόμενη -και πιθανόν και πιο μετά», ανέφερε ο Μερχ κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου στη Στουτγκάρδη, παρευρισκόμενος δίπλα στον επικεφαλής του CDU, Άρμιν Λάσετ.
Ο Μερχ πρώην στέλεχος της BlackRock, ήταν εκ των υποψηφίων για την ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών πέρυσι. Στην ίδια συνέντευξη τόνισε ότι η συμμαχία CDU/CSU θα πρέπει να είναι η επιλογή για τους συνταξιούχους και τους καταθέτες, οι οποίοι χρειάζονται προστασία για τα χρήματά τους.
Στην παρουσίαση του οκτασέλιδου οικονομικού προγράμματος του κόμματος, το CDU είναι απόλυτο ως προς ένα θέμα: «Η δημοσιονομική και η νομισματική πολιτική πρέπει να παραμείνουν ξεχωριστές».
Η ΕΚΤ μόλις την περασμένη Πέμπτη, μετά την τελευταία συνεδρίασή της, ανακοίνωσε ότι θα επιβραδύνει το ρυθμό αγορών έκτακτης ανάγκης για την πανδημία (ΡΕΡΡ) από το τρέχον τρίμηνο. Μετά την κρίση της πανδημίας εφάρμοσε μια δέσμη μέτρων (ένα εξ αυτών και το πρόγραμμα ΡΕΡΡ), προκειμένου να στηρίξει τις οικονομίες της Ευρωζώνης.
Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα και με τον πληθωρισμό να έχει ανεβάσει ταχύτητα έχουν πληθύνει οι φωνές για σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, ιδιαίτερα από τις χώρες του πυρήνα της Ευρωζώνης, όπως οι Γερμανία, Ολλανδία και Αυστρία.
moneyreview.gr με πληροφορίες από Reuters
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News