Πέτερ Αλτμάιερ: Επιστροφή στο φρένο χρέους ίσως και το 2024
H επόμενη ομοσπονδιακή κυβέρνηση ενδέχεται να μην είναι σε θέση να συμμορφωθεί και πάλι με το συνταγματικά προβλεπόμενο φρένο χρέους μέχρι το 2024, σύμφωνα με τον Χριστιανοδημοκράτη υπουργό Οικονομίας Πέτερ Άλτμαϊερ.
«Πιστεύω ότι ο στόχος της υποβολής ενός ισοσκελισμένου ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, ο οποίος να μην χρειάζεται να βασισθεί στον κανόνα εξαίρεσης του Συντάγματος, θα είναι εφικτός το 2023 ή το 2024. Θα χαιρόμουν αν ο ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών (ο Σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς) υποβάλει έξυπνες προτάσεις για το 2023 σχετικά με το πώς μπορούμε να επιστρέψουμε στην συμμόρφωση με το φρένο χρέους αντί να σκέφτεται ξανά και ξανά σχέδια αύξησης φόρων», δήλωσε ο Άλτμαϊερ σε συνέντευξή του, η οποία δημοσιεύεται στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας του Ντίσελντορφ «Rheinische Post».
Η κοινοβουλευτική ομάδα Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) επιμένει εν τούτοις στην τήρηση του φρένου χρέους ήδη από το 2023. «Το φρένο χρέος πρέπει να τηρηθεί από το 2023. Η εξαίρεση δεν μπορεί πλέον να δικαιολογηθεί. Μέχρι στιγμής, ο κυβερνητικός συνασπισμός είχε θέσει το στόχο της συμμόρφωσης με τον κανόνα του φρένου χρέους σε δύο χρόνια. Το Σύνταγμα επιτρέπει μια εξαίρεση για φυσικές καταστροφές ή για εξαιρετικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Η πανδημία του κορονοϊού εμπίπτει σαφώς σε αυτήν και η εξαίρεση για το 2020 έως το 2022 δικαιολογείται σαφώς. Αυτό δεν ισχύει όμως για την προστασία του κλίματος. Το κράτος είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει τις προκλήσεις της προστασίας του κλίματος χωρίς να χρειάζεται να επιστρέψει σε έκτακτα χρέη. Το υπερβολικό εθνικό χρέος περιορίζει επίσης την ελευθερία των μελλοντικών γενεών», τόνισε ο επικεφαλής θεμάτων προϋπολογισμού της κοινοβουλευτικής ομάδας Έκαρντ Ρέμπεργκ, σε συνέντευξή του η οποία θα δημοσιευτεί ολόκληρη στο αυριανό φύλλο της οικονομικής εφημερίδας «Handelsblatt».
Αντιθέτως ο επίσης Χριστιανοδημοκράτης υπουργό Οικονομίας Πέτερ Άλτμαϊερ υποστήριξε στη συνέντευξή του στην Rheinische Post ότι «Λόγω του αυστηρότερου νόμου για την προστασία του κλίματος, ο προηγούμενος οικονομικός προγραμματισμός για το 2023 είναι ξεπερασμένος. Η επέκταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας πρέπει τώρα να προχωρήσει πιο γρήγορα από ό, τι είχε προγραμματιστεί προηγουμένως. Αυτό δεν πρέπει να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας για ιδιωτικά νοικοκυριά και εταιρείες, γιατί αυτό θα κατέπνιγε την οικονομία και θα πίεζε υπερβολικά τα μικρά εισοδήματα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η χρηματοδότηση της αιολικής, της ηλιακής και τη βιοενέργειας πρέπει στο μέλλον να χρηματοδοτείται από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, αλλά όχι πλέον από τους καταναλωτές μέσω του λογαριασμού ηλεκτρικής ενέργειας, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα. Η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να μειωθεί σημαντικά στο μέλλον. Ο υπουργός Οικονομικών πρέπει να το εξασφαλίσει αυτό εάν ενδιαφέρεται σοβαρά για την προστασία του κλίματος».
«Επιπλέον, οι κοινωνικές εισφορές θα πρέπει να σταθεροποιηθούν στο 40% του ακαθάριστου μηνιαίου μισθού. Και αυτό θα κοστίσει πολλά χρήματα από τον προϋπολογισμό. Αυτές είναι δύο σημαντικές δικλείδες ασφαλείας», συνέχισε ο Άλτμαϊερ.
Ο υπουργός Οικονομικών δεν απέκλεισε μεν την αύξηση μεμονωμένων φόρων, αλλά τόνισε : «Δεν θέλουμε και δεν χρειαζόμαστε υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση κατά ή αμέσως μετά την κρίση του κορονοϊού».
Ωστόσο, ο Άλτμάιερ δεν βλέπει περιθώρια φοροαπαλλαγών, όπως ζητά το Φιλελεύθερο κόμμα (FDP). «Γι ‘αυτό και το FDP είναι διατεθειμένο να αναστείλει το φρένο χρέος για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, δεν είμαι σίγουρος για την εξυπνάδα αυτής της πρότασης, διότι σε αυτήν την πελειοδοσία προσφορών (λόγω εκλογών), ο οποίος θέτει σε κίνδυνο την οικονομική σταθερότητα, το FDP δεν θα είναι σε θέση να ανταγωνιστεί τους Πράσινους, τους Σοσαλδημοκράτες (SPD) ή την Αριστερά μακροπρόθεσμα».
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News