Business & Finance Κυριακή 7/03/2021, 20:20
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Το νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο στην εποχή της πανδημίας

Η μεγαλύτερη επέκταση του κράτους πρόνοιας στη μεταπολεμική ιστορία

Το νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο στην εποχή της πανδημίας

Οι κρίσεις, όποιας μορφής, αποκαλύπτουν τη δύναμη ή την αδυναμία των κοινωνιών και αλλάζουν τον τρόπο σκέψης για τον τρόπο οργάνωσής τους. Η σημερινή πανδημία του κορωνοϊού κατέστησε αναγκαία την επαναξιολόγηση του κοινωνικού συμβολαίου και ειδικότερα του μεγέθους των κινδύνων που θα πρέπει να μοιράζονται ανάμεσα σε φυσικά πρόσωρα, εργαζομένους και κράτος.

Τα πακέτα στήριξης, ύψους πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων, για την αντιμετώπιση του Covid – 19 έκαναν τις παρεμβάσεις για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008/09 να φαίνεται μηδαμινές. Η επέκταση του κράτους κοινωνικής πρόνοιας ήταν η μεγαλύτερη στη μεταπολεμική ιστορία. 

Στη βάση του, το κράτος κοινωνικής πρόνοιας παρέχει κάποια μορφή κοινωνικής ασφάλειας και ανακούφισης από τη φτώχεια. Υπάρχουν τρία μοντέλα: αυτό που επικεντρώνεται στις Αγγλόφωνες χώρες, όπου το κράτος παίζει συμπληρωματικό ρόλο, αυτό της ηπειρωτικής Ευρώπης που έχει οικογενειακό προσανατολισμό, όπου κράτος και εργοδότες έχουν υποστηρικτικό ρόλο και το επικεντρωμένο στο κράτος Σκανδιναβικό μοντέλο με σύστημα κοινωνικής προστασίας και υπηρεσιών, όπως το καθολικό εισόδημα.

Οταν ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού και οι οικονομίες παρέλυσαν, ολόκληροι τομείς βρέθηκαν εν όψει ολοκληρωτικής κατάρρευσης. Από την αρχή της πανδημίας, οι χώρες ανά τον πλανήτη ανακοίνωσαν έκτακτη βοήθεια ύψους άνω των 13 τρισ.δολαρίων, τέσσερις φορές μεγαλύτερη από αυτή που προσέφεραν στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης πριν από μία περίπου δεκαετία. Μόνο το 1945, όταν η Ευρώπη ανοικοδομείτο από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, το χρέος των κυβερνήσεων ως αναλογία του ΑΕΠ ήταν τόσο υψηλό. Οι αναδυόμενες οικονομίες ουδέποτε δανείστηκαν τόσο πολύ.

Μαζί με όλα, άλλαξε και η μορφή των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας. Καθιερωμένες αρχές, όπως σύστημα πρόνοιας μόνο για τους φτωχότερους, κοινωνική ασφάλιση μόνο για όσους πλήρωναν εισφορές και προϋποθέσεις κατέρρευσαν μεμιάς. Οι κυβερνήσεις «έκοψαν ανοικτές επιταγές» για τα πάντα, από εγγυήσεις θέσεων εργασίας έως είδη διατροφής, διοχετεύοντας παράλληλα άφθονο ρευστό.

Καθώς τώρα η πανδημία τείνει να υποχωρήσει με τους εμβολιασμούς και η οικονομία να μπει στο δρόμο της ανάκαμψης, το ερώτημα που απασχολεί τους πάντες είναι πόσο θα κρατήσει αυτή η επεκτατική πολιτική;

Ο Covid-19 έδειξε ότι το κράτος κοινωνικής πρόνοιας χρειάζεται εκσυγχρονισμό. Το αίσθημα δυσαρέσκεια αυξανόταν ολοένα και περισσότερο πριν ακόμη ξεσπάσει η πανδημία: το 2019 λιγότερος από ένας στους πέντε πολίτες σε 26 χώρες πίστευαν ότι «το σύστημα» ήταν αποτελεσματικό, ενώ το ήμισυ εξ αυτών έκαναν λόγο για κατάρρευση, σύμφωνα με το Edelman Trust Barometer. Το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις έπρεπε να ανταποκριθούν τόσο επιθετικά στο Covid-19 δείχνει ότι η ευθύνη για ορισμένους κινδύνους βρισκόταν σε λάθος μέρος. Στο νέο βιβλίο του για το κοινωνικό συμβόλαιο, ο Μινούς Σαφίκ, επικεφαλής της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (LSE), προβλέπει ότι «η πολιτική αναταραχή που παρατηρούμε σε πολλές χώρες είναι μόνο ο προάγγελος αυτού που μας περιμένει αν δεν ξανασκεφτούμε τί οφείλει ο ένας στον άλλο».

Ο Νίκολας Μπαρ του LSE περιγράφει το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας ως μέρος του στόχου της ευημερίας: η συνειδητοποίηση ότι ακόμη και αν εξαλειφθεί η φτώχεια, οι άνθρωποι ξακολουθούν να χρειάζονται προστασία από κρίσεις και περιόδους εξάρτησης κατά τη διάρκεια της ζωής τους.

Από τη δεκαετία του 1980 ωστόσο, οι περισσότερες χώρες άρχισαν να μειώσουν την κρατική παρέμβαση και να μεταβιβάζουν τον κίνδυνο στα άτομα. Τα συνδικάτα αποδυναμώθηκαν διαδοχικά και το δίχτυ προστασίας της απασχόλησης περιορίστηκε ακόμη περισσότερο. Στον ιδιωτικό τομέα η βεβαιότητα των συντάξεων καθορισμένων παροχών αντικαταστάθηκε από την αβεβαιότητα του είδους των καθορισμένων συνεισφορών. Το διάστημα 2004 και 2018, το μερίδιο του πραγματικού εισοδήματος που αντικαταστάθηκε από μια τυπική υποχρεωτική σύνταξη για έναν εργαζόμενο του ιδιωτικού τομέα μειώθηκε, κατά 11% κατά μέσο όρο στις πλούσιες χώρες.

Οι συζητήσεις περί αυτάρκειας τελείωσαν όταν ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού. Οι κυβερνήσεις άρχισαν να μοιράζουν αφοιδώς χρήματα αφήνοντας τις ερωτήσεις για αργότερα. Το αποτέλεσμα ήταν μια τεράστια αύξηση του αριθμού και της γενναιοδωρίας των μέτρων στήριξης. Μέχρι τον Ιανουάριο, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO) είχε υπολογίσει περισσότερες από 1.600 πολιτικές κοινωνικής προστασίας που τέθηκαν σε ισχύ από τον Φεβρουάριο του 2020. Σε ορισμένες πλούσιες χώρες, έως και το 60% όσων έλαβαν βοήθεια κατά τη διάρκεια της πανδημίας, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που συμμετείχαν σε προγράμματα αναστολής συμβάσεων εργασίας, δεν είχαν λάβει ουδέποτε προηγουμένως παροχές πρόνοιας, σύμφωνα με την εταιρεία συμβούλων BCG.

Το ΔΝΤ εκτιμά ότι μέχρι τον Ιανουάριο οι πλούσιες οικονομίες είχαν αυξήσει τις συνολικές άμεσες δαπάνες κατά σχεδόν 13% του ΑΕΠ, περίπου το ήμισυ εξ αυτών για τη στήριξη εργαζομένων και νοικοκυριών. Οι χώρες που συνήθως δαπανούν αρκετά για την κοινωνική προστασία, ξοδεύουν συγκριτικά λιγότερα για χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης. Τα μέτρα στήριξης για την απασχόληση, όπως οι επιδοτήσεις μισθών ή τα προγράμματα αναστολής συμβάσεων εργασίας, ήταν τα πιο δημοφιλή στην Ευρώπη (συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας). Στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας (ΟΟΣΑ), περισσότεροι από ένας στους πέντε εργαζομένους παρέμειναν στην αγορά εργασίας από τέτοια προγράμματα.

Οι κυβερνήσεις έχουν ξοδέψει περίπου το ίδιο για τη στήριξη των νοικοκυριών μέσω ενισχυμένων επιδομάτων ανεργίας και παιδιών, καθώς και μεταβιβάσεις μετρητών. Στις ΗΠΑ, η εβδομαδιαία αύξηση του επιδόματος ανεργίας κατά 600 δολάρια σημαίνει ότι τα δύο τρίτα των αποδεκτών είχαν περισσότερα χρήματα στους πρώτους μήνες της πανδημίας από ό,τι όταν εργάζονταν. Στη Βρετανία, η κυβέρνηση αύξησε την καθολική πίστωση, το κύριο πρόγραμμα πρόνοιας πριν από την πανδημία, κατά 1.000 στερλίνες (1.290 δολάρια) ετησίως. Και αυτά είναι ένα μόνο παράδειγμα των κοινωνικών παροχών.

Ωστόσο, η κρίση της πανδημίας αποκάλυψε τα τρωτά του συστήματος με τους οικονομολόγους να καλούν τώρα να καλυφθούν κάποια μεγάλα κενά, ειδικά για έναν στους τέσσερις εργαζόμενους σε χώρες του ΟΟΣΑ σε προσωρινή εργασία ή αυτοαπασχολούμενοι. Τα τελευταία 20 χρόνια οι αγορές εργασίας των πλούσιων χωρών έχουν γίνει πολωμένες, με αυξανόμενη την αναλογία των θέσεων εργασίας χαμηλής και υψηλής εξειδίκευσης και μειωμένη την αναλογία των θέσεων εργασίας μεσαίας ή και καθόλου εξειδίκευσης. Πριν από την πανδημία, ένα υψηλότερο ποσοστό ανθρώπων ήταν σε εργασία από ό, τι στα τέλη του αιώνα, όμως το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης αφορούσε σε θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης. Τα γραφειοκρατικά, άκαμπτα συστήματα πρόνοιας έδειχναν ήδη την επιτακτική ανάγκη, πριν ακόμη την κρίση της πανδημίας, για αλλαγές, που τότε όμως θωρούνταν πολιτικά ανέφικτες.

Ακόμη ένα παράδειγμα που έδειξε πόσο ευάλωτες είναι κάποιες κατηγορίες εργαζομένων είναι το κλείσιμο των σχολείων. Στην Αμερική, μία στις τέσσερις εργαζόμενες γυναίκες σκέφτηκε να περιορίσει τις ώρες εργασίας ή και να σταματήσει. Η πανδημία έβαλε στο τραπέζι πολιτικές παιδικής μέριμνας ακόμη και σε χώρες όπου είχε παραβλεφθεί, για παράδειγμα στην Ιταλία. Ορισμένες κυβερνήσεις, όπως η Αυστραλία, έκαναν τη φροντίδα των παιδιών δωρεάν για ένα χρονικό διάστημα. Άλλες, συμπεριλαμβανομένης της Πορτογαλίας και της Γερμανίας, παρείχαν μετρητά για να βοηθήσουν τις μητέρες εργαζόμενες που είχαν επαγγέλματα καριέρας και αύξησαν τα επιδόματα παιδιών.

Η πανδημία υπογράμμισε επίσης πόσο σημαντικό είναι να επισπευθεί η ευημερία. Η ανάλυση της εταιρείας συμβούλων McKinsey δείχνει ότι η μαγική «τρόικα» δηλ. η προσέγγιση πολλών ανθρώπων, γρήγορα και με λιγοστά φαινόμενα απάτης ήταν δυνατή μόνο στις χώρες με προηγμένη χρηματοοικονομική υποδομή, που σημαίνει ευρεία χρήση ψηφιακών πληρωμών, ψηφιακών πιστοποιητικών και άκρως σημαντικών δεδομένων, όπως φορολογικές δηλώσεις, που συνδέονται με αυτά τα πιστοποιητικά. Η Σιγκαπούρη, η οποία έχει και τα τρία, μπόρεσε να στείλει αυτόματα επιδοτήσεις μισθών σε επιλέξιμους εργοδότες.

Η διασφάλιση της ευελιξίας των κοινωνικών δαπανών είναι ζωτικής σημασίας, όχι μόνο σε μια πανδημία. Όταν οι άνθρωποι γνωρίζουν ότι υπάρχει δίχτυ ασφαλείας, ενδεχομένως να είναι πρόθυμοι να αναλάβουν υγιείς κινδύνους, όπως η έναρξη μιας επιχείρησης. Επίσης, η άμεση διανομή μετρητών σε μια κρίση μπορεί να βοηθήσει στην ομαλή κατανάλωση και στη μείωση της οικονομικής συρρίκνωσης.

Πράγματι, η γρήγορη δράση είχε αξιοσημείωτη επιτυχία. Τα εισοδήματα των νοικοκυριών σε πλούσιες χώρες προστατεύθηκε σε μεγάλο βαθμό ακόμη και όταν το ΑΕΠ μειώθηκε. Τον Απρίλιο, όταν το ποσοστό ανεργίας υπερδιπλασιάστηκε, το αμερικανικό πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα αυξήθηκε σε ποσοστό ρεκόρ 15,6%. Η ιστορία έχει δε δείξει ότι οι αυξήσεις στις κοινωνικές δαπάνες σπάνια εξαλείφονται εξ ολοκλήρου μετά από μια κρίση. Το ερώτημα είναι τι θα μείνει.
Αυτό θα εξαρτηθεί στο μέγιστο βαθμό από τις δημοσιονομικές ανάγκες. Το δημόσιο χρέος έχει συσσωρευθεί σε επίπεδα ρεκόρ. Τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν. Οι κυβερνήσεις ανησυχούν ότι οι υπερβολικές παροχές αποτελούν αντικίνητρο για την εύρεση εργασίας και μπορούν να οδηγήσουν τους ανθρώπους σε μια «παγίδα πρόνοιας».

Πιθανότατα, αυτό που χρειάζεται είναι η ανανέωση του ρόλου των κυβερνήσεων στη συγκέντρωση και την ασφάλιση κινδύνων, ιδίως εκείνων που οι ασφαλιστικές εταιρείες αποκαλούν «ανασφάλιστους». Η πανδημία έχει δείξει το βαθμό στον οποίο οι κυβερνήσεις μπορούν να εξομαλύνουν τις κρίσεις. Τις δύο μέρες του Απριλίου, όταν η μεγαλύτερη ομάδα Αμερικανών έλαβε τα επιδόματα στήριξης, οι δαπάνες από νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος αυξήθηκαν κατά 26%, σε σχεδόν προ της πανδημίας επίπεδα, σύμφωνα με έρευνα του Ρατζ Τσέτι του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Αρκετοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η πανδημία έδειξε γιατί η γενναιοδωρία των επιδομάτων πρέπει να συνδέεται με την κατάσταση της οικονομίας, με την ευημερία να μπορεί να απορροφά τις κρίσεις όταν οι συνθήκες επιδεινώνονται.

Ένα ανανεωμένο κράτος πρόνοιας θα μπορούσε να προσφέρει αρκετή ευελιξία για να ενθαρρύνει την εργασία, ενώ παράλληλα θα μπορούσε να παρμβαίνει όταν προκύψει μία κρίση. Θα χρειαστεί να επενδύσει σε ανθρώπινο κεφάλαιο. Η πανδημία έχει επιταχύνει τις συνεχιζόμενες αλλαγές στη δομή της οικονομίας. «Τα μέτρα στήριξης από μόνα τους δεν θα είναι αρκετά για την αντιμετώπιση μελλοντικών κρίσεων», προειδοποιεί ο Αντον Χέμεριτζ του European University Institute. «Πρέπει να επενδύσεις στη φροντίδα των παιδιών, στις δεξιότητες, στην υγεία και σε ανθρώπινο δυναμικό, εάν θέλεις να οικοδομήσεις ένα ανθεκτικό σε κρίσεις κράτος πρόνοιας στο μέλλον». Είναι δύσκολο να προβλεφθεί ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής, των τεχνολογικών καινοτομιών και των δημογραφικών αλλαγών στην αγορά εργασίας και στο βιοτικό επίπεδο. Ωστόσο, η περαιτέρω κοινωνική αναταραχή είναι σχεδόν βέβαιη.

moneyreview gr. με πληροφορίες από The Economist

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News