Είναι η E.E. διατεθειμένη να κάνει «ό,τι χρειαστεί» στην ενέργεια ώστε να (ξανα)γίνει ανταγωνιστική;
Ο Mariο Draghi πέρασε στην Ιστορία όταν με μια φράση το 2012 (“θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί” – “whatever it takes”) ως Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας καθησύχασε τις (εν τρικυμία τότε) παγκόσμιες αγορές και ενεγράφη στο συλλογικό Ευρωπαϊκό υποσυνείδητο ως ο άνθρωπος που ήρθη στο ύψος των περιστάσεων και έσωσε το Ευρώ.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 2024 δόθηκε στη δημοσιότητα η Έκθεση Draghi για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ανταγωνιστικότητας. Ο ίδιος ο Mario Draghi την παρουσίασε στη σύνοδο της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 17 Σεπτεμβρίου, ενώ την ίδια ημέρα η Πρόεδρος της Επιτροπής, Ursula von der Leyen έκανε μνεία της Έκθεσης στις επιστολές που απέστειλε σε όλους τους Επιτρόπους επιστολές περιγράφοντας την αποστολή τους για τα επόμενα πέντε χρόνια. Αυτή η αντιμετώπιση της Έκθεσης Draghi, ως μελέτης όχι μόνο οικονομοτεχνικής αλλά και πολιτικής φύσης, σε συνδυασμό με τo κύρος του διαπρεπούς Ιταλού οικονομολόγου και πρώην Προέδρου της ΕΚΤ αλλά και πρώην Πρωθυπουργού της Ιταλίας κατά το δεύτερο σκέλος της κρίσης της πανδημίας (2021-2022) δείχνουν ότι η Έκθεση θα επηρεάσει καταλυτικά τις πολιτικές της ΕΕ τα επόμενα χρόνια.
Συγκεκριμένα στον τομέα της Ενέργειας και ειδικά από άποψη ανταγωνιστικότητας (ή της έλλειψής αυτής), η έκθεση εντοπίζει οκτώ βασικές αιτίες (1) εξάρτηση της ΕΕ από τις εισαγωγές φυσικού αερίου και έκθεση στις spot αγορές, (2) ο δυσανάλογος αντίκτυπος του φυσικού αερίου και του άνθρακα στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας (3) η έλλειψη επαρκών λύσεων μακροπρόθεσμων συμβάσεων (όπως τα PPAs), οι οποίες μπορούν επίσης να στηρίξουν την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (4) το συγκριτικά υψηλότερο κόστος άνθρακα, (5) την υψηλή μεταβλητότητα και έλλειψη διαφάνειας στις χρηματοπιστωτικές αγορές που σχετίζονται με την ενέργεια, (6) την αύξηση των δυσχερειών των φυσικών δικτύων κατά τη διάρκεια της ενεργειακής μετάβασης (7) την μακροχρόνια και αβέβαιη διαδικασία αδειοδότησης για νέα έργα και δίκτυα παροχής ενέργειας, και τέλος (8) οι ετερογενείς επιδοτήσεις και φορολόγηση.
Υπό το πρίσμα αυτό, η έκθεση περιλαμβάνει τέσσερις οριζόντιες προτάσεις και δύο δέσμες από εννέα ειδικές προτάσεις για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια.
Οι οριζόντιες προτάσεις είναι υψηλού επιπέδου, διακηρυκτικές στην ουσία τους, και αφορούν: (1) την ανάγκη δημιουργίας χαμηλότερων και ισότιμων φορολογικών όρων με στόχο τη μείωση του ενεργειακού κόστους, (2) την εναρμόνιση της ελάφρυνσης των τιμών για την αποφυγή στρεβλώσεων στην ενιαία αγορά, (3) την προώθηση της καινοτομίας, (4) την ανάπτυξη ενός πλαισίου διακυβέρνησης για μια πραγματική Ενεργειακή Ένωση.
Όσον αφορά το φυσικό αέριο (το οποίο έχει γίνει πρόσφατα επίκαιρο θέμα πριν ακόμα από τον ρωσοουκρανικό πόλεμο), η έκθεση περιέχει εννέα προτάσεις. Ειδικότερα, η έκθεση προτείνει: (1) τη δημιουργία ενός αξιόπιστου και διαφοροποιημένου δικτύου εμπορικών εταίρων, ενισχύοντας τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις, (2) την απομάκρυνση από την προμήθεια που συνδέεται με spot τιμές, (3) την ενίσχυση των κοινών προμηθειών και την παροχή μηχανισμού αντιστάθμισης κινδύνου με κρατική υποστήριξη, (4) την περαιτέρω ανάπτυξη της στρατηγικής υποδομής και του συντονισμού της διαχείρισης της αποθήκευσης, (5) τη βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων και των προβλέψεων, (6) την περαιτέρω ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών ενέργειας, (7) την απαλλαγή από τον άνθρακα μέσω καθαρού υδρογόνου και πράσινων αερίων, (8) τη διασφάλιση ότι η τιμή του φυσικού αερίου καθορίζεται σε οικονομικά αποδοτική βάση, και, τέλος (9) τη στήριξη των κλάδων που είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στο διεθνή ανταγωνισμό με την προώθηση της διαφάνειας των τιμών λιανικής πώλησης.
Όσον αφορά την ηλεκτρική ενέργεια, η έκθεση προτείνει: (1) την απλούστευση και τον εξορθολογισμό των αδειοδοτικών και διοικητικών διαδικασιών σε σχέση με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), ανάπτυξη υποδομών ευελιξίας και δικτύων, (2) το στρατηγικό συντονισμό για την επικαιροποίηση των δικτύων, (3) την αποσύνδεση της αμοιβής των ΑΠΕ και της πυρηνικής ενέργειας από την παραγωγή ορυκτών καυσίμων μέσω μακροπρόθεσμων συμβάσεων, (4) την υποστήριξη των PPAs για βιομηχανικούς χρήστες, (5) την ενθάρρυνση των βιομηχανιών να απαντούν στην παραγωγή με ίδιους πόρους και την αποθήκευση ενέργειας, όταν η κατανάλωσή τους υπερβαίνει την ικανότητα σύνδεσης με το δίκτυο, (6) την ενίσχυση της ενσωμάτωσης και αποθήκευσης στο σύστημα μεταξύ ΑΠΕ, ευελιξίας, μπαταριών, υδρογόνου και άλλων πηγών ενέργειας, (7) τη διευκόλυνση των βιομηχανιών που είναι εκτεθειμένες στον διεθνή ανταγωνισμό να έχουν πρόσβαση σε ανταγωνιστικές πηγές ενέργειας της ΕΕ, (8) τη διατήρηση του πυρηνικού εφοδιασμού και επιτάχυνση των εξελίξεων των «νέων πυρηνικών», και (9) την προώθηση τεχνολογιών δέσμευσης, αξιοποίησης και αποθήκευσης άνθρακα (CCUS).
Η αναβάθμιση των δικτύων, η ενίσχυση της αποθήκευσης, η καθιέρωση των εναλλακτικών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως το υδρογόνο και η ολοκλήρωση της διασύνδεσης των αγορών ενέργειας όλων των Κρατών Μελών σε συνδυασμό με τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις με την Βόρεια Αφρική και την Εγγύς Ασία είναι κατά την άποψη του γράφοντος οι σημαντικότερες επιμέρους κινήσεις που πρέπει να επιτευχθούν ώστε να οδηγηθούμε σε μια «πράσινη» μεν, ανταγωνιστική δε ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας προς όφελος όλων των Ευρωπαίων.
Η Έκθεση Draghi ορθά ανέδειξε τις αιτίες του ελλείματος ανταγωνιστικότητας στην ΕΕ αλλά και παρουσίασε δέσμες προτάσεων και λύσεων και γενικά αλλά και ειδικά στον τομέα της Ενέργειας. Μένει λοιπόν να αποδειχθεί εάν παρά τα ενίοτε αντικρουόμενα συμφέροντα των Κρατών Μελών αλλά και την κατά καιρούς διοικητική αδράνεια των ευρωπαϊκών θεσμών, οι πολιτικές ηγεσίες των Κρατών Μελών αλλά και της ΕΕ είναι έτοιμες να κάνουν “ό τι χρειαστεί” (και) για ένα καλύτερο ενεργειακό μέλλον για την Ευρώπη.
*Ο Ορέστης Ομράν είναι διεθνής δικηγόρος με έδρα τις Βρυξέλλες, ειδικός σε θέματα οικονομίας και ενέργειας.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News