ΕΕΣ: Μειώνεται το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων για τις δημόσιες συμβάσεις
Κάθε χρόνο, οι χώρες της ΕΕ δαπανούν 2 τρισ. ευρώ για δημόσιες συμβάσεις έργων, αγαθών και υπηρεσιών
Συρρικνώνεται ο ανταγωνισμός για δημόσιες συμβάσεις στην Ευρώπη, καθώς οι επιχειρήσεις φαίνεται να χάνουν το ενδιαφέρον τους γι’ αυτές, επικαλούμενες υπερβολική γραφειοκρατία, σύμφωνα με την ειδική έκθεση 28/2023, με τίτλο «Λιγότερος ανταγωνισμός στις συμβάσεις έργων, αγαθών και υπηρεσιών τη δεκαετία μέχρι το 2021» του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου που δημοσιεύθηκε σήμερα.
Σε αυτήν φαίνεται ότι ο ανταγωνισμός στις δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται από εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές στην ΕΕ υποχώρησε την τελευταία δεκαετία. Τη δεκαετία 2011-2021, ολοένα λιγότερες επιχειρήσεις συναγωνίστηκαν για την εκτέλεση έργων, την προμήθεια αγαθών και την παροχή υπηρεσιών για λογαριασμό δημόσιων φορέων, ενώ οι αρχές συχνά προσέγγιζαν συγκεκριμένες εταιρείες απευθείας. Η μεταρρύθμιση του 2014 δεν κατάφερε να κάνει ελκυστικότερες τις διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων, κάτι που θα μπορούσε να έχει αυξήσει τον ανταγωνισμό και να βοηθήσει τα κράτη μέλη να εξασφαλίζουν την καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής για τους φορολογούμενους. Μάλιστα, στην πραγματικότητα οι διαδικασίες έγιναν ακόμη πιο χρονοβόρες, ενώ μέχρι και σήμερα υπάρχουν προβλήματα με τη διαφάνεια.
Οι δημόσιες συμβάσεις έχουν καθοριστική σημασία για την ενιαία αγορά της Ένωσης, καθώς τονώνουν την οικονομική μεγέθυνση, δημιουργούν θέσεις εργασίας και βοηθούν τους δημόσιους φορείς να εξασφαλίζουν τις καλύτερες δυνατές συμφωνίες με ανοικτό και ανταγωνιστικό τρόπο. Το 2014, η ΕΕ μεταρρύθμισε τις οδηγίες της για τις δημόσιες συμβάσεις με σκοπό να γίνουν οι διαδικασίες απλούστερες, διαφανέστερες και καινοτόμες, καθώς και περισσότερο προσιτές για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ).
«Τα τελευταία 10 χρόνια, η ΕΕ και τα κράτη μέλη της δεν κατάφεραν να ενισχύσουν τον ανταγωνισμό για τις δημόσιες συμβάσεις, με αποτέλεσμα να είμαστε τώρα στη δυσάρεστη θέση να μιλάμε για μια χαμένη δεκαετία», δήλωσε η Helga Berger, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδια για τον έλεγχο. «Η Επιτροπή θα πρέπει να δρομολογήσει σχέδιο δράσης για να ξεπεραστούν τα βασικά εμπόδια στον ανταγωνισμό και να γίνουν οι δημόσιες συμβάσεις ελκυστικότερες για τις επιχειρήσεις.»
Οι τάσεις για τρεις βασικούς δείκτες ανταγωνισμού —ένας μόνο προσφέρων, απευθείας αναθέσεις και αριθμός προσφερόντων— παρέμειναν σε μη ικανοποιητικά επίπεδα στα περισσότερα κράτη μέλη, χωρίς να σημειωθεί συνολική βελτίωση του ανταγωνισμού. Το 2021, οι περιπτώσεις υποβολής μίας μόνο προσφοράς άγγιξαν υψηλό δεκαετίας, με το 42 % του συνόλου των συμβάσεων να έχουν ανατεθεί σε συνέχεια υποβολής μίας μόνο προσφοράς. Επιπλέον, σε ολόκληρη την ΕΕ, οι περιπτώσεις με έναν μόνο προσφέροντα σχεδόν διπλασιάστηκαν από το 2011, ενώ ο αριθμός των εταιρειών που υπέβαλλαν προσφορές μειώθηκε σχεδόν στο μισό, από περίπου έξι σε τρεις ανά διαδικασία. Επιπλέον, στο πλαίσιο της ανάθεσης συμβάσεων, οι αρχές συχνά ζητούσαν από μία ή περισσότερες εταιρείες να υποβάλουν απευθείας προσφορά, χωρίς να προκηρύξουν δημόσιο διαγωνισμό. Οι απευθείας αναθέσεις επιτρέπονται υπό πολύ συγκεκριμένες περιστάσεις, αλλά παρακωλύουν τον ανταγωνισμό και θα πρέπει να αποτελούν την εξαίρεση. Αντ’ αυτού, οι αναθέσεις αυτές πλήθυναν σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη και αντιπροσώπευαν περίπου το 16 % του συνόλου των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων που αναφέρθηκαν το 2021.
Μολονότι η Επιτροπή δρομολόγησε νέα στρατηγική το 2017, ούτε αυτή ούτε τα κράτη μέλη έκαναν τίποτα το ιδιαίτερο για να εντοπίσουν και να αντιμετωπίσουν τα βαθύτερα αίτια της μείωσης του ανταγωνισμού, τα οποία, σύμφωνα με το ΕΕΣ, συνδέονται με τον διοικητικό φόρτο, τα υπερβολικά περιοριστικά κριτήρια και τις εξατομικευμένες προδιαγραφές, καθώς και με τη συγκέντρωση της αγοράς. Πέραν αυτού, τόσο η Επιτροπή όσο και τα κράτη μέλη επικεντρώθηκαν περισσότερο στην τήρηση των κανόνων παρά στις επιδόσεις. Επίσης, δεν υπάρχει ευαισθητοποίηση γύρω από το γεγονός ότι ο ανταγωνισμός αποτελεί προϋπόθεση για τη σύναψη συμβάσεων με εγγυημένα καλή σχέση ποιότητας/τιμής.
Η μεταρρύθμιση του 2014 αποδείχθηκε σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματική όσον αφορά τη μείωση της γραφειοκρατίας. Απεναντίας, η διάρκεια των διαδικασιών αυξήθηκε κατά 50 % την υπό εξέταση δεκαετία, και τόσο οι προσφέροντες όσο και οι αρχές έκριναν την όλη διαδικασία επαχθή σε σύγκριση με τις περισσότερο ευέλικτες διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που εφαρμόζονται στον ιδιωτικό τομέα. Από την άλλη, το μερίδιο των συμβάσεων που ανατίθεντο σε ΜΜΕ δεν αυξήθηκε και οι μειοδότες εξακολούθησαν να κερδίζουν τη μερίδα του λέοντος, κάτι που δείχνει ότι σπάνια λαμβάνονται υπόψη περισσότερο στρατηγικά ζητήματα (συνδεόμενα π.χ. με το περιβάλλον, την κοινωνία και την καινοτομία). Το ΕΕΣ εκφράζει επίσης την ανησυχία του όχι μόνο για τη διαφάνεια των διαδικασιών –βασική εγγύηση κατά του κινδύνου απάτης και διαφθοράς– αλλά και για τον μικρό όγκο των διασυνοριακών δημόσιων συμβάσεων. Συγκεκριμένα, καλεί την Επιτροπή να αποσαφηνίσει τους στόχους των δημόσιων συμβάσεων και να προτείνει μέτρα για την υπέρβαση βασικών εμποδίων στον ανταγωνισμό.
Κάθε χρόνο, οι χώρες της ΕΕ δαπανούν περί τα 2 τρισεκατομμύρια ευρώ (σχεδόν το 14 % του ΑΕΠ της ΕΕ) για δημόσιες συμβάσεις. Οι πρακτικές τους διαφέρουν: το 2021, το υψηλότερο ποσοστό απευθείας αναθέσεων καταγράφηκε στην Κύπρο (42 %) και το χαμηλότερο στην Ελλάδα (3 %), τα υψηλότερα ποσοστά υποβολής μίας μόνο προσφοράς σημειώθηκαν στη Σλοβενία (73 %) ενώ σε υψηλό επίπεδο παρέμειναν και στην Πολωνία (περίπου 50 % κατά την υπό εξέταση δεκαετία). Υπήρχαν επίσης διαφορές μεταξύ των τομέων: από το 2011 και μετά, οι απευθείας αναθέσεις για χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σημείωναν σταθερά πτώση, ενώ το 2021 ο τομέας της ενέργειας ήταν αυτός που παρουσίασε τα μεγαλύτερα ποσοστά.
Η ειδική έκθεση 28/2023, με τίτλο «Λιγότερος ανταγωνισμός στις συμβάσεις έργων, αγαθών και υπηρεσιών τη δεκαετία μέχρι το 2021», είναι διαθέσιμη στον ιστότοπο του ΕΕΣ, μαζί με έναν διαδραστικό πίνακα στοιχείων για τις δημόσιες συμβάσεις που αναπτύχθηκε από το ΕΕΣ. Ο πίνακας αυτός προσφέρει έναν πρακτικό τρόπο σύγκρισης των τάσεων σε συγκεκριμένες εθνικές αγορές και βασικούς κλάδους παραγωγής.
moneyreview.gr
Διαβάστε επίσης:
ΕΕ: Κανόνες για την εφαρμογή του κανονισμού για τις ξένες επιδοτήσεις
Τουρισμός: 387,24 εκατ. για λιμάνια και τουριστικές υποδομές από το Ταμείο Ανάκαμψης
Ταμείο Ανάκαμψης: Σε εξέλιξη 267 διαγωνισμοί ύψους 3,37 δισ. ευρώ
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News