Ποιες χώρες «σκότωσαν» τον πληθωρισμό – Τα μαθήματα που μας δίνουν
Θα μπορούσε ο εφιάλτης του πληθωρισμού να τελειώσει σύντομα; Στα μέλη του ΟΟΣΑ, που είναι κυρίως από πλούσιες χώρες, ο πληθωρισμός μειώθηκε από το υψηλό του 10,7% τον Οκτώβριο του 2022 στο 6,2%. Η αύξηση των μισθών επιβραδύνεται επίσης. Οι επενδυτές ελπίζουν ότι σύντομα θα σημειωθεί περισσότερη πρόοδος, επιτρέποντας στους κεντρικούς τραπεζίτες να μειώσουν τα επιτόκια.
Ωστόσο ίσως βιάζονται. Πέρυσι ο Economist διαπίστωσε ότι η «ασθένεια» του πληθωρισμού, τα συμπτώματα της οποίας εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην Αμερική, είχε αρχίσει να μολύνει ολόκληρο τον πλούσιο κόσμο. Το περιοδικό επανέλαβε την ανάλυση, εστιάζοντας σε πέντε δείκτες: Δομικός πληθωρισμός, κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, «διασπορά του πληθωρισμού», προσδοκίες για τον πληθωρισμό και συμπεριφορά αναζήτησης Google.
Συνολικά, τα στοιχεία δείχνουν ότι ο πληθωρισμός παραμένει εδραιωμένος, ίσως περισσότερο από ό,τι το 2022. Η χώρα με τη χειρότερη βαθμολογία τον περασμένο Μάιο, ο Καναδάς, κατατάσσεται ως η τρίτη χειρότερη αυτή τη φορά. Τα πράγματα είναι τραγικά στις αγγλόφωνες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας και της Βρετανίας. Ωστόσο, υπάρχουν και χώρες που τα πάνε καλά, όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα η μάχη πλησιάζει στο τέλος της.
Και το ερώτημα είναι το εξής: Τι μπορούν να μάθουν όσοι ακόμα παλεύουν με τον πληθωρισμό, από τις χώρες που κατάφεραν να τον νικήσουν;
Ας ξεκινήσουμε με τις προβληματικές χώρες. Στην Αυστραλία, η οποία είχε τη χειρότερη επίδοση της κατάταξης, η αγορά εργασίας φλέγεται. Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, το κόστος εργασίας, μετρούμενο με το πόσο πληρώνουν οι εργοδότες στους εργαζόμενους για να παράγουν μια μονάδα παραγωγής, αυξήθηκε κατά 7,1% – ταχύτερα από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα από αυτές που μελέτησε ο Economist. Επίσης στην Αυστραλία εμφανίζεται η μεγαλύτερη «διασπορά του πληθωρισμού», την οποία ο Economist ορίζει ως το μερίδιο των τιμών καταναλωτή που αυξάνονται περισσότερο από 2% από έτος σε έτος.
Άλλες αγγλόφωνες χώρες έχουν διαφορετικά προβλήματα. Ένα σύνολο δεδομένων από ερευνητές της Federal Reserve Bank of Cleveland, της εταιρείας δεδομένων Morning Consult, και του Raphael Schoenle καθηγητή οικονομικών του πανεπιστημίου Brandeis παρέχει μια μέτρηση μεταξύ των χωρών για το τι αναμένει το κοινό να συμβεί στις τιμές. Οι Καναδοί πιστεύουν ότι οι τιμές καταναλωτή θα αυξηθούν κατά 5,7% το επόμενο έτος, το υψηλότερο από οποιαδήποτε χώρα. Επιπλέον αναζητούν όρους που σχετίζονται με τον πληθωρισμό πιο συχνά. Οι Βρετανοί, από την πλευρά τους, υποφέρουν από δομικό πληθωρισμό (δηλαδή αυτόν που εξαιρεί τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας) 6,1%, από έτος σε έτος, ο υψηλότερος από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Η Αμερική δεν τα πάει πολύ άσχημα σε κανένα μέτρο, αλλά ούτε και καλά.
Αυτή η σταθερότητα του πληθωρισμού μπορεί να αντανακλά το γεγονός ότι τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης στις αγγλόφωνες χώρες το 2020-21 ήταν περίπου 40% πιο γενναιόδωρα από ό,τι σε άλλες εύπορες περιοχές. Επίσης, δόθηκαν επιδόματα στα νοικοκυριά, αντί να υπάρξουν μέτρα για να κρατήσουν τις επιχειρήσεις ζωντανές, κάτι που μπορεί να τροφοδότησε περαιτέρω τη ζήτηση. Πράγματι, μια νέα εργασία του καθηγητή Robert Barro του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Francesco Bianchi του Πανεπιστημίου Johns Hopkins βρίσκει στοιχεία συσχέτισης της δημοσιονομικής επέκτασης κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19 και του επακόλουθου πληθωρισμού.
Η νομισματική πολιτική είναι ένας άλλος παράγοντας που λειτουργεί. Όταν ξέσπασε η πανδημία, οι κεντρικές τράπεζες στην Αμερική, την Αυστραλία, τη Βρετανία και τον Καναδά μείωσαν τα επιτόκια κατά μία ποσοστιαία μονάδα κατά μέσο όρο, δύο φορές περισσότερο από ό,τι σε άλλες χώρες του πλούσιου κόσμου. Αυτό το επιπλέον κίνητρο μπορεί να ώθησε τον πληθωρισμό. Τον περασμένο χρόνο οι αγγλόφωνες χώρες δέχτηκαν επίσης πολλούς μετανάστες, οι οποίοι βραχυπρόθεσμα μπορεί να είναι συμβάλλουν στον πληθωρισμό, επειδή υπάρχει ξαφνική άνοδος στη ζήτηση για στέγαση, με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα ενοίκια.
Γιατί λοιπόν άλλες χώρες τα πάνε καλύτερα;
Η σύντομη εμπειρία της Ασίας με τον υψηλό πληθωρισμό θα μπορούσε σε λίγο καιρό να είναι παρελθόν. Οι Ιάπωνες αναμένουν ότι οι τιμές θα αυξηθούν μόλις κατά 1,5% το επόμενο έτος. Την ίδια στιγμή, οι Νοτιοκορεάτες έχουν καλύτερα πράγματα να κάνουν στο διαδίκτυο από το να αναζητούν πληροφορίες σχετικά με τον πληθωρισμό. Αυτό, μπορεί να οφείλεται στο ότι πριν από την πανδημία, οι πλούσιες ασιατικές χώρες ζούσαν με χαμηλό πληθωρισμό για τόσο καιρό, που το είχαν συνηθίσει. Μετά την άνοδο του πληθωρισμού το 2021-2022, η συμπεριφορά των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών ενδέχεται να έχει μετατοπιστεί σε αντιπληθωριστική κατεύθυνση πιο γρήγορα. Αντίθετα, σε μέρη όπως η Βρετανία, η οποία είχε βιώσει αυξήσεις του πληθωρισμού το 2008, το 2011 και το 2017, οι άνθρωποι μπορεί να έχουν αναπτύξει μια πιο πληθωριστική νοοτροπία.
Στην Ευρώπη οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό έχουν υποχωρήσει πολύ από το ανώτατο σημείο τους. Λόγω ενός συνδυασμού πολιτικής και τύχης, οι αυξήσεις των τιμών της ενέργειας δεν ήταν τόσο απότομες πέρυσι στην Ιταλία και την Ισπανία όσο σε άλλες χώρες, γεγονός που μπορεί να εμπόδισε τους ανθρώπους να αναμένουν περαιτέρω πληθωρισμό.
Η Γαλλία βρίσκεται κάπου μεταξύ της των χωρών που μιλούν αγγλικά και της Ασίας. Η Γερμανία είναι μια διαφορετική ιστορία. Κάποτε, οι εργαζόμενοί της ήταν γνωστοί για τους συγκρατημένους μισθούς τους. Τώρα, με μια υπερβολικά «σφικτή» αγορά εργασίας, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξάνεται κατά περισσότερο από 7% ετησίως. Η διασπορά των αυξημένων τιμών είναι επίσης ασυνήθιστα υψηλή.
Πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, θα λάβουν ικανοποίηση από το γεγονός ότι Γερμανοί οικονομολόγοι κοιτάζουν όλο και περισσότερο τις χώρες της Νότιας Ευρώπης με φθόνο, καταλήγει το άρθρο του Economist.
moneyreview.gr
Διαβάστε επίσης:
Πρόβλεψη για Ευρωζώνη: Νωρίτερα η πτώση του πληθωρισμού στον στόχο του 2%
Lagarde: Τα τρέχοντα επιτόκια μπορούν να οδηγήσουν σε πτώση των τιμών
ΕΚΤ: Πατάει «φρένο» στις επιτοκιακές αυξήσεις