Capital Economics: Το ιταλικό αδιέξοδο – Πώς η Ιταλία έγινε η αρνητική εξαίρεση
Η Ιταλία αποτελεί σήμερα την μοναδική χώρα της Ευρωζώνης που προκαλεί προβληματισμό εξαιτίας της δυναμικής του χρέους της. Όπως εξηγεί η Capital Economics, οι κυβερνήσεις των περισσότερων χωρών θα μπορούσαν να σταθεροποιήσουν το χρέος τους πετυχαίνοντας πρωτογενή πλεονάσματα. Όμως αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση της Ιταλίας.
Λόγω των φτωχών προοπτικών ανάπτυξης και του υψηλότερου κόστους δανεισμού, η ιταλική κυβέρνηση χρειάζεται να εμφανίζει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα μόνο για να αποτρέψει την περαιτέρω αύξηση του χρέους της, υπολογίζουν οι αναλυτές του οίκου.
Έτσι, εξηγούν ότι οι λόγοι για τους οποίους το ιταλικό χρέος αναμένεται να αυξηθεί μακροπρόθεσμα δεν έχουν να κάνουν απλά με την έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η Ιταλία έχει μακρύ ιστορικό πρωτογενών πλεονασμάτων και αναμένεται να επιστρέψει σε αυτά τα επόμενα χρόνια. Όμως, το πρόβλημά της είναι ότι η οικονομία της δυσκολεύεται να αναπτυχθεί και το κόστος δανεισμού της είναι σχετικά υψηλό. Την ίδια στιγμή, η Ιταλία βαρύνεται από ένα μεγάλο στοκ χρέους, που ισοδυναμεί στο 140% του ΑΕΠ, για το οποίο πληρώνει σχετικά υψηλά επιτόκια.
Μετά από αυτά, η Capital Economics εξηγεί ότι οι προβληματισμοί της γύρω από την Ιταλία δεν ισχύουν για καμία άλλη χώρα της Ευρωζώνης. Η ιταλική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 0,5% ετησίως σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, την ώρα που οι αντίστοιχες προβλέψεις του οίκου για τις άλλες χώρες κυμαίνονται σε ένα εύρος 1% με 1,5%.
Το μέσο επιτόκιο για το στοκ του δημοσίου χρέους στην Ιταλία είναι αυτή τη στιγμή 3% και αναμένεται να αυξηθεί στο 4% έως το τέλος της δεκαετίας. Το επόμενο υψηλότερο μέσο επιτόκιο εντοπίζεται στην Ισπανία, όπου διαμορφώνεται στο 2,2% και αναμένεται να φτάσει στο 3% έως το 2030. Στην Γερμανία, το μέσο επιτόκιο είναι μόλις 1,1%.
Ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης, μόνο η Ελλάδα έχει μεγαλύτερο χρέος (ως προς το ΑΕΠ), αλλά το κόστος δανεισμού της Αθήνας διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από τα ευνοϊκά επιτόκια των δανείων του επίσημου τομέα.
Βάζοντας όλα αυτά τα στοιχεία μαζί, η Capital Economics υπολογίζει το πρωτογενές πλεόνασμα που απαιτείται σε κάθε μία από τις 10 μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης για να διατηρηθεί το χρέος σταθερό. Για την ακρίβεια, διαπιστώνει ότι όλες οι χώρες θα μπορούσαν να εμφανίζουν πρωτογενή ελλείμματα αλλά και πάλι να μην κινδυνεύουν από αύξηση του χρέους τους.
Στη μία άκρη του φάσματος βρίσκεται η Ιρλανδία, η οποία θα μπορούσε να εμφανίζει πρωτογενές έλλειμμα στο 1% του ΑΕΠ και πάλι να μην δει το χρέος της να αυξάνεται. Στην άλλη άκρη βρίσκεται η Ισπανία, που μπορεί να εμφανίζει πρωτογενές έλλειμμα έως 0,2% ώστε να μην αυξηθεί το χρέος της. Η Ελλάδα ακολουθεί από κοντά.
Όμως, η Ιταλία χρειάζεται να εμφανίζει πρωτογενή πλεονάσματα σχεδόν 2% του ΑΕΠ για να σταθεροποιήσει το χρέος της. Και το απαιτούμενο πλεόνασμα θα αυξηθεί τις δεκαετίες του 2030 και του 2040, καθώς οι υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων σταδιακά αυξάνουν το μέσο επιτόκιο του χρέους.
Όπως τονίζει η Capital Economics, θα είναι όλο και πιο δύσκολο για την Ιταλία να εμφανίζει τέτοια πλεονάσματα, με φόντο τη γήρανση του πληθυσμού, που θα πιέζει όλο και περισσότερο τα δημόσια οικονομικά.
Παρότι αναγνωρίζουν ότι οι προβλέψεις σε τόσο μακροπρόθεσμο ορίζοντα υπόκεινται σε υψηλό βαθμό αβεβαιότητας και μπορεί να επηρεαστούν από θετικά ή αρνητικά σοκ, οι αναλυτές της Capital Economics καταλήγουν ότι η Ιταλία αποτελεί αυτή τη στιγμή την εξαίρεση. «Με άλλα λόγια, πολλά πρέπει να πάνε στραβά ώστε να βρεθούν άλλες χώρες στην ίδια κατηγορία με την Ιταλία».
Διαβάστε επίσης:
ING: Αναβαθμίζει προβλέψεις για την Ελλάδα – Η Ευρωζώνη φλερτάρει με την ύφεση
Capital Economics: Ερχεται ενεργειακή κρίση Νο2; Τι θα σημάνει για την Ευρώπη
Morgan Stanley: Βλέπει ανάπτυξη 2,5% στην Ελλάδα – Σε ύφεση θα πέσει η Ευρωζώνη
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News