BreakingViews: Η Γερμανία ίσως «χαραμίζει» μια καλή κρίση
Σε μεγάλο «ασθενή» της Ευρώπης μετατρέπεται η Γερμανία, οδεύοντας προς συρρίκνωση το 2023 και ήπια ανάκαμψη το 2024. Η διολίσθηση της άλλοτε «ατμομηχανής» της Ευρώπης, όμως, αναδεικνύει παράλληλα τρωτά σημεία που υπήρχαν ανέκαθεν στην οικονομία της και αποτελεί μία μοναδική ευκαιρία για τη μόνιμη αντιμετώπισή τους.
Όπως αναφέρεται στη στήλη BreakingViews του Reuters, η εξάρτηση της γερμανικής οικονομίας από τις εξαγωγές απεδείχθη μειονέκτημα. Αφενός λόγω της αιφνιδιαστικής επιβράδυνσης της κινεζικής οικονομίας -βασικού εμπορικού της εταίρου-, αφετέρου εξαιτίας της επιβράδυνσης της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οποία οδήγησε σε μείωση της ζήτησης για γερμανικά προϊόντα.
Παρότι η γερμανική βιομηχανία κατάφερε να «απορροφήσει» γρήγορα το σοκ της ενεργειακής κρίσης, το πλήγμα ενδέχεται να μειώσει την πιθανή παραγωγή της χώρας κατά 1,25%, εξαϋλώνοντας δηλαδή ένα τεράστιο κομμάτι της προσδοκώμενης ανάπτυξης για το 2024.
Τα προβλήματα στο μέλλον
Αυτά όμως, είναι προβλήματα βραχυπρόθεσμα. Αντιθέτως, η αδυναμία τόνωσης των κρατικών επενδύσεων και εφαρμογής ριζικών μεταρρυθμίσεων για τη μείωση της γραφειοκρατίας θα επιβαρύνουν την ανάπτυξη για χρόνια. Επίσης, όπως σημειώνει το BreakingViews, οι ετοιμόρροπες γέφυρες και οι κακοφτιαγμένοι δρόμοι έχουν γίνει μέρος της γερμανικής παράδοσης, ενώ η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη της Ευρώπης δεν έχει καν κατάλληλα δίκτυα Ίντερνετ. Τέλος, λόγω των απαρχαιωμένων λογισμικών του κράτους, οι κατασκευαστές ανεμογεννητριών πρέπει να περιμένουν μήνες προτού αποκτήσουν τις κατάλληλες άδειες, ώστε να μεταφέρουν τον εξοπλισμό στους γερμανικούς δρόμους.
Πλην των αναγκών αυτών, ο λογαριασμός αυξάνεται με το τεράστιο κόστος για την πράσινη μετάβαση, το οποίο υπολογίζεται στην επόμενη δεκαετία μεταξύ 450 και 500 δισ. ευρώ, περισσότερο από το 1% του ετήσιου ΑΕΠ. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, την περασμένη δεκαετία οι συνολικές κρατικές δαπάνες στη Γερμανία έφταναν στο 22% του ΑΕΠ, δηλαδή 2% χαμηλότερα από τη γειτονική Γαλλία και σταθερά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της Ε.Ε.
Η «παγίδα» της δημοσιονομικής πειθαρχίας
Η εμμονή της χώρας με τη δημοσιονομική πειθαρχία ενδέχεται να συνέβαλε στο χαμηλό επίπεδο των δαπανών, όπως σημειώνει ο οικονομολόγος της ING, Carsten Brzeski. Λόγω των πολιτικών και συνταγματικών ορίων, η διστακτικότητα απέναντι στις επενδύσεις μπορεί να δικαιολογήσει την αδυναμία της κυβέρνησης να παράσχει απαραίτητες πτυχές στον τομέα των υποδομών, της εκπαίδευσης και της ψηφιακής οικονομίας. Εξαιτίας του περιορισμού από το λεγόμενο «φρένο του χρέους», που απαιτεί το έλλειμμα του προϋπολογισμού να μην ξεπερνά το 0,35% του ΑΕΠ, η κυβέρνηση δεν τόλμησε να ξοδέψει περισσότερα.
Αντίστοιχα κινήθηκε και ο ιδιωτικός τομέας, ο οποίος περιορίστηκε περαιτέρω από την «σφιχτή» αγορά εργασίας. Οι επικεφαλής των επιχειρήσεων διαμαρτύρονται ότι δεν μπορούν να βρουν εξειδικευμένους εργαζομένους και ορισμένοι ίσως στρέφονται στο εξωτερικό, ώστε να βρίσκουν τους κατάλληλους. Το ποσοστό ανεργίας στο 2,9%, πολύ χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο, καταδεικνύει σαφώς ότι υπάρχουν προβλήματα στην αγορά εργασίας.
Στο μεταξύ, οι κολοσσοί της βιομηχανίας, όπου η παραγωγή έχει μειωθεί κατά 11% τον τελευταίο χρόνο, έχουν αρχίσει να αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες στο εξωτερικό λόγω ενεργειακού κόστους.
Θα παραμείνουν οι χαμηλές επενδύσεις;
Το ερώτημα-κλειδί είναι εάν οι χαμηλές επενδύσεις ήρθαν για να μείνουν, δεδομένου και του δημογραφικού, με το 30% του πληθυσμού να ξεπερνά τα 60 έτη. Εάν δεν υπήρχε εισροή σχεδόν 1,5 εκατ. προσφύγων από την Ουκρανία πέρυσι, ο γερμανικός πληθυσμός θα είχε μειωθεί για δεύτερη συναπτή χρονιά.
Η κυβέρνηση παρότι εκφράζει την ανάγκη περισσότερων επενδύσεων και μείωσης της γραφειοκρατίας, φαίνεται πως δεν φέρνει αποτελέσματα ή αδυνατεί να συγκεντρωθεί στις πρώτες προτεραιότητες.
Σύμφωνα με το BreakingViews, ένα μεγάλο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση θα ήταν η χαλάρωση των κανόνων και οι ταχύτερες εγκρίσεις για την εισαγωγή των μεταναστών στην αγορά εργασίας. Απαιτούνται, όμως, και μέτρα προσέλκυσης εξειδικευμένων ταλέντων από χώρες εκτός Ε.Ε.
Η ανάπτυξη της Γερμανίας εκτιμάται στο 0,7% ετησίως σε μεσοπρόθεσμη βάση, σύμφωνα με τον οίκο Scope, σχεδόν το μισό από την Ε.Ε. Ο ρυθμός θα μπορούσε να επιταχυνθεί στο 1% τον χρόνο εάν έμπαιναν στην αγορά εργασίας περίπου 400.000 ξένοι. Ωστόσο, μια τέτοια απόφαση μπορεί να ενέχει πολιτικό κίνδυνο: το ακροδεξιό κόμμα AfD, με περίπου 21% των ψήφων, είναι τώρα το δεύτερο μεγαλύτερο στη χώρα.
Σύμφωνα με το BreakingViews, ο Scholz έχει στρωμένο τον δρόμο μπροστά του. Μπορεί να εξαιρέσει τις δημόσιες δαπάνες από το «φρένο του χρέους», ανατρέποντας χρόνια χαμηλών επενδύσεων. Και η μείωση της γραφειοκρατίας σε ομοσπονδιακό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο θα αφαιρούσε τα περιττά εμπόδια στην ανάπτυξη.
Το ερώτημα είναι εάν ένας κυβερνητικός συνασπισμός τριών κομμάτων με διαφορετικές και μερικές φορές αντικρουόμενες προτεραιότητες μπορεί να δει πέρα από τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις και να πάρει σκληρές αποφάσεις, οι οποίες κρίνονται αναγκαίες έπειτα από δεκαετίες σχετικής αδράνειας. Εάν δεν κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης κινδυνεύει να χαραμίσει μια καλή κρίση.
moneyreview.gr με πληροφορίες από Reuters
Διαβάστε επίσης:
Γερμανία: «Δώρο» 45 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό
Γερμανία: Πρόβλεψη για ύφεση 0,6% φέτος – Ανάκαμψη με μοχλό τους μισθούς
Deutsche Bank: «Πονεμένος αθλητής» όχι «μεγάλος ασθενής» η Γερμανία
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News