Κίνητρα για μετατροπή συμβάσεων από μερική σε πλήρη απασχόληση
Σημαντική οικονοµική ανάσα με… ρήτρα απασχόλησης δίνουν σε χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και επιτηδευματίες δύο βασικές εξαγγελίες του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, από το βήμα της 86ης Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης, και συγκεκριμένα η απαλλαγή από το τέλος επιτηδεύματος και η έκπτωση κατά 40% στις ασφαλιστικές εισφορές για κάθε μερικώς απασχολούμενο, του οποίου η σύμβαση θα μετατραπεί σε πλήρους απασχόλησης.
Οι ειδικοί εκτιμούν πως πρόκειται για δύο από τα σημαντικότερα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με την προσπάθεια για τόνωση της απασχόλησης, καθώς δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μεγάλη μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
«Μαύρη» εργασία
Αναλυτικά, βάσει των όσων έχουν γίνει γνωστά μέχρι σήμερα, από 10.9.2022 και έως το τέλος του 2023, όσες επιχειρήσεις έχουν ποσοστό εργαζομένων με μερική απασχόληση άνω του 50%, εφόσον μετατρέψουν κάποια σύμβαση σε πλήρους απασχόλησης, τότε απαλλάσσονται για ένα έτος από το 40% των ασφαλιστικών εισφορών για τον εν λόγω εργαζόμενο. Το μέτρο αφορά συμβάσεις εργαζομένων τους που έχουν συναφθεί πριν από τις 10 Σεπτεμβρίου και στόχο έχει να «ασπρίσει» ένα σημαντικό μέρος από τη λεγόμενη «μαύρη» εργασία, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι πίσω από τη σημαντική και συνεχή αύξηση της μερικής απασχόλησης κρύβεται πλήρης ανασφάλιστη εργασία, 8, πολλές φορές και 10 ωρών την ημέρα.
Συμφέρουσα επιλογή
Στην πράξη, με τη μείωση κατά 40% των ασφαλιστικών εισφορών, η «νομιμοποίηση» του εργαζομένου που εμφανίζεται ως μερικώς απασχολούμενος, αλλά εργάζεται σε συνθήκες πλήρους εργασίας, καθίσταται εξαιρετικά συμφέρουσα. Και αυτό, γιατί ένας εργοδότης, απασχολώντας έναν εργαζόμενο με μερική απασχόληση, πενθήμερο, από Δευτέρα έως Παρασκευή, για 4 ώρες ημερησίως, καταβάλλει 305,56 ευρώ καθαρά στον εργαζόμενο και πληρώνει 132,12 ευρώ ασφαλιστικές εισφορές. Το συνολικό του κόστος δηλαδή είναι 437,68 ευρώ τον μήνα. Εάν η σύμβαση του συγκεκριμένου εργαζομένου μετατραπεί σε πλήρους απασχόλησης, 5νθήμερο, για 8 ώρες ημερησίως, με βασικό μισθό 713 ευρώ, ο εργαζόμενος θα λάβει στην τσέπη 614,11 ευρώ, και ο εργοδότης θα καταβάλει 154,69 ευρώ, λόγω της έκπτωσης κατά 40%. Ετσι, το συνολικό του κόστος θα είναι 768,8 ευρώ αντί 871,93 χωρίς την έκπτωση. Στο τελικό ποσό όμως θα πρέπει να υπολογιστεί και η ωφέλεια από την έκπτωση δαπάνης μισθοδοσίας από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης (συντελεστής 22%), της τάξης των 95,53 ευρώ τον μήνα, με αποτέλεσμα το συνολικό κόστος να ανέρχεται σε 673,27, ήτοι τελικό όφελος 198,66 ευρώ τον μήνα.
Τέλος επιτηδεύματος
Ιδιαίτερα σημαντικό μέτρο, μόνιμου χαρακτήρα που συνδέεται με παράλληλη πολιτική κινήτρων για τη στήριξη της αγοράς εργασίας, είναι και αυτό της απαλλαγής από την υποχρέωση καταβολής τέλους επιτηδεύματος σε επιτηδευματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις (με ετήσια ακαθάριστα έσοδα έως 2 εκατομμύρια ευρώ) που θα αυξάνουν τον μέσο ετήσιο αριθμό των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης κατ’ ελάχιστον για διάστημα τριών μηνών ετησίως.
Το μέτρο αφορά δυνητικά 900.000 επιτηδευματίες και επιχειρήσεις, ενώ σύμφωνα με το οικονομικό επιτελείο, η απώλεια εσόδων στον τακτικό προϋπολογισμό αντισταθμίζεται από αυξημένα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές.
Ετσι, για παράδειγμα, μια επιχείρηση με ετήσια ακαθάριστα έσοδα 1 εκατ. ευρώ, που αυξάνει τον Οκτώβριο του 2022 το προσωπικό πλήρους απασχόλησης έστω κατά 1 υπάλληλο, τον οποίο διατηρεί τουλάχιστον για τρεις μήνες, δικαιούται την απαλλαγή από το τέλος επιτηδεύματος για το 2022. Θα πρέπει βέβαια να διευκρινιστεί από το υπουργείο Οικονομικών εάν η έκπτωση αφορά μόνο ένα κατάστημα, στην περίπτωση που πρόκειται για επιχείρηση με πολλά υποκαταστήματα, ή το σύνολο. Εστω ότι πληρώνει τέλος επιτηδεύματος 1.000 ευρώ. Αν γίνει πρόσληψη ενός υπαλλήλου για τρεις μήνες με τον βασικό μισθό, το μισθολογικό κόστος για τον εργοδότη για τους τρεις μήνες είναι 3.165,64 ευρώ (2.229,6 ευρώ καθαρά στο χέρι του εργαζομένου και 936,04 ευρώ ασφαλιστικές κρατήσεις).
Επειδή η δαπάνη της μισθοδοσίας εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης (συντελεστής φορολόγησης 22%), η επιχείρηση θα έχει έκπτωση 696,44 ευρώ (3,165,64 Χ 22%) και τελικά το κόστος θα μειωθεί στα 2.469,20 ευρώ. Αν αφαιρεθεί και το τέλος επιτηδεύματος των 1.000 ευρώ, το τελικό ποσό που θα πληρώσει μια επιχείρηση για να απασχολήσει έναν εργαζόμενο για τρεις μήνες, θα είναι μόλις 1.469,20 ευρώ. Συνεπώς, θα απασχολήσει έναν μισθωτό (πλήρους απασχόλησης) για τρεις μήνες με μηνιαίο κόστος μόνο 489 ευρώ.
Πηγή: kathimerini.gr
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News