Με ξένα υλικά το εθνικό μας φαγητό – Εισαγόμενα το 75% των οσπρίων
Μπορεί η φασολάδα να θεωρείται το εθνικό μας φαγητό και τα όσπρια να αποτελούν βασικό συστατικό της λεγόμενης μεσογειακής διατροφής, όμως η συντριπτική πλειονότητα των φασολιών και εν γένει των οσπρίων που καταναλώνουμε είναι εισαγόμενα με κυριότερες χώρες εισαγωγής τον Καναδά, την Κίνα, το Μεξικό, την Τουρκία, ακόμη και την Κιργιζία.
«Το 75% της πρώτης ύλης είναι εισαγόμενη», δήλωσε χθες χαρακτηριστικά σε συνέντευξη Τύπου ο κ. Άγης Καραγεωργίου, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της «3άλφα» η οποία αποτελεί τη Νο 1 εταιρεία στην Ελλάδα στην κατηγορία των οσπρίων με μερίδιο αγοράς 38,3% στα επώνυμα προϊόντα της κατηγορίας και με ηγετική θέση και στα όσπρια ιδιωτικής ετικέτας (σ.σ. παράγει όσπρια για λογαριασμό αλυσίδων σούπερ μάρκετ, όπως ο ΑΒ Βασιλόπουλος, το MyMarket, Lidl, ΕΛΟΜΑΣ).
Διαβάστε ακόμη: Πώς η Κίνα απειλεί με αύξηση στις τιμές τροφίμων
Η εταιρεία, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει συνεργασία με 330 παραγωγούς από όλη την Ελλάδα με την παραγωγή, ωστόσο, της τάξης των 5.000 τόνων να είναι πολύ μικρή, χωρίς σε καμία περίπτωση να καλύψει τις ανάγκες της ζήτησης σε όσπρια. Για αυτό, άλλωστε, ο κ. Καραγεωργίου απηύθυνε εμμέσως πρόσκληση στους παραγωγούς να στραφούν στην καλλιέργεια οσπρίων τονίζοντας ότι η «3άλφα» δεσμεύεται, στη βάση προφανώς συμβολαιακής γεωργίας, ότι θα απορροφά το σύνολο της παραγωγής τους.
Στην κατεύθυνση άλλωστε της ανάδειξης της έστω και μικρής ελληνικής παραγωγής η εταιρεία δημιούργησε μία σειρά κωδικών οσπρίων τα οποία φέρουν ειδική σήμανση «Ομάδα Ελλήνων Παραγωγών» με αναγραφή στη συσκευασία του ονόματος του παραγωγού και της περιοχής καλλιέργειας του προϊόντος. Για αυτή, μάλιστα, τη σειρά προϊόντων η «3άλφα» βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο πιστοποίησης προκειμένου να ενταχθεί στην πρωτοβουλία επιχειρήσεων «ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ ΜΑΣ».
Το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει τόσο μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές οσπρίων προκαλεί στην παρούσα συγκυρία ένα ακόμη πρόβλημα: οι τιμές των πρώτων υλών, λόγω κακής σοδειάς, κυρίως στον Καναδά, αλλά και λόγω των ζητημάτων με τις μεταφορές από την Κίνα έχουν ως συνέπεια να έχουν αυξηθεί μεσοσταθμικά κατά 70%. Υπάρχουν δε περιπτώσεις, όπως είναι οι ψιλές φακές, των οποίων η τιμή, ως πρώτης ύλης, έχει αυξηθεί κατά 80%. Αν και ο κ. Καραγεωργίου υποστήριξε ότι ακόμη η «3άλφα» δεν έχει προχωρήσει σε ανατιμήσεις, κυρίως διότι είχε αποθεματοποιήσει σε χαμηλές τιμές, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα το πράξει στο μέλλον. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τους τιμοκαταλόγους που έχουν σταλεί στα σούπερ μάρκετ, στην κατηγορία των οσπρίων (όχι συγκεκριμένα από την 3άλφα) περιλαμβάνονται ανατιμήσεις της τάξης του 5%.
Αύξηση της παραγωγής
Τα τελευταία χρόνια, πάντως, παρατηρείται μία ανοδική τάση στις καλλιέργειες οσπρίων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το 2011 οι καλλιέργειες βρώσιμων οσπρίων ανέρχονταν συνολικά σε 203.328 στρέμματα και η παραγωγή σε 35.986 τόνους. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής ήταν φασόλια (22.736 τόνοι) και ακολουθούσαν φακή (4.785 τόνοι), φάβα (3.721 τόνοι), κουκιά (3.149 τόνοι), μπιζέλια (827 τόνοι), λοιπά όσπρια (373 τόνοι). Η παραγωγή ρεβυθιών στην Ελλάδα το 2011 ήταν μόλις 395 τόνοι.
Οχτώ χρόνια μετά, το 2019, οι συνολικές καλλιέργειες βρώσιμων οσπρίων ανέρχονταν σε 318.350 στρέμματα και η παραγωγή σε 51.451 τόνους. Καταγράφεται δηλαδή μία αύξηση κατά 56,6% περίπου στα καλλιεργούμενα με όσπρια στρέμματα και αύξηση κατά 43% της παραγωγής. Από τους 51.451 τόνους οι 15.547 τόνοι ήταν φασόλια, μικρότερη δηλαδή παραγωγή σε σύγκριση με το 2011, 18.191 τόνοι ρεβύθια, αύξηση δηλαδή κάτι παραπάνω από θεαματική, 13.926 τόνοι ήταν φακή, 2.364 τόνοι ήταν φάβα, 1.207 τόνοι κουκιά, 733 τόνοι μπιζέλια και 112 τόνοι ήταν λοιπά βρώσιμα όσπρια.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News