ΙΝΕ – ΓΣΕΕ: Στην Ελλάδα η χειρότερη ποιότητα απασχόλησης στην Ε.Ε.
Ανησυχητικά τα ευρήματα της έρευνας
Τις επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά εργασίας εξετάζει το Ινστιτούτο Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (ΙΝΕ-ΓΣΕΕ), γνωστοποιώντας ότι η Ελλάδα έχει τη χειρότερη επίδοση ως προς την ποιότητα της απασχόλησης ανάμεσα σ’ όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πιο συγκεκριμένα, όπως διαπιστώνεται στη μελέτη, οι άνευ προηγουμένου μειώσεις του χρόνου εργασίας, στο πλαίσιο των περιοριστικών μέτρων, έχουν αυξήσει δραματικά την επισφάλεια πολλών θέσεων εργασίας. Ιδιαίτερη ανησυχία δε, προκαλεί το γεγονός ότι όλα τα ευρήματα δείχνουν ότι η αγορά εργασίας απέχει σημαντικά από το να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης και απασχόλησης στους εργαζομένους.
Το δ’ τρίμηνο του 2020 υπήρξε, στο μεταξύ, μια παράλληλη μείωση της απασχόλησης και της ανεργίας, λόγω της αύξησης του αριθμού των ατόμων σε αναστολή εργασίας. Με την επαναφορά των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης, ο αριθμός των οικονομικά μη ενεργών εκτινάχθηκε, με τη διαφορά σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019 να υπερβαίνει τα 160.000 άτομα.
Τα ποσοστά ανεργίας και υποαπασχόλησης του εργατικού δυναμικού είναι από τα υψηλότερα στην Ευρωζώνη (ελαφρώς χαμηλότερα από τα αντίστοιχα της Ισπανίας), η βελτίωση των οποίων αρχίζει να περιορίζεται ήδη από το β’ τρίμηνο του 2019. Το ίδιο ισχύει για το ποσοστό απασχόλησης, το οποίο είναι πολύ χαμηλό ως προς τον μέσο όρο της Ευρωζώνης αλλά και ως προς τους στόχους της Ατζέντας Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ.
Οι εξελίξεις ήταν χειρότερες στην περίπτωση των γυναικών και των νέων. Δεδομένων των διαρθρωτικών περιορισμών του ελληνικού αναπτυξιακού υποδείγματος, η ουσιαστική αύξηση του όγκου της απασχόλησης και του ποσοστού απασχόλησης μπορεί να επιτευχθεί -σύμφωνα με το Ινστιτούτο της ΓΣΕΕ- μόνο μέσω εκτεταμένων δημοσιονομικών παρεμβάσεων, οι οποίες θα δώσουν σημαντική ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα, αφού ο επιχειρηματικός τομέας δεν φαίνεται να μπορεί από μόνος του να δημιουργήσει τις απαιτούμενες θέσεις εργασίας.
Η Ελλάδα, εξάλλου, έχει τη χειρότερη επίδοση ως προς την ποιότητα της απασχόλησης στην Ε.Ε. και ταυτόχρονα το υψηλότερο ποσοστό υποβάθμισης της εργασίας σε σχέση με το 2010. Ο δείκτης ποιότητας της απασχόλησης της Συνομοσπονδίας των Ευρωπαϊκών Εργατικών Συνδικάτων, ο οποίος ενσωματώνει βασικούς δείκτες/στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ, εμφανίζει την Ελλάδα το 2019 στην τελευταία θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Επιπλέον, ήταν το μόνο κράτος-μέλος, το οποίο παρουσίασε τόσο μεγάλη πτώση στον δείκτη ποιότητας της απασχόλησης.
Συγκεκριμένα, μεταξύ 2010 και 2019 ο δείκτης μειώθηκε κατά 11,45%, ενώ στην Πορτογαλία κατά 3,21% και στην Κύπρο κατά 1,96%. Σ’ όλα τα υπόλοιπα κράτη – μέλη υπήρξε βελτίωση. Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η ποιότητα της απασχόλησης είναι τόσο χαμηλή στην Ελλάδα έχει να κάνει με τον εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας. Η διάρκεια της τυπικής εβδομαδιαίας εργασίας είναι η υψηλότερη στην Ε.Ε. και η τρίτη υψηλότερη αν συνυπολογίσουμε την Τουρκία, το Μαυροβούνιο, τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Παράλληλα, η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό απασχολουμένων, οι οποίοι εργάζονται με παρατεταμένο ωράριο, δηλαδή από 49 ώρες και άνω, μετά την Τουρκία, και το υψηλότερο ποσοστό μισθωτών στην Ε.Ε., οι οποίοι εργάζονται Σάββατο και Κυριακή. Η διευρυμένη χρήση υπερεργασίας φέρνει την αγορά εργασίας της Ελλάδας πιο κοντά στο πρότυπο των βαλκανικών χωρών, αναδεικνύοντας το αναπτυξιακό χάσμα με τις χώρες της Ευρωζώνης, καταλήγει το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ.
moneyreview.gr
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News