Business & Finance Τρίτη 2/07/2024, 14:51
ΚΕΠΕ

«Αποκαρδιωτική» η σύγκριση με τις αποδοχές του 2009: Το ποσοστό των εργαζόμενων φτωχών στην Ελλάδα

«Αποκαρδιωτική» η σύγκριση με τις αποδοχές του 2009: Το ποσοστό των εργαζόμενων φτωχών στην Ελλάδα

«Αποκαλυπτική και αποκαρδιωτική» αποκαλεί το ΚΕΠΕ τη σύγκριση των αποδοχών των Ελλήνων εργαζομένων με τους μισθούς προ κρίσης. Σε σχετική δημοσίευση για τις οικονομικές εξελίξεις, το ΚΕΠΕ αναγνωρίζει μεν ότι οι αποδοχές στη χώρα έχουν αυξηθεί τη δεκαετία 2013-2023, αλλά επισημαίνει ότι το χάσμα με την Ε.Ε. έχει διευρυνθεί.

Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζεται το θέμα των εργαζόμενων φτωχών, που σύμφωνα με τη Eurostat ορίζεται ως το ποσοστό του πληθυσμού που παρότι εργάζεται -είτε με μισθωτή απασχόληση είτε με αυτοαπασχόληση- έχει ατομικό διαθέσιμο εισόδημα κάτω από το κατώφλι της φτώχειας. Αποτελεί δηλαδή ένδειξη ότι η εργασία δεν είναι ικανός παράγοντας διεξόδου από την εισοδηματική φτώχεια. 

Βέβαια, πρέπει να επισημανθεί ότι οι αιτίες ανόδου του ποσοστού των εργαζόμενων φτωχών δεν περιορίζονται μόνο στις αμοιβές. Αρκετές μελέτες δείχνουν ότι στην ΕΕ27 υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, όπως τα χαρακτηριστικά του νοικοκυριού, η λειτουργία των θεσμών, καθώς και οι έμφυλες διακρίσεις, ο συνδυασμός των οποίων επηρεάζει το ύψος του εισοδήματος. Για παράδειγμα, σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά του νοικοκυριού, μία εργαζόμενη μερικής απασχόλησης που διαβιοί σε ένα νοικοκυριό υψηλού εισοδήματος διαφεύγει τη φτώχεια, σε αντίθεση με μία αντίστοιχη εργαζόμενη που διαβιοί σε νοικοκυριό χαμηλού εισοδήματος.

Οι δύο προσεγγίσεις 

Σε κάθε περίπτωση, το ΚΕΠΕ ακολούθησε δύο διαφορετικές προσεγγίσεις μέτρησης της φτώχειας των εργαζομένων. Η πρώτη προσέγγιση, ακολουθεί την επίσημη μέτρηση της σχετικής φτώχειας και εξετάζει το ποσοστό των ατόμων που, αν και εργάζονται, το διαθέσιμο εισόδημά τους παραμένει χαμηλότερο του 60% του διάμεσου εισοδήματος.

Σύμφωνα με αυτό τον δείκτη, από το 2009 έως και το 2015, οι εργαζόμενοι φτωχοί κυμαίνονται μεταξύ του 14% έως 15%. Έκτοτε, το ποσοστό μειώνεται και καταλήγει σε λιγότερο από 10% το 2022. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, λιγότεροι από 1 στους 10 εργαζόμενους εκτιμάται ότι ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Αυτή η προσέγγιση δεν συνάδει με τις εξελίξεις στο επίπεδο των μισθών στη χώρα από το 1995. Ως εκ τούτου, ο τρόπος μέτρησης του συγκεκριμένου δείκτη διαφοροποιείται, έτσι ώστε να αποτυπώνει τη σχετική μείωση των ωρομισθίων, δίνοντας έμφαση στην οικονομική κρίση του 2009.

«Αποκαρδιωτική» η σύγκριση με τις αποδοχές του 2009: Το ποσοστό των εργαζόμενων φτωχών στην Ελλάδα-1

Ο εναλλακτικός δείκτης μέτρησης της φτώχειας (δείκτης σταθερού ορίου φτώχειας) παρουσιάζει το ποσοστό των εργαζόμενων φτωχών, το διαθέσιμο εισόδημα των οποίων είναι μικρότερο από εκείνο του 2009. Με άλλα λόγια, το πραγματικό εισοδηματικό όριο φτώχειας διατηρείται διαχρονικά σταθερό. Ο βασικός λόγος που οδηγεί στην ανάγκη της εν λόγω διαφοροποίησης είναι ότι, εφόσον το κατώφλι φτώχειας συνδέεται με το εκάστοτε διάμεσο εισόδημα, σε περιόδους σημαντικής συρρίκνωσης του εισοδήματος, το κατώφλι φτώχειας μειώνεται εξίσου σημαντικά, υποεκτιμώντας το επίπεδο εισοδηματικής φτώχειας.

Συνεπώς, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του εναλλακτικού ορισμού, το 2015, περίπου το 40% των εργαζομένων όλων των κατηγοριών ζούσε με διαθέσιμο εισόδημα μικρότερο του ορίου φτώχειας του 2009, ενώ, μέχρι και το 2022, η επίδραση της μακράς ύφεσης της ελληνικής οικονομίας στα εισοδήματα των εργαζομένων δεν είχε επανέλθει στα προ κρίσης, επίπεδα.

Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, δεν χωράει αμφιβολία ότι, σε σύγκριση με τις χώρες της ΕΕ27, η Ελλάδα έχει διέλθει μια μακρά περίοδο περικοπών και στασιμότητας των αμοιβών εργασίας. Οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται αντιστοιχούν σε χαμηλότερες αποδοχές και σχετικά, περισσότερες ώρες εργασίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, κατά το 2022, το 23,1% των εργαζομένων (περίπου 1 στους 4) να υπολογίζεται ότι διαβιοί με διαθέσιμο εισόδημα χαμηλότερο του κατωφλιού φτώχειας του 2009.

Το φαινόμενο των εργαζόμενων φτωχών οφείλει να αποτελέσει επίκεντρο της αναπτυξιακής ατζέντας της χώρας και να απασχολήσει εντονότερα την κοινή γνώμη, σημειώνει το ΚΕΠΕ. Η αύξηση της απασχόλησης, μέσα από τη δημιουργία καλά αμειβόμενων και ποιοτικών, θέσεων εργασίας, αποτελεί παράγοντα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στη χώρα μας.

moneyreview.gr

Διαβάστε επίσης:

Η ατυχία του να εργάζεσαι ως μισθωτός στην Ελλάδα

«Καμπανάκι» για τους παγωμένους μισθούς στα υψηλότερα κλιμάκια

FT: Η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στην ανάπτυξη αλλά είναι η φτωχότερη χώρα της Ευρωζώνης

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News