Βολές της Κομισιόν κατά της εθνικής αρχής τηλεπικοινωνιών
Οι περισσότεροι αγνοούν, ενδεχομένως, τη χρησιμότητα των μισθωμένων γραμμών χονδρικής. Πρόκειται για υποδομές –γνωστές και ως δίκτυο κορμού– τις οποίες μισθώνουν οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι, εφόσον δεν έχουν αναπτύξει δικές τους, για να παρέχουν τις υπηρεσίες τους. Οι μισθωμένες γραμμές χονδρικής παρομοιάζονται συχνά με τους «αυτοκινητοδρόμους» του Διαδικτύου – συνδέονται με τα επίγεια και υποθαλάσσια δίκτυα οπτικών ινών, διασφαλίζοντας τη μεταφορά δεδομένων. Η συγκεκριμένη αγορά για την παροχή μισθωμένων γραμμών, όπου δεσπόζουσα θέση κατέχει ο ΟΤΕ (έχει αναπτύξει και κατέχει το μεγαλύτερο μέρος αυτών), ρυθμίζεται από το 2002 μέσω συγκεκριμένου μοντέλου κόστους, όπως συμβαίνει σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Κατά την τελευταία όμως επικαιροποίηση του κοστολογικού μοντέλου από την Eθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρότι προχωράει στην έγκρισή του, έχει αποστείλει σειρά παρατηρήσεων στον εθνικό ρυθμιστή των ελληνικών τηλεπικοινωνιών.
Οπως αναφέρεται στο κείμενο που υπογράφει ο Ρομπέρτο Βιόλα, γενικός διευθυντής Επικοινωνιακών Δικτύων, Περιεχομένου και Τεχνολογιών, η Κομισιόν «εκφράζει τη λύπη της για τη σημαντική καθυστέρηση στην εφαρμογή του μέτρου, το οποίο κοινοποιήθηκε σχεδόν πέντε χρόνια μετά την επανεξέταση της αγοράς μισθωμένων γραμμών χονδρικής». Η καθυστέρηση αυτή υποβαθμίζει, κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τη θεμελιώδη αρχή της εκ των προτέρων (exante) και της εμπροσθοβαρούς ρύθμισης της αγοράς.
Οπως ακόμη, επισημαίνεται, η Επιτροπή «καταγράφει με ιδιαίτερη ανησυχία τις σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των προτεινόμενων τιμών, με βάση την αρχή του προσανατολισμού στο κόστος, και των υφιστάμενων δομών τιμολόγησης. Οι αποκλίσεις υποδηλώνουν ότι η ανάπτυξη της αγοράς μπορεί να έχει υποστεί στρέβλωση, παρέχοντας ενδεχομένως αδικαιολόγητα οικονομικά πλεονεκτήματα στον πάροχο με δεσπόζουσα θέση για παρατεταμένη περίοδο. Αυτή η κατάσταση απειλεί να στρεβλώσει το τοπίο του ανταγωνισμού και να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στο κανονιστικό πλαίσιο που αποσκοπεί στη διασφάλιση της δικαιοσύνης και της ανταγωνιστικότητας της αγοράς», σημειώνεται.
Επίσης, κατά την Κομισιόν, για τον υπολογισμό του σταθμικού μέσου κόστους κεφαλαίου (πόσο κοστίζουν τα κεφάλαια που χρησιμοποιεί μία επιχείρηση), που λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του κοστολογικού μοντέλου, η ΕΕΤΤ υιοθετεί λανθασμένη προσέγγιση που δεν είναι σύμφωνη με τις ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές. Με τα δεδομένα αυτά, η Κομισιόν καλεί την ΕΕΤΤ «να υιοθετήσει μια πιο αποφασιστική και έγκαιρη προσέγγιση στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, ιδίως όσον αφορά την τιμολόγηση και τις επικαιροποιήσεις του μοντέλου κόστους».
Σύμφωνα ακόμη με όσα υποστηρίζουν πηγές της αγοράς, οι υψηλές τιμές χονδρικής για τις μισθωμένες γραμμές εμποδίζουν την παροχή υπηρεσιών υπερυψηλών ταχυτήτων, τη συνδεσιμότητα και υπηρεσίες streaming περιεχομένου (over-the-top) σε πολλά ελληνικά νησιά. Επίσης, η Κομισιόν επισημαίνει ότι η ΕΕΤΤ πραγματοποίησε ελλιπή διαβούλευση με την αγορά για την υιοθέτηση των αλλαγών στο μοντέλο κόστους. Στον αντίποδα πηγές σημειώνουν πως η ανεξάρτητη αρχή πραγματοποίησε τρεις γύρους διαβούλευσης από τους οποίους ορισμένοι είχαν παραταθεί ύστερα από αίτημα των συμμετεχουσών εταιρειών.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της ΕΕΤΤ Κώστας Μασσέλος αναφέρει στην «Κ» ότι «η καθυστέρηση που εντοπίζει η Κομισιόν σχετίζεται σε ένα ποσοστό με τις έκτακτες συνθήκες της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, οι οποίες μας ανάγκασαν να προχωρήσουμε σε αναθεωρήσεις κατά την ανάπτυξη του μοντέλου. Σχετίζεται όμως και με τις πολύπλοκες, βαριά γραφειοκρατικές και χρονοβόρες διαδικασίες που προβλέπονται για τις αναθέσεις μελετών σε εξειδικευμένους ακαδημαϊκούς και συμβουλευτικούς φορείς που τελικά αναπτύσσουν για λογαριασμό της ΕΕΤΤ τα συγκεκριμένα οικονομικά μοντέλα. Σίγουρα αποτελεί πεδίο που χρήζει βελτίωσης.
Σε ό,τι αφορά τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό του κόστους κεφαλαίου, που προτείναμε (και η Επιτροπή ενέκρινε) και η οποία φαίνεται να εμφανίζει μια απόκλιση της τάξης των 2,5 ποσοστιαίων μονάδων, σε σχέση με τη μεθοδολογία που περιγράφουν οι ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές, θα ήθελα να σας θυμίσω ότι η Ελλάδα τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια βρέθηκε σε πολύ ειδικές οικονομικές συνθήκες. Σε αντίθεση με σχεδόν όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες δεν διέθετε, μέχρι και την πρόσφατη αναβάθμιση του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας, φυσιολογική ροή δανεισμού από τις αγορές.
Επίσης, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η ρύθμιση αυτή δεν διατρέχει οριζόντια την αγορά αλλά αφορά μόνο τον ΟΤΕ που κατέχει τη θέση του δεσπόζοντος παρόχου. Ο ανταγωνισμός δηλαδή είναι ελεύθερος να κινηθεί σε χαμηλότερες τιμές αν κρίνει ότι αυτές οι δυόμισι ποσοστιαίες μονάδες δημιουργούν περιθώριο ευκαιρίας.
Πέραν όμως των ρυθμίσεων είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι ο βασικός μηχανισμός που ωθεί τις τιμές των μισθωμένων γραμμών (και όχι μόνο) χαμηλότερα είναι ο ανταγωνισμός. Οπως και οι επενδύσεις που γίνονται τα τελευταία χρόνια στις ελληνικές τηλεπικοινωνίες, φανερώνοντας ότι ανακτούμε την ανταγωνιστικότητά μας και αποκλιμακώνουμε τις τιμές μας, μετά την πολυετή οικονομική κρίση και την πανδημία».
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News