Κατώτατο μισθό στα 908 ευρώ προτείνει το ΙΝΕ ΓΣΕΕ
Κατώτατο μισθό στα 908 ευρώ, δηλαδή στο 60% του διάμεσου μισθού συν την αύξηση της παραγωγικότητας κατά 2,25% το 2023 συν τον προσδοκώμενο πληθωρισμό στο 2,6% το 2024, προτείνει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων για τον προσδιορισμό του νέου κατώτατου μισθού το 2024.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, ο διάμεσος μισθός πλήρους απασχόλησης ήταν στα 1.443 ευρώ το 2023. Κατ’ επέκταση, το κατώφλι της φτώχειας που αντιστοιχεί στο 60% του διάμεσου μισθού διαμορφώνεται στα 866 ευρώ, δηλαδή πάνω από το τρέχον επίπεδο του κατώτατου μισθού. Συνυπολογίζοντας την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας το 2023 και τον εκτιμώμενο πληθωρισμό για το 2024, ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να ανέλθει στα 908 ευρώ, ώστε να υπάρξει ουσιαστική προστασία των μισθωτών που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό από την ακρίβεια, να απεγκλωβιστούν από την παγίδα της σχετικής φτώχειας και να μη μεταβληθεί η θέση τους στη διανομή του εισοδήματος, σημειώνει το ινστιτούτο.
Ειδικότερα, η πρόταση περιλαμβάνει:
- Άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού στα 908 ευρώ μηνιαίως και επαναφορά του καθορισμού του στον θεσμό της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, καθώς ο ρόλος και η λειτουργία της ως ελάχιστου γενικού ορίου προστασίας με καθολική εφαρμογή σε όλους τους εργαζομένους στο πλαίσιο διαβούλευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων είναι κρίσιμης σημασίας για την αποδοχή του τελικού προσδιορισμού του ύψους του, την ενίσχυση της κοινωνικής και εργασιακής ειρήνης, και τελικά τη συμμόρφωση των εργοδοτών, που θα επιτρέψει την αύξηση της αποτελεσματικότητας των θετικών του επιδράσεων στην οικονομία, την κοινωνία και τη δημοκρατία.
- Αποκατάσταση των προστατευτικών ρυθμίσεων του ατομικού και του συλλογικού εργατικού δικαίου (καθολικότητα ισχύος των όρων των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, πλήρης μετενέργειά τους, αρχή της εύνοιας στη «συρροή» τους και επέκταση της ισχύος τους).
- Άρση θεσμικών και νομοθετικών εμποδίων για την αύξηση της κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εργασίας (άνω του 80% των μισθωτών).
- Ενίσχυση της Επιθεώρησης Εργασίας για αποτελεσματική αντιμετώπιση της εργοδοτικής παραβατικότητας.
- Ρύθμιση και έλεγχος των ευέλικτων και των άτυπων μορφών εργασίας για την προστασία των κατώτατων ορίων αμοιβής και των συνθηκών εργασίας
Κατώτατος μηνιαίος μισθός στα κράτη-μέλη της ΕΕ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS)
Όπως διαπιστώνει το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, παρά τις διαδοχικές αυξήσεις του τα τελευταία έτη, το ύψος του σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS) είναι στη χώρα μας από τα χαμηλότερα σε σύγκριση με τα κράτη-μέλη της ΕΕ που έχουν θεσμοθετημένο κατώτατο μισθό. Ειδικότερα, το α΄ εξάμηνο του 2024 (με δεδομένες τις μέχρι σήμερα συνθήκες) ο μηνιαίος κατώτατος μισθός στην Ελλάδα, αν και αυξημένος έναντι του αντίστοιχου περσινού διαστήματος, διαμορφώνεται στις 1.031 μονάδες, επίπεδο που είναι το όγδοο χαμηλότερο μεταξύ των 22 υπό εξέταση κρατών-μελών.
Ενδεικτικό του χαμηλού επιπέδου του κατώτατου μισθού και των ανεπαρκών αυξήσεών του για την προστασία της αγοραστικής του δύναμης, σύμφωνα με το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, είναι ότι η κατάταξη της χώρα μας σε σύγκριση με το α΄ εξάμηνο του 2019 παραμένει η ίδια, ενώ βελτιώνεται οριακά συγκριτικά με το α΄ εξάμηνο του 2023.
Η αναγκαιότητα για σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού αιτιολογείται και από τις ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις που καταγράφει η Ελλάδα σε μια σειρά δείκτες οι οποίοι αποτυπώνουν το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και των φτωχότερων εισοδηματικά νοικοκυριών, σύμφωνα πάντοτε με το ΙΝΕ ΓΣΕΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2022 η χώρα εμφάνιζε το πέμπτο υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων σε κίνδυνο φτώχειας μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ, με την κατάταξή της μάλιστα να επιδεινώνεται συγκριτικά με το 2019. Επιπλέον, το ίδιο έτος το ποσοστό των νοικοκυριών που ανήκαν στο χαμηλότερο εισοδηματικό πεμπτημόριο και αντιμετώπιζαν συνθήκες σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης ήταν 44,5% (25,8 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ-27), ενώ σε 88,3% ανερχόταν το ποσοστό των ατόμων που διαβιούσαν σε νοικοκυριά επίσης του 1ου εισοδηματικού πεμπτημορίου, των οποίων το κόστος στέγασης υπερέβαινε το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους.
Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το 2020, δηλαδή πριν από το ξέσπασμα της πληθωριστικής κρίσης, η συνολική δαπάνη των πιο φτωχών νοικοκυριών για είδη διατροφής και μη αλκοολούχα ποτά απορροφούσε το 36,9% του διαθέσιμου εισοδήματός τους (το τέταρτο υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ), αποκαλύπτει την έκταση της κρίσης αξιοπρεπούς διαβίωσης που αντιμετωπίζουν οι πιο φτωχές και ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες στην Ελλάδα, διαπιστώνει το Ινστιτούτο. Ενδεικτικό επίσης της κρίσης αυτής είναι και το γεγονός ότι το 2022 το 60,3% των μισθωτών θεωρούσε ότι ήταν δύσκολο ή πολύ δύσκολο γι’ αυτούς να τα βγάλουν πέρα, όπως και ότι το ίδιο έτος το 12% του πληθυσμού ηλικίας 18-59 ετών στη χώρα μας διαβιούσε σε νοικοκυριά με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τις συνθήκες διαβίωσής του.
moneyreview.gr
Διαβάστε επίσης:
Μέσος μισθός: Μακρύς ο δρόμος για να φτάσει στα 1.500 ευρώ
Πόσο πρέπει να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός;
Κατώτατος μισθός: Αύξηση 4% προτείνουν οι οικονομολόγοι
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News