Από τη «σοκολάτα της κατοχής» σε μοδάτο superfood: Πώς το χαρούπι έγινε ανταγωνιστικό στην Ελλάδα
Έπειτα από περίπου 27 χρόνια στον Καναδά, όπου σπούδασε και στη συνέχεια απασχολήθηκε στον τομέα του καφέ και του κακάο, και έχοντας συνεργαστεί με κολοσσούς του παγκόσμιου επιχειρείν όπως την Costco και την Walmart, επέστρεψε στο Ρέθυμνο για να φέρει την καινοτομία στον κλάδο των τροφίμων. Ο λόγος για τον Ηλία Μανούσακα, «γέννημα και θρέμμα Σφακιανό» όπως δηλώνει ο ίδιος, ο οποίος πήρε τη μεγάλη απόφαση να επιστρέψει το 2006 στην Κρήτη και να βάλει στο «ραντάρ» της ελληνικής αγοράς το χαρούπι.
Όταν ξεκίνησε τις προσπάθειες, το χαρούπι αν και ήταν αδιαμφισβήτητο πως είχε υψηλή διατροφική αξία, είχε υποβαθμιστεί σημαντικά, διότι θεωρείτο «τροφή για τα ζωντανά» ή «η σοκολάτα της κατοχής». Μάλιστα, οι αγρότες της Κρήτης κατέστρεφαν τις χαρουπιές για να διασφαλίσουν καυσόξυλα και μετέτρεπαν τα χωράφια σε ελαιώνες. «Μεγάλο λάθος», τονίζει ο κ. Μανούσακας στο MR, υποστηρίζοντας ότι με το χαρούπι μπορεί κανείς να παράγει μία τεράστια γκάμα προϊόντων.
Ξεκινώντας από το μηδέν
Το χαρούπι ήταν τόσο αναξιοποίητο προϊόν, ώστε όφειλε να ξεκινήσει ουσιαστικά από το μηδέν, σημειώνει ο ίδιος: η εταιρεία του, η Creta Carob, κατασκεύασε τα δικά της μηχανήματα επεξεργασίας, κατοχυρώνοντας μάλιστα δικές της πατέντες και ξεκίνησε να δραστηριοποιείται στην ελληνική αγορά το 2011. Τότε, ο κ. Μανούσακας άρχισε να κάνει μαζική προώθηση και επιθετικό μάρκετινγκ σε μεγάλες εταιρείες και σε βιομηχανίες της Κρήτης, προσωπικά ή μέσω εκθέσεων τροφίμων.
Τον πρώτο χρόνο του εγχειρήματος, η ζημία έφτασε περίπου το 1,5 εκατ. ευρώ, όπως εκτιμά ο κ. Μανούσακας ιδίως λόγω της ανάγκης για κατασκευή μηχανημάτων. Ωστόσο, έκτοτε και ιδίως τα τελευταία δύο με τρία χρόνια, όποτε και η υγιεινή διατροφή αναδείχθηκε ως τάση, το ενδιαφέρον για το χαρούπι εκτοξεύθηκε. Ως αποτέλεσμα, δημιουργήθηκαν τμήματα έρευνας από ελληνικούς φορείς και οντότητες, ενώ η ίδια η εταιρεία επεκτάθηκε σημαντικά και πλέον τουλάχιστον το 50% των προϊόντων της εξάγονται στο εξωτερικό.
Πλέον, η εταιρεία έχει περίπου 15.000 χαρουπιές, απασχολεί δέκα μόνιμους υπαλλήλους και στελεχώνει περιστασιακούς ιδίως στην περίοδο της συγκομιδής, ενώ αγοράζει κατά κύριο λόγο από παραγωγούς στην Κρήτη και ενίοτε από την Πελοπόννησο. Eπενδύει σε καινούργια μηχανήματα και αποθήκες, ενώ εξερευνά τις αγορές επιπλέον χωρών. Ενδεικτικά, πιο πρόσφατα, η Creta Carob άρχισε να συνεργάζεται με μεγάλες εταιρείες στη Γερμανία, όπως η Rex.
Παράλληλα, παράγει περίπου πενήντα προϊόντα από χαρούπι, όπως χαρουπόμελο, χαρουπόσκονη, καφέ, μπάρες, κριτσίνια, μακαρόνια, αλλά και πηκτίνη χαρουπιού, αντιγηραντικές κρέμες και προϊόντα καλλωπισμού.
Τα προβλήματα στο εμπόριο
Περίπου 11 χρόνια μετά την ίδρυσή της η Creta Carob φαίνεται να δέχεται πιέσεις στην αγορά και στους ισολογισμούς της, καθώς ο ανταγωνισμός από Έλληνες και ξένους παραγωγούς έχει κλιμακωθεί. Όπως εξηγεί ο κ. Μανούσακας, ιδιαίτερα ανταγωνιστικό είναι το προϊόν από την Τουρκία, το οποίο είναι πολύ φθηνότερο. Ενδεικτικά φέτος, εκτιμά πως το χαρούπι από την Τουρκία έφτανε περίπου τα 17 λεπτά, ενώ στην Ελλάδα το 1,2 ευρώ. Σημειώνει μάλιστα πως από την αρχή του έτους έχασε περίπου 200 τόνους χαρούπι μόνο στους αγοραστές της Κρήτης λόγω των προμηθευτών της Τουρκίας.
Παράλληλα όμως, «θερμαίνεται» και η ελληνική αγορά, με την Creta Carob να καλείται να ανταγωνιστεί τις εταιρείες στις οποίες πουλάει χύμα, καθώς έπειτα παράγουν και αυτές έτοιμα προϊόντα, όπως για παράδειγμα τα κουλουράκια χαρουπιού. «Έχουμε δυνατότητες, αλλά δεν έχουμε σύστημα», καταλήγει ο ίδιος, αναφερόμενος στα εμπορικά προβλήματα και στην αδυναμία προώθησης του χαρουπιού εντός και εκτός Ελλάδος.
Διαβάστε επίσης:
Ποιος έσωσε το ουίσκι από την καταστροφή: Η μόνη βιομηχανία που ακμάζει στη Βρετανία
Γιατί έγινε απρόσιτη η «ιερή» μπαγκέτα των Γάλλων;
Η μάχη των ταύρων: Πώς μία μικρή εταιρεία νίκησε τη Red Bull
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News