Η COSCO μπαίνει στο λιμάνι του Αμβούργου
Παρά τις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, αλλά και των υπουργών του, ο καγκελάριος Σολτς φέρεται να εγκρίνει την είσοδο της κινεζικής COSCO στο λιμάνι του Αμβούργου, μεταδίδει η Deutsche Welle.
Η επικείμενη συνεργασία της COSCO με τη διαχειρίστρια εταιρεία του λιμανιού HHLA έγινε γνωστή τον Σεπτέμβριο του 2021. Η κινεζική πλευρά καταβάλλει 65 εκ. ευρώ για να αποκτήσει μερίδιο 35% στο Tolleport, τον μικρότερο από τους τέσσερις τερματικούς σταθμούς εμπορευματοκιβωτίων στο μεγάλο λιμάνι της βόρειας Γερμανίας, με τέσσερις θέσεις ελλιμενισμού και 14 γερανογέφυρες. Παράλληλα η COSCO δεσμεύεται να αναδείξει το Αμβούργο σε νευραλγικό κόμβο για τη διακίνηση κινεζικών εμπορευμάτων στην Ευρώπη.
Την εξέλιξη αυτή χαιρετίζουν ο σοσιαλδημοκράτης δήμαρχος του Αμβούργου Πέτερ Τσέντσερ, καθώς και το εμπορικό επιμελητήριο της πόλης. Εκκρεμεί ωστόσο μέχρι σήμερα η πολιτική έγκριση της συμφωνίας, την οποία προβλέπει η γερμανική νομοθεσία, καθώς το λιμάνι ανήκει στις «κρίσιμες υποδομές» της χώρας.
Η έγκριση δεν είναι αυτονόητη. Σύμφωνα με τους δημόσιους τηλεοπτικούς σταθμούς WDR και NDR, όχι μόνο ο «Πράσινος» υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ, αλλά και τα έξι συναρμόδια υπουργεία που εμπλέκονται στις διαδικασίες έγκρισης απορρίπτουν την επένδυση της COSCO. Άλλωστε κανείς δεν έχει ξεχάσει την οδυνηρή εμπειρία της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία. Ωστόσο, αναφέρει το ρεπορτάζ, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ο οποίος σημειωτέον κατάγεται από το Αμβούργο και έχει διατελέσει δήμαρχος του «μεγάλου λιμανιού», αντιπαρέρχεται τις αντιρρήσεις και εγκρίνει την είσοδο των Κινέζων. Για την ακρίβεια, δεν προτίθεται να κινηθεί για να την αποτρέψει. Όπως εξηγεί στη δημόσια τηλεόραση ο δικηγόρος Κάι Νόιχαους, ειδικός στο εμπορικό δίκαιο και το δίκαιο περί ανταγωνισμού, «εάν μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου δεν έχει υποβληθεί ένσταση, τότε η έγκριση θεωρείται δεδομένη». Με άλλα λόγια, στη συγκεκριμένη περίπτωση η σιωπή θεωρείται αποδοχή.
«Δώρο» για το ταξίδι στην Κίνα;
Το δίκτυο NDR υποστηρίζει ότι η κινεζική κρατική εταιρεία έχει θέσει στη γερμανική πλευρά συγκεκριμένη προθεσμία, μέχρι τα τέλη του 2022, προκειμένου να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες διαδικασίες. Όλα αυτά, ενώ ο Όλαφ Σολτς ετοιμάζεται για επίσημη επίσκεψη στην Κίνα, κατά πάσα πιθανότητα τον Νοέμβριο. Θα είναι η συνεργασία με την COSCO το «δώρο» που θα μεταφέρει στις αποσκευές του;
Πάντως οι τοπικές αρχές του Αμβούργου θεωρούν ότι η κινεζική επένδυση θα αποδειχθεί ευεργετική και για το ίδιο το Αμβούργο, καθώς ενισχύει τη θέση του στον ανταγωνισμό με το λιμάνι του Ρότερνταμ στην Ολλανδία και της Αμβέρσας στο Βέλγιο- ιδιαίτερα μετά τη «συγχώνευση» της Αμβέρσας με το Ζέεμπρουγκε, το δεύτερο μεγάλο βελγικό εμπορικό λιμάνι στη Βόρεια Θάλασσα.
Η COSCO, που ήδη διαθέτει μερίδια στο Ρότερνταμ και στην Αμβέρσα, θεωρείται σήμερα ο δεύτερος μεγαλύτερος όμιλος εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο, μετά τη δανική Maersk.Για το Αμβούργο η Κίνα είναι ήδη ο «καλύτερος πελάτης», καθώς, μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2022 έχει αποστείλει 1,3 εκατομμύρια εμπορευματοκιβώτια στο «μεγάλο λιμάνι» .
Πολιτικές αντιδράσεις στη συμφωνία με τη COSCO
Στο Βερολίνο ακόμη και τα κόμματα της συγκυβέρνησης εκφράζουν αντιρρήσεις στην επένδυση της COSCO. «Θα ήταν τεράστιο λάθος να πουληθεί μέρος του λιμανιού σε κινεζική κρατική επιχείρηση», υποστηρίζει ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. των Πρασίνων Αντρέας Άουντρετς. «Ο πόλεμος του Πούτιν και η ενεργειακή κρίση μας δείχνουν πόσο επικίνδυνες μπορούν να αποβούν οι εξαρτήσεις από ένα αυταρχικό καθεστώς». Αλλά και ο γενικός γραμματέας των συγκυβερνώντων Φιλελευθέρων (FDP) Μπιτζάν Τζιρ Σαράι προειδοποιεί ότι «το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας δεν επιτρέπεται να αποκτήσει πρόσβαση στις κρίσιμες υποδομές της χώρας μας».
Ο δήμαρχος του Αμβούργου Μίχαελ Τσέντσερ αντικρούει τις αντιρρήσεις: «Με μία μειοψηφική συμμετοχή στο τέρμιναλ του Τόλερορτ, η COSCO δεν αποκτά ούτε στρατηγική επιρροή, ούτε πρόσβαση στην ιδιοκτησία των υποδομών του λιμανιού. Η διαχειρίστρια εταιρεία απλώς ενοικιάζει τις υποδομές του τέρμιναλ, οι οποίες όμως παραμένουν στην ιδιοκτησία της πόλης».
Πηγή: Deutsche Welle
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News