Τράπεζες: Συναγερμός για νέα κόκκινα δάνεια
Στον σκληρό πυρήνα της κρίσης και των επιπτώσεων που θα έχει σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις η άνοδος του πληθωρισμού θα μπουν σταδιακά οι τράπεζες τους προσεχείς μήνες, καθώς εμπεδώνεται το κλίμα ακρίβειας και σε συνδυασμό με την άνοδο των επιτοκίων, αναμένεται να φανούν οι επιπτώσεις στο διαθέσιμο εισόδημα.
Παρά το γεγονός ότι τα αποτελέσματα εξαμήνου δείχνουν ότι η πορεία μείωσης των κόκκινων δανείων συνεχίζεται απρόσκοπτα και ότι μέχρι σήμερα η κρίση δεν έχει δημιουργήσει προβλήματα στην εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων που έχουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, ο φόβος για τη δημιουργία μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων, έστω και μικρότερης κλίμακας, δεν έχει αποσοβηθεί. Την κατάσταση παρακολουθεί στενά η ΤτΕ, πηγές της οποίας επισημαίνουν ότι η αποτροπή εμφάνισης νέων κόκκινων δανείων επιβάλλεται για τον επιπλέον λόγο ότι οι τράπεζες έχουν σταδιακά εξαντλήσει τα κεφαλαιακά «μαξιλάρια» που διέθεταν, με συνέπεια οι αντοχές του συστήματος από ένα πιθανό νέο σοκ στην οικονομία, λόγω της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης και της επίπτωσης που θα έχει σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, να δημιουργούν προβληματισμό.
Τα στοιχεία του β΄ τριμήνου που ανακοίνωσαν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες δείχνουν περαιτέρω μείωση των κόκκινων δανείων στα 11,2 δισ. ευρώ με παράλληλη μείωση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs) σε μονοψήφιο ποσοστό. Με βάση τα ίδια στοιχεία, οι τράπεζες κατέγραψαν αρνητική ροή νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων και οι βασικοί λόγοι είναι:
• Η συνέχιση της πολιτικής πωλήσεων και των τιτλοποιήσεων δανείων.
• Ο θετικός αντίκτυπος που αφήνουν τα προγράμματα «Γέφυρα 1» και «2», τα οποία συνοδεύονται με αντικίνητρα για την αποφυγή κατάπτωσης της κρατικής επιδότησης που έχει δοθεί.
Το πρόγραμμα «Γέφυρα 1», που αφορούσε την επιδότηση των δανείων που είχαν υποθήκη την πρώτη κατοικία, ξεκίνησε πριν από δύο ακριβώς χρόνια, κατά την κορύφωση του κύματος της πανδημικής κρίσης, και σε αυτό εντάχθηκαν 151.625 στεγαστικά δάνεια κατοικίας 73.233 δικαιούχων, ενώ το πρόγραμμα «Γέφυρα 2» ξεκίνησε περίπου ένα χρόνο αργότερα και κάλυψε 17.511 επιχειρηματικά δάνεια 9.908 δικαιούχων, που είχαν πληγεί επίσης από την κρίση. Παρά το γεγονός ότι η κρατική επιδότηση έχει λήξει για την πλειονότητα αυτών των δανείων, οι οφειλές αυτές παραμένουν στην «εντατική», καθώς όσοι δικαιούχοι μπήκαν στα δύο προγράμματα θα πρέπει να αποπληρώνουν κανονικά τη δόση των δανείων τους για χρονικό διάστημα από 12 έως 18 μήνες, ώστε να μην υποχρεωθούν να επιστρέψουν την κρατική στήριξη. Με δεδομένο ότι οι δικαιούχοι των «Γέφυρα 1» και «2» είχαν το δικαίωμα να ενταχθούν σταδιακά στα δύο προγράμματα, μετά και τη λήξη των προγραμμάτων αναστολών πληρωμών, δηλαδή τα μορατόριουμ που είχαν εφαρμόσει την περίοδο εκείνη οι τράπεζες, η έξοδος από τα προγράμματα γίνεται επίσης σταδιακά από τις αρχές του χρόνου και η δεσμευτική περίοδος προκειμένου να μη χάσουν την επιδότηση, θα αρχίσει να λήγει τους προσεχείς μήνες και στις αρχές του 2023. Ο όρος αυτός, που θεσπίστηκε από το υπουργείο Οικονομικών ως βασικό κίνητρο για την ενίσχυση της κουλτούρας πληρωμών για όσους επωφελήθηκαν της κρατικής επιδότησης, έχει αποτρέψει μέχρι σήμερα την αθέτηση πληρωμών, αλλά το ζητούμενο είναι κατά πόσον αυτά τα δάνεια, που ήταν στην πλειονότητά τους ενήμερα, θα συνεχίσουν να εξυπηρετούνται κανονικά ακόμη και μετά τη λήξη της δεσμευτικής περιόδου.
Οι τράπεζες παραμένουν σε επιφυλακή για τη συμπεριφορά αυτών των δανείων, ενώ σε εγρήγορση είναι και η ΤτΕ, πηγές της οποίας βλέπουν πίσω από την αποκλιμάκωση του στοκ των NPEs κάποια πρώτα ανησυχητικά σημάδια, που υποδηλώνουν αντιστροφή της τάσης των προηγούμενων μηνών και επάνοδο σε καθαρή εισροή νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 300 εκατ. ευρώ, περίπου, για όλο το τραπεζικό σύστημα.
Η ανησυχία επικεντρώνεται στην αύξηση των δανείων που είναι μεν ενήμερα, δηλαδή δεν έχουν χαρακτηριστεί ακόμη κόκκινα, αλλά εμφανίζουν μικρή καθυστέρηση (early arrears), τα οποία αυξήθηκαν το α΄ εξάμηνο του έτους κατά 1,6 δισ. ευρώ, αθροίζοντας συνολικά τα 5,1 δισ. ευρώ. Η αύξηση σύμφωνα με πληροφορίες προέρχεται από τα επιχειρηματικά δάνεια και μπορεί να είναι ένδειξη χειροτέρευσης της ποιότητας του ενεργητικού το επόμενο τρίμηνο, όπως επισημαίνεται, ενώ προβληματισμό αποτελεί επίσης ότι σε αντίθεση με προηγούμενα τρίμηνα, όταν η εισροή νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων ήταν σχεδόν μοιρασμένη σε ροές από ενήμερα και από ενήμερα δάνεια που είχαν ρυθμιστεί, πλέον η εισροή νέων αθετήσεων προέρχεται κυρίως από ενήμερα δάνεια.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών παρά την εικόνα καθησυχασμού που εξέπεμψαν κατά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του β΄ τριμήνου, δεν παρέλειψαν να τονίσουν ότι «παρακολουθούν την εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων στενά» και προγραμματίζουν πρόσθετες προβλέψεις ύψους 400 εκατ. ευρώ η κάθε μία έως τα τέλη του χρόνου, προκειμένου να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενες εισροές τους προσεχείς μήνες.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News