Eurobank: Σε επιφυλακή για τα νέα κόκκινα δάνεια
Στα 400 εκατ. ευρώ για το σύνολο του έτους προσδιορίζουν οι εκτιμήσεις της διοίκησης της Eurobank τα νέα κόκκινα δάνεια που θα δημιουργήσει η ενεργειακή κρίση και η αύξηση του πληθωρισμού.
Αν και στα αποτελέσματα του α’ τριμήνου που ανακοινώθηκαν σήμερα δεν έχει ακόμη αποτυπωθεί η επίπτωση από την μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, η διοίκηση, όπως σημείωσε ο CEO του Ομίλου της Eurobank Φωκίων Καραβίας, διατηρεί την αρχική εκτίμηση για δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων ύψους 400 εκατ. ευρώ και όπως σημείωσε οι πρώτες αρνητικές ενδείξεις έχουν αρχίσει να αποτυπώνονται στα στοιχεία του Απριλίου και του Μαΐου.
Η διοίκηση της Eurobank εκτίμησε ότι μέρος των επιπτώσεων θα αναστραφεί από τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης των νοικοκυριών, αλλά και την πτώση της ανεργίας που έχει μειωθεί στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών, επανέλαβε ωστόσο ότι παραμένει σε επιφυλακή για την στενή παρακολούθηση της συμπεριφοράς των δανείων που βγήκαν από τα μορατόρια.
Στο πλαίσιο της ενημέρωσης των επενδυτών ο κ. Καραβίας σημείωσε ότι «το πρώτο τρίμηνο του 2022, οι προοπτικές ανάπτυξης επιδεινώθηκαν και οι πληθωριστικές πιέσεις έγιναν εντονότερες, αυξάνοντας τον κίνδυνο του στασιμοπληθωρισμού στην παγκόσμια οικονομία. Το περιβάλλον παραμένει ασταθές, τροφοδοτούμενο από τη γεωπολιτική αβεβαιότητα και τη δυσλειτουργία στις αλυσίδες εφοδιασμού, οδηγώντας σε σπειροειδή αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων και της ενέργειας». Παρόλα αυτά, υπογράμμισε «οι προοπτικές για την ελληνική οικονομία παραμένουν θετικές, καθώς η οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με χαμηλότερο των αρχικών εκτιμήσεων, αλλά ικανοποιητικό ρυθμό της τάξης του 3,%-3,5% – από την αρχική εκτίμηση για 5% – το 2022, υποστηριζόμενη από ευρωπαϊκά κονδύλια, αυξανόμενο επενδυτικό ενδιαφέρον και ισχυρή ανάκαμψη του τουρισμού».
Να σημειωθεί ότι ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs) μειώθηκε σε 6% στο τέλος Μαρτίου 2022, από 6,8% στο τέλος Δεκεμβρίου 2021, με τα συνολικά NPEs να υποχωρούν στα 2,4 δισ. ευρώ ή 700 εκατ. ευρώ μετά από προβλέψεις. Η κάλυψη των NPEs από τις σωρευτικές προβλέψεις αυξήθηκε από 69,2% στο τέλος του 2021 σε 71,5%, ενσωματώνοντας τις ανησυχίες για τις επιπτώσεις της κρίσης στο δανειακό χαρτοφυλάκιο
Όπως επανέλαβε ο κ. Καραβίας η Τράπεζα διατηρεί το στόχο για την διανομή μερίσματος για την χρήση του 2022 υπό την έγκριση πάντα των εποπτικών αρχών και τα αποτελέσματα του α’ τριμήνου επιβεβαιώνουν την υπερκάλυψη των στόχων που έχουν τεθεί στο επιχειρησιακό σχέδιο 2022 – 2025. Συγκεκριμένα τα καθαρά κέρδη ενισχύθηκαν στα 305 εκατ. ευρώ έναντι 72 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο, η απόδοση επί των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων ανήλθε στο 22,9% – έναντι στόχου 10% για το 2022. Να σημειωθεί ότι τα κέρδη της περιόδου ενσωματώνουν υψηλά χρηματοοικονομικά έσοδα, ανεβάζοντας τα συνολικά έσοδα στα 703 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 57,4% σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2021.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της διοίκησης, τα επιτοκιακά έσοδα αναμένεται να ενισχυθούν έως και 300 εκατ. ευρώ ενόψει της προοπτικής ανόδου των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 150 μονάδες βάσης από το σημερινό αρνητικό επίπεδο.
Ενθαρρυντικά είναι τα σημάδια από την ζήτηση για νέες εκταμιεύσεις δανείων, δημιουργώντας αισιοδοξία για την επίτευξη του στόχου για καθαρή αύξηση των ενήμερων δανείων κατά 2,3 δισ. ευρώ στο σύνολο του έτους. Αναμένουμε αύξηση των δανείων και ισχυρή επενδυτική ζήτηση παρά την αυξημένη αβεβαιότητα, σημείωσε η διοίκηση της Τράπεζας με έμφαση τους τομείς των υποδομών, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τη ναυτιλία, τις κατασκευές και το real estate και τον τουρισμό. Να σημειωθεί ότι κατά το α’ τρίμηνο του έτους οι νέες εκταμιεύσεις δανείων στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν σε 2,3 δισ. ευρώ και τα ενήμερα δάνεια σε επίπεδο Ομίλου ενισχύθηκαν οργανικά κατά 400 εκατ. ευρώ και 700 εκατ. ευρώ το α’ τετράμηνο 2022.
Η τράπεζα έχει καλύψει τον στόχο του Ιανουαρίου του 2022 για τα κεφάλαια MREL και όπως δήλωσε η διοίκηση παρακολουθεί τις εξελίξεις στις αγορές για την πιθανή έκδοση senior ομολόγων. Σε ότι αφορά το Tier II ομόλογο ύψους 950 εκατ. ευρώ που η Τράπεζα είχε εκδώσει το 2018 και το οποίο καλύφθηκε από το ελληνικό Δημόσιο με επιτόκιο 6,4% και με δυνατότητα ανάκλησης το 2023, η Τράπεζα εφόσον η κατάσταση δεν ομαλοποιηθεί θα συνεκτιμήσει το ενδεχόμενο μη ανάκλησής του, σταθμίζοντας την απώλεια κεφαλαίου που θα έχει η απομείωσή του κατά 20% ανά έτος από τα εποπτικά κεφάλαια μετά την 5ετία. Αυτό σημαίνει ότι η Τράπεζα μπορεί να εκδώσει μέρος μόνο του ομολόγου, ίσο με το ποσό της απομείωσης και να διακρατήσει τον τίτλο χωρίς να τον ανακαλέσει.
Διαβάστε επίσης:
Eurobank: Στα 305 εκατ. ευρώ τα καθαρά κέρδη α’ τριμήνου
Fitch: Ανθεκτικές έναντι των μακροοικονομικών κινδύνων οι ελληνικές τράπεζες
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News