ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

ΤτΕ: Άρση των μέτρων στήριξης και πληθωρισμός φέρνουν νέα γενιά κόκκινων δανείων

ΤτΕ: Άρση των μέτρων στήριξης και πληθωρισμός φέρνουν νέα γενιά κόκκινων δανείων

Σημαντικές προκλήσεις στο τρέχον περιβάλλον των μεταβαλλόμενων διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών έχουν να αντιμετωπίσουν οι ελληνικές τράπεζες, όπως επισημαίνει η ΤτΕ στην ετήσια έκθεσή της, ξεχωρίζοντας μεταξύ αυτών τα νέα κόκκινα δάνεια που ενδέχεται να προκύψουν μετά την αναμενόμενη απόσυρση των κρατικών μέτρων στήριξης λόγω πανδημίας, αλλά και εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού.

Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) ανήλθε στο τέλος του προηγούμενου έτους σε 18,4 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 28,8 δισ. ευρώ σε σχέση με το τέλος του Δεκεμβρίου 2020. Εκτός του ότι ως ποσοστό των συνολικών δανείων παραμένει πολύ υψηλότερο (12,8%) του μέσου όρου στην Ε.Ε. (2,1%), η ΤτΕ επισημαίνει ότι περίπου το 39% του συνόλου των ΜΕΔ βρίσκεται σε καθεστώς ρύθμισης και ήδη υψηλό ποσοστό μεταξύ αυτών εμφάνισε πάλι καθυστέρηση. Εκτιμάται ότι, λόγω της πανδημίας αλλά και των επιπτώσεων του υψηλού πληθωρισμού, επιπλέον ποσοστό ρυθμισμένων δανείων ενδέχεται να καταγραφεί ως ΜΕΔ το 2022. Απαιτείται επομένως εντατικότερη προσπάθεια περαιτέρω μείωσης των ΜΕΔ, όταν μάλιστα δεν έχει ακόμη καταγραφεί η πλήρης επίδραση της πανδημικής κρίσης και του πληθωρισμού στην ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, υπογραμμίζει η ΤτΕ.

Δεδομένου επίσης ότι η μείωση των κόκκινων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών επιτεύχθηκε κυρίως μέσω τιτλοποίησης και μεταβίβασης σε funds, το ύψος των ΜΕΔ εξακολουθεί να υφίσταται όσον αφορά την πραγματική οικονομία και να θέτει μεγάλο αριθμό οφειλετών εκτός χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα, ενώ την ίδια στιγμή σε υψηλά επίπεδα παραμένει το απόθεμα των κόκκινων δανείων σε ορισμένες μη συστημικές τράπεζες.

Με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ, μείωση του δείκτη ΜΕΔ παρατηρήθηκε σε όλες τις κατηγορίες χαρτοφυλακίων, ενώ εντός του επιχειρηματικού χαρτοφυλακίου ο δείκτης για το χαρτοφυλάκιο τόσο των ελεύθερων επαγγελματιών και πολύ μικρών επιχειρήσεων όσο και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων παραμένει υψηλός. Καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων και στο χαρτοφυλάκιο των ναυτιλιακών δανείων. Με βάση την κλαδική ανάλυση, στους τρεις κλάδους με το υψηλότερο υπόλοιπο δανείων, δηλαδή το εμπόριο, τη μεταποίηση και τις κατασκευές, ο δείκτης ΜΕΔ ανήλθε σε 16,7%, 13,1% και 20,8%, αντιστοίχως, ενώ σε κλάδους συναφείς με τον τουρισμό, όπως των καταλυμάτων και της εστίασης, ανήλθε σε 15,4% και 31,5%, αντιστοίχως.

Στις αυξημένες προκλήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ελληνικές τράπεζες προστίθενται η υποχρέωση των τραπεζών για έξοδο στις αγορές και άντληση κεφαλαίων για την κάλυψη των ελάχιστων απαιτήσεων για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL), η ανάγκη απορρόφησης των επιπτώσεων του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 που επιδρά στα κεφάλαιά τους, οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και η υιοθέτηση νέων, ψηφιακών τεχνολογιών.

Δεδομένης της σχετικά χαμηλής ποιότητας των κεφαλαίων των τραπεζών, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων αφορά αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (64%), σε συνδυασμό με την επίδραση του ΔΠΧΑ 9 και των απαιτήσεων MREL τα επόμενα χρόνια, «απαιτείται ποιοτική και ποσοτική ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης και βελτίωση της οργανικής κερδοφορίας», υπογραμμίζει η ΤτΕ. Οπως συμπεραίνει, «οι προκλήσεις αυτές απαιτούν συνεχή επαγρύπνηση και εντατικότερη δράση εκ μέρους των τραπεζών με στόχο την περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης και την αξιοποίηση της αυξημένης ρευστότητας που διαθέτουν για τη χρηματοδότηση της οικονομίας».

Διαβάστε επίσης: 

ΤτΕ: Ανάπτυξη 3,8% και πληθωρισμός 5,2% το βασικό σενάριο για το 2022

 

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News