Τσιπούρα και λαβράκι: Αύξηση των ελληνικών εξαγωγών το 2020 – Οι κυριότερες αγορές
Πώς επέδρασε η πανδημία στον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας - Οι προβλέψεις για το 2021
Αισιοδοξία για τις προοπτικές ανάπτυξης που γεννά η διαρκής αύξηση της ζήτησης ελληνικών προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας, αλλά και προβληματισμό για τις μακροχρόνιες επιπτώσεις της πανδημίας στις επιχειρήσεις του κλάδου, αντανακλά η 7η Ετήσια Έκθεση Υδατοκαλλιέργειας που εκδόθηκε από την Ελληνική Οργάνωση Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ).
Σύμφωνα με την έκθεση, η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού το 2020 ανήλθε σε 117.000 τόνους, αξίας 546,2 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας πτώση 3% ως προς τον όγκο αλλά παραμένοντας σταθερή ως προς την αξία πωλήσεων σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Το αποτύπωμα της πανδημίας
Αν και το πρώτο δίμηνο του 2020 ξεκίνησε με θετικά μηνύματα, τον Μάρτιο ξεκίνησε να καταγράφεται σταδιακά πτώση του τζίρου λόγω των ακυρώσεων και των αναβολών των παραγγελιών που προκλήθηκε από το διαδοχικό κλείσιμο των χώρων της «εκτός σπιτιού κατανάλωσης» στις σημαντικότερες αγορές που διατίθενται τα ελληνικά προϊόντα. Η πτώση των πωλήσεων κορυφώθηκε την περίοδο Απρίλιο – Ιούνιο αγγίζοντας έως και το 70%, προκαλώντας αυξημένη αβεβαιότητα και ανησυχία ως προς την ομαλή ροή των προγραμματισμένων ή και νέων παραγγελιών τους επόμενους μήνες του έτους. Οι πωλήσεις το β΄ εξάμηνο συνεχίστηκαν με ηπιότερες διακυμάνσεις ανάλογα με την διάρκεια και την αυστηρότητα των τοπικών περιορισμών στις ευρωπαϊκές αγορές. Ομοίως και η περιορισμένη τουριστική περίοδος δεν ευνόησε την κατανάλωση προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας.
Με εξαίρεση μεμονωμένες εταιρείες που εξειδικεύονται στην «εκτός σπιτιού» κατανάλωση, δηλαδή την προμήθεια ξενοδοχείων, εστιατορίων και catering, (HORECA) και οι οποίες επλήγησαν εντονότερα, ο κλάδος κατάφερε πάντως να διαχειριστεί βραχυπρόθεσμα τις επιπτώσεις της κρίσης και να περιορίσει τις ζημιές σε ηπιότερο από το αρχικά αναμενόμενο επίπεδο.
Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στην έκθεση, δεν έχουν γίνει ακόμα γνωστές οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της κρίσης στον κλάδο. Ήδη οι ανατιμήσεις σε όλες τις εισροές της υδατοκαλλιέργειας έχουν προκαλέσει σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής ενώ οι τιμές εξακολουθούν να είναι πιεσμένες.
Άνοδος των εξαγωγών
H εξέλιξη των πωλήσεων διαχρονικά δείχνει πως ο κλάδος της μεσογειακής ιχθυοκαλλιέργειας είναι έντονα εξωστρεφής. Σχεδόν το 80% της παραγωγής διατίθεται σε αγορές εκτός Ελλάδας και το υπόλοιπο 20% διατίθεται στην εγχώρια αγορά. Η τάση αυτή διατηρήθηκε και το 2020 που το 21% των πωλήσεων διατέθηκε στην Ελλάδα (25.160 τόνοι) και το υπόλοιπο 79% (91.840 τόνοι) σε όλες τις υπόλοιπες αγορές (73% στην Ε.Ε.-28 και 6% σε όλες τις λοιπές χώρες). Τα προϊόντα ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας διατέθηκαν σε 40 χώρες παγκοσμίως.
Παρά τα προβλήματα που προκάλεσε ο Covid-19, οι εξαγωγές ελληνικής τσιπούρας και λαβρακιού το 2020 ανήλθαν σε 91.841 τόνους παρουσιάζοντας αύξηση 5,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος κατατάσσοντας την ιχθυοκαλλιέργεια στον πρώτο εξαγωγικό κλάδο ζωικής παραγωγής της χώρας. Η επίδοση αυτή επιβεβαιώνει την εξωστρέφεια του κλάδου και τη στρατηγική των ελληνικών εταιρειών για αύξηση της παραγωγής με διεύρυνση του δικτύου εξαγωγών σε παραδοσιακές και σε νέες αγορές.
Από το σύνολο των εξαγωγών:
• To 93% (85.241 τόνοι) εξήχθησαν σε 24 αγορές της Ε.Ε.
• To 7% (5.279 τόνοι) εξήχθησαν σε 15 τρίτες χώρες.
Οι κυριότερες αγορές
Οι κυριότερες αγορές ωστόσο είναι στην Ε.Ε. όπου παραδοσιακά οι χώρες Ιταλία, Ισπανία και Γαλλία απορροφούν σχεδόν το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής παραγωγής. Σε αυτές τις τρεις χώρες πωλήθηκαν το 2020 σχεδόν 66.000 τόνοι που αντιστοιχούν στο 56% της ελληνικής παραγωγής ή στο 72% των εξαγωγών. Αν εξαιρέσουμε τις υπόλοιπες 5 χώρες (Πορτογαλία, Γερμανία, Β. Αμερική, Βουλγαρία, Ρουμανία) όπου οι εξαγωγές κυμαίνονται μεταξύ 2.000 – 6.500 τόνους, στις λοιπές (29) χώρες οι εξαγωγές ήταν κάτω των 2.000 τόνων.
Το 58% των εξαγωγών ήταν τσιπούρα (61.454 τόνοι) και το 42% λαβράκι (43.876 τόνοι).
Οι προοπτικές
Σύμφωνα με την έκθεση, η υγειονομική κρίση εκτός από λειτουργικές δυσκολίες, δημιούργησε και κάποιες ευκαιρίες καθώς αναζητήθηκε διέξοδος σε νέες αγορές και νέες μορφές προϊόντων που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν περαιτέρω τα επόμενα χρόνια.
Το 2021 εκτιμάται πως η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού θα ανακάμψει και θα επανέλθει στα επίπεδα προ της υγειονομικής κρίσης, δηλαδή στους120.000 τόνους.
Ο ελληνικός χάρτης της υδατοκαλλιέργειας
Σημειώνεται ότι το 61% της εγχώριας παραγωγής αλιευτικών προϊόντων προέρχεται από την υδατοκαλλιέργεια και το 39% από την αλιεία. Tα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας και τα μύδια, αποτελούν τα κύρια είδη εκτροφής αντιπροσωπεύοντας το 84% και το 16% αντίστοιχα της συνολικής παραγωγής.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 3η θέση ως προς την αξία και στην 4η θέση ως προς τον όγκο παραγωγής υδατοκαλλιέργειας την Ε.Ε.-27 το 2019. Επίσης η χώρα μας αντιπροσωπεύει το 61% της παραγωγής τσιπούρας και λαβρακιού στην Ε.Ε. το 2020.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΥΠΑΑΤ, ο συνολικός αριθμός των εκμεταλλεύσεων υδατοκαλλιέργειας το 2019 στην Ελλάδα ανέρχεται σε 899 εκ των οποίων το 82% βρίσκονται σε θαλάσσια ύδατα (740 μονάδες εκτροφής ψαριών και μυδιών), το 10% είναι μονάδες σε εσωτερικά ύδατα (χερσαίες εγκαταστάσεις) και το υπόλοιπο 8% εκτροφές σε υφάλμυρα νερά (λιμνοθάλασσες). Στην παραπάνω ανάλυση δε συμπεριλαμβάνονται οι ιχθυογεννητικοί σταθμοί (συνολικά 24) που υποστηρίζουν τις μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας.
Αναλυτικότερα και σύμφωνα με την κατηγορία εκτροφής υπάρχουν:
• 280 μονάδες θαλάσσιας ιχθυοκαλλιέργειας όπου εκτρέφονται κυρίως τσιπούρα και λαβράκι.
• 460 μονάδες οστρακοκαλλιέργειας.
• 87 μονάδες εσωτερικών υδάτων όπου εκτρέφονται πέστροφες, κυπρίνοι, χέλια κλπ.
• 72 εκμεταλλεύσεις σε υφάλμυρα νερά.
• 24 ιχθυογεννητικοί σταθμοί μεσογειακών ιχθύων (τσιπούρας, λαβρακιού και λοιπών μεσογειακών ειδών).
Ως προς τη γεωγραφική κατανομή των εκμεταλλεύσεων θαλάσσιας ιχθυοκαλλιέργειας, παρατηρείται λόγω της αναδιάρθρωσης του κλάδου, μείωση σχεδόν 10% ως προς τον αριθμό των μονάδων καθώς οι μισθωμένες εκτάσεις αλλά και η δυναμικότητα αυτών παραμένουν ουσιαστικά αμετάβλητες.
Οι θέσεις εργασίας
Στην Ελλάδα καταγράφεται ένα από τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης επί του συνόλου των απασχολούμενων στον κλάδο της υδατοκαλλιέργειας στην Ε.Ε. Στο γενικό σύνολο (μόνιμο και έκτακτο προσωπικό), ο αριθμός των εργαζομένων ανήλθε το 2019 σε 4.160 άτομα. Σε σχέση με το 2018 παρουσιάζεται μείωση 3% (4.287 εργαζόμενοί) που οφείλεται κυρίως στην περιορισμένη πρόσληψη έκτακτου προσωπικού λόγω της υγειονομικής κρίσης. Εκτιμάται πως η θαλάσσια υδατοκαλλιέργεια (ψάρια και μύδια) δημιουργεί το 84% των άμεσων θέσεων απασχόλησης, η καλλιέργεια σε υφάλμυρα νερά το 6%, ενώ η καλλιέργεια εσωτερικών υδάτων το 10%.
Σημειώνεται πως αν υπολογιστούν και οι έμμεσες θέσεις απασχόλησης που δημιουργούνται από τις συνοδευτικές – υποστηρικτικές υπηρεσίες του κλάδου (παρασκευαστήρια ιχθυοτροοφών, εξοπλισμός, ιχθυοκιβώτια, μεταφορές κλπ) τότε εκτιμάται πως συνολικά απασχολούνται άμεσα και έμμεσα περίπου 12.000 εργαζόμενοι διαφόρων ειδικοτήτων (επιστημονικό, τεχνικό και εργατικό προσωπικό).
moneyreview.gr
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News