Ηλ. Βυζάς (EY) στο MR: Αντιμέτωπες με σαρωτικές αλλαγές οι ελληνικές επιχειρήσεις
Αλλαγές οι οποίες ενδεχομένως θα απαιτούνταν αρκετά χρόνια για να πραγματοποιηθούν έχει επιταχύνει η πανδημική κρίση, μετασχηματίζοντας την οικονομία και το επιχειρείν σε μία καμπύλη τύπου S, όπως αναφέρει, σε συνέντευξή του στο Moneyreview.gr, ο Εταίρος στο Τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της EY Ελλάδος και Επικεφαλής για θέματα Τεχνολογικού Μετασχηματισμού και Αξιόπιστων Συστημάτων Τεχνητής Νοημοσύνης στην περιοχή της Ευρώπης, Μέσης Ανατολής, Ινδίας και Αφρικής (ΕΜΕΙΑ) Ηλίας Βυζάς.
Μέσω της έρευνας “EY Megatrends 2020 and beyond“ η εταιρεία παροχής συμβουλευτικων υπηρεσιών, έχει χαρτογραφήσει τις πιο σημαντικές “μέγα-τάσεις”. Σε αυτές, όπως αναφέρει ο κ. Βυζάς, ανήκουν ο νέος ψυχρός τεχνο-οικονομικός πόλεμος, όπως και οι δυνατότητες – αλλά και οι κίνδυνοι – που δημιουργούνται από την ποσοτικοποίηση και την ανάλυση των δεδομένων της συμπεριφοράς μας, το ψηφιακό ίχνος, δηλαδή, που αφήνουν οι χρήστες του διαδικτύου.
Πώς μετασχηματίζει η πανδημία το επιχειρείν παγκόσμια, και πώς επηρεάζεται η Ελλάδα;
Η οικονομία και, κατ’ επέκταση, η επιχειρηματικότητα, ακολουθούν, συνήθως, μια καμπύλη τύπου “S”, με περιόδους ραγδαίας ανάπτυξης και, στη συνέχεια, διαστήματα στασιμότητας, καθώς οι κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης ωριμάζουν και εξαντλούν τη δυναμική τους. Η πανδημία, πολύ απλά, λειτούργησε ως καταλύτης για να μεταβούμε σε μια νέα καμπύλη. Οι κύριες δυνάμεις, όμως, που τροφοδοτούν τον μετασχηματισμό που παρακολουθούμε – η τεχνολογία, η παγκοσμιοποίηση, οι δημογραφικές αλλαγές και τα περιβαλλοντικά ζητήματα – προϋπήρχαν, και ο COVID-19 ήρθε για να τις επιταχύνει και να εντείνει τον ρυθμό ορισμένων αλλαγών που, πιθανότατα, θα χρειαζόμασταν αρκετά χρόνια ακόμη για να δούμε να πραγματοποιούνται. Οι περισσότερες αλλαγές και νέες τάσεις που θα δούμε τα επόμενα χρόνια, προέρχονται από την αλληλεπίδραση αυτών ακριβώς των δυνάμεων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, στα χρόνια που έρχονται, θα δούμε κοινωνικά συμβόλαια να ξαναγράφονται, καθώς και αυξημένη πίεση για μια βιώσιμη ανάπτυξη με λιγότερους αποκλεισμούς, κάτι που ήδη ωθεί τις επιχειρήσεις να αναλάβουν έναν πιο ενεργό ρόλο στη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας για την κοινωνία στο σύνολό της. Την ίδια ώρα, τεχνολογίες που επαυξάνουν τις δυνατότητες και δεξιότητές μας, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, η ρομποτική αυτοματοποίηση διεργασιών και το Internet of Things, υποστηριζόμενες από τη δύναμη των δεδομένων, αλλάζουν ήδη δραστικά κάθε τομέα ανθρώπινης δραστηριότητας – από τον τρόπο που δουλεύουμε μέχρι τον τρόπο που καταναλώνουμε, μετακινούμαστε ή διασκεδάζουμε.
Ζούμε σε έναν παγκοσμιοποιημένο, διασυνδεδεμένο κόσμο, πράγμα που σημαίνει ότι οι αλλαγές αυτές, που μπορεί να ακούγονται απόμακρες για την Ελλάδα σήμερα, επηρεάζουν άμεσα και τη χώρα μας. Οι ανατροπές της καθημερινότητας που ζούμε από το ξέσπασμα της πανδημίας και έπειτα – η υιοθέτηση της τηλεργασίας σε συντριπτικό βαθμό, το αυξημένο ηλεκτρονικό εμπόριο, η ψηφιοποίηση διεργασιών και υπηρεσιών του δημοσίου, κ.λπ. – είναι μια πρόγευση. Θεωρώ ότι θα δούμε, όμως, πιο σαρωτικές αλλαγές τα επόμενα χρόνια, κάτι που οι ελληνικές επιχειρήσεις που «έχουν τα αυτιά και τα μάτια τους ανοιχτά» ήδη αντιλαμβάνονται και κάνουν τις απαραίτητες κινήσεις για να τις αξιοποιήσουν όταν θα βρεθούν μπροστά τους.
Για να παρακολουθήσει αυτές τις αλλαγές η Ελλάδα, ως κράτος και ως κοινωνία, πρέπει, πριν απ’ όλα, να κατανοήσει τη φύση τους και να επενδύσει στις τεχνολογίες που τις τροφοδοτούν. Χρειάζεται αρκετή δουλειά και σχέδιο για να μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε τους ρυθμούς των χωρών εκείνων που διαμορφώνουν πρώτες την ατζέντα της αλλαγής.
Ποιες είναι οι παγκόσμιες τάσεις που εκτιμάται ότι θα επηρεάσουν το επιχειρείν. Πώς χαράσσει στρατηγική μια επιχείρηση σε ένα τόσο ρευστό περιβάλλον;
Θα σας αναφέρω επιγραμματικά μερικές από τις «μέγα-τάσεις» που έχει εντοπίσει η EY στην έρευνά της, EY Megatrends 2020 and beyond, τις οποίες θεωρούμε πιο σημαντικές: Η ανάγκη μείωσης της εξάρτησης από τον άνθρακα και οι ευκαιρίες που δημιουργεί, ο νέος ψυχρός τεχνο-οικονομικός πόλεμος, οι δυνατότητες – αλλά και οι κίνδυνοι – που δημιουργούνται από την ποσοτικοποίηση και την ανάλυση των δεδομένων της συμπεριφοράς μας (το ψηφιακό ίχνος που αφήνουμε πίσω μας), ο κίνδυνος των fake news και των deepfakes, η επίδραση που θα έχουν στον τρόπο που αλληλοεπιδρούμε – αλλά και σκεφτόμαστε – τεχνολογίες, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, καθώς και τις επιπτώσεις τους στην ίδια μας τη ζωή, την εργασία και το πώς κατανέμουμε τον χρόνο μας.
Προσθέστε σε αυτά, τις επιπτώσεις στην ιατρική επιστήμη και τη διατροφή μας, όπως και τις ραγδαίες εξελίξεις στους τομείς των μικροβιωμάτων και της συνθετικής βιολογίας, και θα καταλάβετε γιατί αναφερόμαστε σε «μέγα-τάσεις».
Είναι σαφές ότι δεν μπορείς να χαράξεις στρατηγική σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, απλώς προβάλλοντας στο μέλλον παραδοχές και πρακτικές του χθες. Αντίθετα, πρέπει να ξεκινήσει κανείς κατανοώντας τις νέες τάσεις και το αυριανό περιβάλλον, να οραματιστεί τη θέση του και τη θέση της επιχείρησής του σε αυτό και, με βάση αυτές τις παραδοχές, να επαναπροσδιορίσει τον σκοπό του και να προβεί στους αντίστοιχους μετασχηματισμούς. Βασικό εργαλείο στην κατανόηση των αλλαγών και του νέου αυτού περιβάλλοντος, είναι η ανάλυση του πλούτου δεδομένων που υπάρχει διαθέσιμος σήμερα – τα data analytics.
Ποιος είναι ο ρόλος της Τεχνητής Νοημοσύνης στο σύγχρονο επιχειρείν;
Πρόκειται για μια τεχνολογία που «ακουμπάει» τα πάντα, μπορεί να τα αλλάξει όλα και το κάνει ήδη σήμερα. Το λάθος μας είναι ότι μιλάμε ακόμη σαν να πρόκειται για μια τεχνολογία του αύριο, αλλά να σας θυμίσω ότι ο Deep Blue της ΙΒΜ κέρδισε τον Garry Kasparov στο σκάκι, ήδη από το 1996. Το αύριο ήταν, και είναι, ήδη εδώ.
Τι είναι η νοημοσύνη; Η ικανότητα να διακρίνεις ή να συνάγεις πληροφορίες, να τις επεξεργάζεσαι, να τις διυλίζεις και να τις διατηρείς ως γνώση για να λάβεις καλύτερες αποφάσεις. Αυτό κάνουν σήμερα, με ολοένα μεγαλύτερη ταχύτητα και ακρίβεια οι υπολογιστές, εκτελώντας διεργασίες που ήδη φέραμε εις πέρας ή και άλλες που δεν μπορεί να κάνει ο άνθρωπος από μόνος του.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη, όχι μόνο απλοποιεί διεργασίες, αλλά τις εκτελεί πιο αποτελεσματικά και με μειωμένο κόστος, απελευθερώνοντας χρόνο στον άνθρωπο για να στρέψει την προσοχή του σε διεργασίες υψηλής προστιθέμενης αξίας – δημιουργεί, πρακτικά, χώρο για νέες επιχειρηματικές δράσεις.
Βέβαια, για να αξιοποιηθεί η Τεχνητή Νοημοσύνη, απαιτείται το κατάλληλα καταρτισμένο ανθρώπινο κεφάλαιο, με τις κατάλληλες δεξιότητες. Και προφανώς, είναι εξαιρετικά σημαντικό να τροφοδοτούμε τα συστήματα Τεχνητής Νοημοσύνης με «καλά» και «ποιοτικά» δεδομένα, για να έχουμε και πιο αξιόπιστα αποτελέσματα.
Να πούμε, σε αυτό το σημείο, ότι πρέπει να κρατήσουμε στο νου μας πως η τεχνολογία ήρθε για να μας διευκολύνει και όχι να μας αντικαταστήσει. Με αυτή την παραδοχή, μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά, χωρίς φοβίες, και να εξελίξουμε περαιτέρω, τόσο τις δυνατότητες τις τεχνολογίας, όσο και τις δικές μας δυνατότητες, σε έναν ενάρετο κύκλο ανάπτυξης. Αυτό είναι το λεγόμενο “human augmentation” – ο «εμπλουτισμός» των δυνατοτήτων μας ως ανθρώπινου είδους, με την αρωγή της τεχνολογίας. Ο συνδυασμός της ακρίβειας και της ταχύτητας που προσφέρει η τεχνολογία, με τα αμιγώς ανθρώπινα χαρακτηριστικά, όπως η ενσυναίσθηση και η κριτική σκέψη, μπορεί να μας οδηγήσει σε νέα επίπεδα ποιότητας ζωής και εργασίας.
Τα τελευταία χρόνια έχει καθιερωθεί ο όρος «συμπεριφορική οικονομία». Ποιος είναι ο ρόλος των δεδομένων και των νέων τεχνολογιών στην αλλαγή της συμπεριφοράς μας;
Πράγματι, τα δεδομένα της συμπεριφοράς μας αποτυπώνονται κάθε στιγμή στο διαδίκτυο και σε όλες τις διασυνδεδεμένες συσκευές που χρησιμοποιούμε. Με τη βοήθεια της Τεχνητής Νοημοσύνης και των data analytics μπορούμε σήμερα να αντλήσουμε, να ποσοτικοποιήσουμε, να συνδυάσουμε και να αναλύσουμε αυτά τα δεδομένα, δίνοντας, τόσο στις κυβερνήσεις, όσο και στις επιχειρήσεις, τη δυνατότητα να ερμηνεύσουν τις συμπεριφορές των πολιτών, των καταναλωτών και των εργαζομένων τους, αλλά και να τις «επηρεάσουν» έως ένα βαθμό.
Έτσι, μια κυβέρνηση μπορεί να αξιοποιήσει τα δεδομένα μας για να ενθαρρύνει συγκεκριμένες συμπεριφορές όπως, για παράδειγμα, τη χρήση ηλεκτρικών οχημάτων και την ανακύκλωση, ή να αποθαρρύνει άλλες συμπεριφορές, όπως η υπερκατανάλωση αντιβιοτικών. Βεβαίως, όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων αυτών, υπεισέρχεται πάντα και ο παράγοντας της προστασίας τους και της ηθικής χρήσης τους.
Το ίδιο ισχύει και για τη χρήση των δεδομένων που κάνουν οι επιχειρήσεις. Γι’ αυτό λέγεται σήμερα ότι «τα δεδομένα είναι το νέο πετρέλαιο» (data is the new oil). Και, αν ισχύει αυτό, τότε η εμπιστοσύνη αποτελεί το νέο συνάλλαγμα, καθώς, χωρίς διαφάνεια και εμπιστοσύνη, ο πολίτης / καταναλωτής / εργαζόμενος δε θα επιτρέψει για πολύ καιρό ακόμη τη χρήση των δεδομένων αυτών.
Θεωρείτε ότι η στροφή στο ηλεκτρονικό εμπόριο που παρατηρήθηκε με την εξάπλωση του κορωνοϊού θα συνεχιστεί και μετά την πανδημία; Και αν ναι, τι σηματοδοτεί αυτό για τις επιχειρήσεις;
Νομίζω ότι είναι πια σαφές ότι πολλές από τις νέες καταναλωτικές συμπεριφορές και συνήθειες που έφερε η πανδημία, δε θα υποχωρήσουν μετά την «επιστροφή στην κανονικότητα», καθώς καλύπτουν υπαρκτές και πραγματικές μας ανάγκες. Έτσι, η αναγκαστική στροφή των καταναλωτών και, κατ’ επέκταση, των επιχειρήσεων, στο e–commerce, είναι δεδομένο ότι ήρθε για να μείνει, σε έναν αρκετά μεγάλο βαθμό. Οι επιχειρήσεις, πλέον, σε ολόκληρο τον κόσμο και στην Ελλάδα, στρέφονται ολοένα και πιο πολύ προς την προσφορά μιας “omni–channel” εμπειρίας στους καταναλωτές, τον συνδυασμό, δηλαδή, φυσικού και ηλεκτρονικού καταστήματος.
Σε αυτό το νέο περιβάλλον, η ανάλυση δεδομένων θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις να προβλέψουν και, ενίοτε, να «δημιουργήσουν» τη ζήτηση από την πλευρά των καταναλωτών. Ζούμε εξάλλου σε μία εποχή όπου οι καταναλωτικές συνήθειες αλλάζουν σχεδόν μέρα με τη μέρα και η αγορά, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες γίνονται ολοένα και πιο πελατοκεντρικές / ανθρωποκεντρικές.
Είναι ενθαρρυντικό ότι οι περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις – και όχι μόνο εκείνες του λιανεμπορίου – έχουν ήδη αντιληφθεί ότι είναι κρίσιμο να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα, αλλιώς διακινδυνεύουμε την ίδια τη βιωσιμότητά μας. Εμείς, στην ΕΥ Ελλάδος, ακριβώς για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε σε αυτές τις ανάγκες της αγοράς, προχωρήσαμε πρόσφατα στην απόκτηση του συμβουλευτικού τμήματος της Convert Group, ελληνικής εταιρείας που πρωτοπορεί στα τεχνολογικά προϊόντα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικού εμπορίου, εντάσσοντας στο δυναμικό μας μια ομάδα ταλαντούχων συμβούλων με εμπειρία σε θέματα ηλεκτρονικού και omni-channel εμπορίου. Είμαστε ενθουσιασμένοι που έχουμε τη δυνατότητα να σταθούμε στο πλευρό των ελληνικών επιχειρήσεων, σε μία εποχή τόσο μεγάλων και εντυπωσιακών αλλαγών!
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News