ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

RAFARM: Επενδύει σε νέο μοντέλο ανάπτυξης με αιχμή τις καινοτόμες θεραπευτικές λύσεις

RAFARM: Επενδύει σε νέο μοντέλο ανάπτυξης με αιχμή τις καινοτόμες θεραπευτικές λύσεις

Υλοποιώντας ένα επενδυτικό πρόγραμμα 120 εκατ. ευρώ το οποίο ολοκληρώνεται την ερχόμενη τριετία, η RAFARM δίνει έμφαση στην ανάπτυξη των εξαγωγών σε μεγάλες αγορές, όπως των ΗΠΑ, ισχυροποιεί το πορτφόλιο των προϊόντων που διαθέτει στην εγχώρια αγορά, και συμμετέχει  στο οικοσύστημα καινοτομίας ακολουθώντας τη σύγχρονη τάση στην ανάπτυξη φαρμάκων. Η εταιρεία, η οποία συμπληρώνει φέτος μισό αιώνα συνεχούς δραστηριότητας, κάνει το επόμενο βήμα και προχωρά στην ανάπτυξη πρωτοποριακών οφθαλμικών σκευασμάτων. 

«Μία ευκαιρία για την Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία, είναι η ανάπτυξη φαρμάκων προστιθέμενης αξίας (Value Added Medicines), η οποία μπορεί να προσφέρει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, να βελτιώσει τη συμμόρφωση των ασθενών, να ενισχύσει την καινοτομία, να προσελκύσει επενδύσεις στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης και να δημιουργήσει μία νέα δυναμική. Στη RAFARM, για παράδειγμα, 1 στα 5 φάρμακα που αναπτύσσουμε είναι προστιθέμενης αξίας. Δηλαδή τι κάνουμε; Έχοντας υψηλή τεχνογνωσία στον επανασχεδιασμό φαρμάκων, δημιουργούμε μια εναλλακτική φαρμακοτεχνική μορφή. Επιπρόσθετα, προσαρμόζοντας κατάλληλα την τεχνολογία αναπτύσσουμε οφθαλμικά σκευάσματα χωρίς συντηρητικά. Έχοντας εξειδίκευση στα οφθαλμικά, δημιουργούμε σταθερούς συνδυασμούς δραστικών ουσιών που επιτυγχάνουν το ίδιο θεραπευτικό αποτέλεσμα με βελτιωμένο δοσολογικό σχήμα και αραιότερη χρονικά χορήγηση. Και τα τελευταία χρόνια, συνεργαζόμαστε με έγκριτα ερευνητικά κέντρα για να ανακαλύψουμε νέες θεραπευτικές ενδείξεις γνωστών δραστικών», επισημαίνει στο moneyreview.gr ο κ. Άρης Μητσόπουλος, Αντιπρόεδρος της RAFARM. 

RAFARM: Επενδύει σε νέο μοντέλο ανάπτυξης με αιχμή τις καινοτόμες θεραπευτικές λύσεις-1

Η Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία ξεκίνησε από την παραγωγή απλών γενόσημων και σήμερα έχει τη δυνατότητα να αναπτύσσει και να παράγει σύνθετα φάρμακα.  Η RAFARM είναι παράδειγμα εταιρείας που εξελίσσεται, ακολουθεί τις σύγχρονες τάσεις, εισάγει τεχνολογία και καινοτομία και έχει στρατηγικά επενδύσει στην υψηλή τεχνογνωσία και εξειδίκευση που απαιτεί η ανάπτυξη και παραγωγή οφθαλμικών και σύνθετων ενέσιμων φαρμάκων. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Άρης Μητσόπουλος «Όσο πιο δύσκολα project προσθέτεις στην καθημερινότητά σου, τόσο αυξάνεις και την τεχνογνωσία σου, αυξάνοντας έτσι την προστιθέμενη αξία της εταιρείας σου αλλά και της χώρας σου. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος, πλέον δεν υπάρχουν μεγάλα μόρια στα οποία λήγουν οι πατέντες τους τα επόμενα χρόνια. Άρα τι κάνω; Διαθέτοντας μια τεχνογνωσία η οποία έχει χτιστεί γύρω από μια θεραπευτική κατηγορία, την Οφθαλμολογία, κάνω το επόμενο βήμα και εισάγω  καινοτομία. Καινοτομία με βάση την οποία δεν πας για να ανακαλύψεις ένα καινούργιο μόριο – αυτό είναι αδύνατο να συμβεί αυτή τη στιγμή από  τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες. Αυτό που μπορείς να κάνεις λοιπόν, είναι να συνεργαστείς με ερευνητές, πανεπιστήμια, startups και άλλους φορείς ειδικούς στον τομέα σου. Πιστεύω ότι η καινοτομία δεν υπάρχει χωρίς συνεργασία. Κανένας αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να προχωρήσει μόνος του σε αυτή την εποχή της ταχείας τεχνολογικής εξέλιξης. Πρέπει να ενταχθείς σε ένα οικοσύστημα καινοτομίας στο οποίο ο καθένας προσφέρει την τεχνογνωσία και την εξειδίκευσή του. Για παράδειγμα, ένα πανεπιστήμιο που διαθέτει την επιστημονική κατάρτιση και έχει κάνει την έρευνα, μια φαρμακευτική που γνωρίζει πως να αναπτύξει ένα προϊόν, ένας τρίτος οργανισμός ο οποίος έχει τη δυνατότητα να υλοποιήσει την κλινική μελέτη. Εισέρχεσαι λοιπόν, σε ένα οικοσύστημα καινοτομίας και από κει και πέρα προχωράς. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα κατά την περίοδο της πανδημίας όπου η ίδια η Ευρώπη, μας έφερε σε επαφή για να επικοινωνήσουμε, να συνεργαστούμε μέσα σε δικές της πλατφόρμες, ώστε να έχουμε το ταχύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Άρα, το βασικό είναι να μετέχουμε σε ένα οικοσύστημα». 

Η συνεργασία μεταξύ φαρμακευτικών εταιρειών, ακαδημαϊκών ιδρυμάτων και ερευνητικών κέντρων αποτελεί τη σύγχρονη τάση στην έρευνα φαρμάκων. Αυτή η συνεργασία επιτρέπει την ανταλλαγή τεχνογνωσίας, την πρόσβαση σε πόρους και τεχνολογίες, καθώς και την επίτευξη συλλογικών επιτευγμάτων στην ανάπτυξη, δοκιμή και έγκριση νέων θεραπειών. Με βάση λοιπόν αυτή τη λογική, και το μοντέλο ανάπτυξης, η RAFARM έχει ήδη κάνει ένα σημαντικό βήμα. 

«Όπως είχαμε ανακοινώσει πρόσφατα, δημιουργήσαμε την ελληνική start-up BNSO για να αναπτύξουμε μία σειρά πρωτοποριακών οφθαλμικών σκευασμάτων αξιοποιώντας μία πλατφόρμα νανοτεχνολογίας. Το πρώτο φάρμακο που αναπτύσσουμε, αφορά σε μια σπάνια πάθηση η οποία στερεί την όραση σε 30.000 ανθρώπους ετησίως, μόνο στις ΗΠΑ. Όπως καταλαβαίνετε όλο αυτό είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό,  καθώς είναι η πρώτη φορά που μία ελληνική εταιρεία συμμετέχει σε μία συνεργασία για την ανάπτυξη ενός ορφανού φαρμάκου. Είμαστε μέλος ενός οικοσύστηματος καινοτομίας μέσω του οποίου,  βελτιώνουμε την τεχνογνωσία μας και παράλληλα γινόμαστε ορατοί και δημιουργούμε νέες συνεργασίες με πανεπιστήμια, κλινικές, ερευνητικά κέντρα και μεγάλες πολυεθνικές. Είναι μάλιστα τιμητικό, το ότι στο διοικητικό συμβούλιο της startup BNSΟ, συμμετέχουν πρώην CEO διεθνών φαρμακευτικών εταιρειών».

Η στόχευση της RAFARM σε αυτή τη νέα φιλοσοφία ανάπτυξης αποδίδει ήδη, καθώς μετά την ανακοίνωση αυτής της πρώτης συνεργασίας αναμένεται σύντομα να ακολουθήσουν κι άλλες. Ήδη, μεγάλες κλινικές από την Αμερική και την Ευρώπη βρίσκονται σε επαφή και διερευνούν το ενδεχόμενο συνεργασίας με τη RAFARM, η οποία μπορεί να προσφέρει τις υποδομές και την τεχνογνωσία της στην υποστήριξη της ανάπτυξης, και την παραγωγή σε εμπορική κλίμακα. 

«Φυσικά, δεν πρόκειται να σταματήσουμε τη δραστηριότητα που έχουμε, δηλαδή την ανάπτυξη και παραγωγή σύνθετων γενοσήμων φαρμάκων, καθώς αυτή είναι η βασική πηγή των εσόδων, και με τα έσοδα αυτά μπορούμε να χρηματοδοτήσουμε το μοντέλο ανάπτυξης το οποίο περιέγραψα παραπάνω» μας λέει ο κ. Άρης Μητσόπουλος και συμπληρώνει «Επίσης, οι εξαγωγές είναι πολύ σημαντικές για τη RAFARM. Eξάγουμε σε όλο τον κόσμο, είμαστε εδραιωμένοι σε Ευρώπη και Καναδά, ενώ παράλληλα αυξάνουμε τη διείσδυση στη μεγάλη αγορά της Αμερικής και πρόσφατα ανοίξαμε την αγορά της Κίνας. Στην αγορά των ΗΠΑ βρισκόμαστε από το 2017, και σήμερα κυκλοφορούν έξι προϊόντα μας. Και μια είδηση, στις 12 Ιουνίου λάβαμε μία ακόμη έγκριση ενός οφθαλμικού, ενώ σύντομα περιμένουμε εγκρίσεις για ακόμα έξι σκευάσματα από τον FDA».  

Επενδύσεις και πορεία της εταιρείας

Όπως αναφέραμε η εταιρεία υλοποιεί 7ετές επενδυτικό πρόγραμμα 120 εκατ. ευρώ το οποίο ολοκληρώνεται το 2027. Από αυτό το πρόγραμμα, οι επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη ξεπερνούν το 50% (70 εκατ. ευρώ), εκ των οποίων ένα μεγάλο μέρος αφορά στην ανάπτυξη των καινοτόμων λύσεων που αναφέραμε.   

«Η συγκεκριμένη επένδυση αφορά στην έρευνα, αλλά και την παραγωγή. Χτίζουμε νέο εργοστάσιο, εξοπλίζουμε την παραγωγή με εξειδικευμένα μηχανήματα και τεχνολογικό εξοπλισμό, δημιουργούμε νέες γραμμές παραγωγής. Αναπτύσσουμε στείρα προϊόντα (οφθαλμικά και ενέσιμα) και  πρωτοποριακά φάρμακα, τα οποία απαιτούν να έχουμε την αντίστοιχη τεχνολογία στην παραγωγή, για αυτό και οι παραγωγικές επενδύσεις φτάνουν τα 50 εκατ. ευρώ. Όσον αφορά στις υπόλοιπες επενδύσεις, έχουμε ολοκληρώσει το Κέντρο Έρευνας και Ανάπτυξης και νέες γραμμές παραγωγής στα υπάρχοντα κτίρια, και τον Σεπτέμβριο αναμένουμε να ολοκληρώσουμε και τα νέα υπερσύγχρονα εργαστήρια ποιοτικού ελέγχου. Αυτό το διάστημα, είμαστε  σε διαδικασία δημοπράτησης της μελέτης για το καινούργιο εργοστάσιο, συνολικού προϋπολογισμού κοντά στα 30 εκατ. ευρώ, το οποίο θα είναι μέσα στο RAFARM Campus», αναφέρει ο κ. Άρης Μητσόπουλος.   

Το 2023 η εταιρεία ξεπέρασε τα 120 εκατ. ευρώ. Το 2024 αναμένεται περαιτέρω αύξηση του κύκλου εργασιών, με περισσότερο από το 80% των παραγόμενων σκευασμάτων να κατευθύνεται στις αγορές του εξωτερικού. Στα δε οφθαλμικά  προϊόντα, από τα περίπου 18 εκατομμύρια τεμάχια που παράγονται το 20% κατευθύνεται στην αμερικανική αγορά και μόλις 1 εκατομμύριο εξ’ αυτών θα διακινηθεί στην ελληνική αγορά.

Σχετικά με τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή αγορά φαρμάκου, ο κ. Άρης Μητσόπουλος επισημαίνει: «Η φαρμακευτική πολιτική σε επίπεδο Ευρώπης ανανεώνεται και αυτή τη στιγμή είμαστε σε μία διαδικασία που η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από πολύ αργές διαδικασίες προχωρά ώστε να προκύψει μια νέα πρόταση. Σε αυτή τη διαδικασία υπάρχουν διαφορετικές δυνάμεις που βλέπουν τις εξελίξεις από διαφορετική πλευρά. Ως Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία, αυτό που μπορώ να πω είναι ότι έχουμε πετύχει μέσα από τις επενδύσεις που γίνονται, και μέσα από το σωρευτικό know how το οποίο έχουμε αποκτήσει όλα αυτά τα χρόνια, είναι να δημιουργήσουμε μια μεγάλη ευκαιρία, να γίνει η Ελλάδα hub ανάπτυξης και παραγωγής φαρμάκων στην Ευρώπη». 

Σχετικά με την ελληνική αγορά και την εξασφάλιση θεραπειών για τους Έλληνες ασθενείς ο κ. Άρης Μητσόπουλος σημειώνει ότι αυτό που θα πρέπει να είναι στόχος της Πολιτείας είναι «να έχουμε μια ισχυρή Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία και να υπάρχει ευθυγράμμιση στα διαφορετικά κανάλια με τα οποία έρχεται σε επαφή ο ασθενής για να πάρει το φάρμακο του. Πρέπει να υπάρχει ισορροπία, έλεγχος  και τεκμηρίωση για το πως εισάγεται και αποζημιώνεται η καινοτομία. Επίσης, δεν θα πρέπει να έχουμε κοινή δεξαμενή χρηματοδότησης, δηλαδή να είναι ο ίδιος ο προϋπολογισμός για την καινοτομία με τα υπόλοιπα φάρμακα. Να μην τα βάζουμε όλα στο ίδιο καλάθι. Και σίγουρα,  χρειάζεται να μεγαλώσει ο προϋπολογισμός για το φάρμακο. Τέλος, ένα άλλο ζήτημα που η Κυβέρνηση απαιτείται να προσεγγίσει διαφορετικά είναι το θέμα των ανασφάλιστων, που φυσικά πρέπει να υποστηρίζονται και να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας. Η ευθύνη όμως για αυτό, δεν χρειάζεται να βαραίνει τις φαρμακευτικές εταιρείες. Η κοινωνική πολιτική δεν μπορεί να στηρίζεται στη λογική των επιστροφών». 

Κλείνοντας, ο κ. Άρης Μητσόπουλος σημείωσε «Η ενίσχυση των κινήτρων από την πολιτεία ξεκλειδώνει επενδύσεις. Δημιουργεί δυναμική εξέλιξης, ισχυροποιεί το αποτύπωμα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας.  Δημιουργεί υπεραξία τεχνογνωσίας και εξειδίκευσης, μετασχηματίζει την ελληνική φαρμακοβιομηχανία σε σημαντικό περιουσιακό στοιχείο για την χώρα, τόσο από οικονομικής όσο και από επιστημονικής άποψης. Και το πιο σημαντικό, με αυτόν το τρόπο διασφαλίζουμε την πρόσβαση των ασθενών στο κατάλληλο ποιοτικό φάρμακο όποτε το χρειάζονται».

Διαβάστε επίσης:

Βιανέξ: Εισφορά 1,3 δισ. ευρώ στο ελληνικό ΑΕΠ και 13.000 θέσεις εργασίας

Μια ελληνική εταιρεία ανάμεσα στους κερδισμένους της μανίας του Ozempic

ΕΟΠΥΥ: Επιπλέον ενίσχυση με 550 εκατ. ευρώ για να καλύψει έξοδα 8,3 δισ. ευρώ

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News