ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Φ. Καραβίας: Ανακόπτεται η πιστωτική επέκταση, αλλά δεν θα δούμε credit crunch

Φ. Καραβίας: Ανακόπτεται η πιστωτική επέκταση, αλλά δεν θα δούμε credit crunch

Τα υψηλότερα επιτόκια αποτελούν ευκαιρία για τις τράπεζες, καθώς ενισχύονται τα καθαρά έσοδα από τόκους (Net Interest Income – NII), αλλά μία απότομη αύξηση επιτοκίων δημιουργεί επίσης κινδύνους, καθώς μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών. Αυτό  επισήμανε ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Eurobank Φωκίων Καραβίας, μιλώντας στο Φόρουμ των Δελφών, υπογραμμίζοντας ότι τα υψηλότερα επιτόκια σημαίνουν καταρχάς πως η ζήτηση για δάνεια περιορίζεται.  

«Αυτό που είδαμε στην Ελλάδα στο πρώτο τρίμηνο του 2023 είναι ότι πολλοί από τους πελάτες μας χρησιμοποιούν πλεονάζουσα ρευστότητα για να αποπληρώσουν δάνεια». «Ως εκ τούτου στο πρώτο τρίμηνο του 2023 θα παρουσιάσουμε αρνητική μεταβολή στα δάνεια, παρά το ότι τόσο το 2021 όσο και το 2022 ήταν χρονιές πιστωτικής επέκτασης», εκτίμησε ο κ. Καραβίας, σημειώνοντας ωστόσο ότι «δεν εκτιμώ πως έχουμε credit crunch και πιστεύω πως στα επόμενα τρίμηνα κατά τη διάρκεια του έτους θα δούμε πιστωτική επέκταση αλλά σίγουρα η πιστωτική επέκταση του 2023 θα είναι χαμηλότερη από το 2022». 

Σε ότι αφορά την πορεία των επιτοκίων ο CEO του Ομίλου Eurobank εκτίμησε ότι «ο συνδυασμός της τραπεζικής κρίσης τις τελευταίες εβδομάδες και σίγουρα ο περιορισμός της πιστωτικής επέκτασης θα μπορούσαν να ωθήσουν τις κεντρικές τράπεζες να αναθεωρήσουν το ρυθμό με τον οποίο αυξάνουν τα επιτόκια». «Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν πως θα μπορούσαμε ακόμη και να δούμε αναστροφή της πορείας μέσα στο 2023 τουλάχιστον για μια κεντρική τράπεζα. Το Μάιο έχουμε την επόμενη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ για τα επιτόκια και κατά τη γνώμη μου δεν θα ήταν έκπληξη εάν η ΕΚΤ επιβράδυνε το ρυθμό με τον οποίο αυξάνει τα επιτόκια Κατά τη γνώμη μου εάν αύξανε τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης και όχι κατά 50 αυτή τη φορά θα άφηνε περισσότερες διαθέσιμες επιλογές για την ΕΚΤ στο τραπέζι σχετικά με μελλοντικές της κινήσεις».   

Αναφερόμενος στην τραπεζική κρίση που δημιουργήθηκε στην Αμερική με αφορμή την κατάρρευση της SVB, ο κ. Καραβίας σημείωσε ότι «τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, υπάρχουν ανησυχίες για τα χαρτοφυλάκια δανείων που σχετίζονται με εμπορικά ακίνητα (CRE – Commercial Real Estate). Εκτιμάται ότι στο τέλος του 2022 η έκθεση των ευρωπαϊκών τραπεζών σε εμπορικά ακίνητα (CRE) ανέρχονταν κατά μέσο όρο στο 8% των δανειακών τους χαρτοφυλακίων. Τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 18% για τις μεγάλης και 36% για τις μεσαίας κεφαλαιοποίησης αμερικανικές τράπεζες. Μια επιπλέον εστία προβληματισμού είναι τα δάνεια με μόχλευση (leverage loans), δηλαδή επιπρόσθετα δάνεια που δίνονται σε ιδιώτες και επιχειρήσεις που έχουν ήδη σημαντική έκθεση σε δανεισμό ή έχουν ιστορικό χαμηλής πιστωτικής αξιολόγησης. Για τις περισσότερες ευρωπαϊκές τράπεζες, η έκθεση σε δάνεια αυτής της κατηγορίας είναι αμελητέα. Υπάρχουν, ωστόσο, μερικές τράπεζες για τις οποίες τέτοιου είδους δάνεια αντιστοιχούν στο 10 – 20% της αξίας του χαρτοφυλακίου τους. Επιπρόσθετα, στην Ευρώπη, τα χαρτοφυλάκια με υψηλό ποσοστό ενυπόθηκων δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά». 

Παρόλα αυτά, στην Ελλάδα εξήγησε «δεν έχουμε ενδείξεις σημαντικής επιδείνωσης του ενεργητικού των τραπεζών. Η έκθεση σε δάνεια CRE είναι ελάχιστη, καθώς η Ελλάδα δεν ακολούθησε την υπόλοιπη Ευρώπη στην έκρηξη του Real Estate την τελευταία δεκαετία, εξαιτίας της εγχώριας δεκαετούς οικονομικής κρίσης. Η έκθεση σε δάνεια άμεσης μόχλευσης (outright leverage loans) είναι επίσης πολύ περιορισμένη και τα χαρτοφυλάκια ενυπόθηκων δανείων παρουσιάζουν ανθεκτικότητα, μέχρι στιγμής», ενώ πρόσφατα οι τράπεζες πήραν δύο σημαντικά μέτρα για την αναχαίτιση των επιπτώσεων από την άνοδο των επιτοκίων. 

«Κατά την άποψή μου, η νομισματική πολιτική και η στόχευση στον πληθωρισμό θα πρέπει να συμβαδίζουν με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Χωρίς σταθερές και υγιείς τράπεζες, ο μηχανισμός μετάβασης μέσω της νομισματικής πολιτικής καταρρέει», υπογράμμισε ο κ. Καραβίας σημειώνοντας ότι «υπάρχουν αναλυτές και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού που πιστεύουν ότι λόγω της πρόσφατης τραπεζικής αναταραχής, οι πιστωτικές συνθήκες γίνονται ολοένα πιο αυστηρές και ως εκ τούτου οι κεντρικές τράπεζες είτε θα σταματήσουν σύντομα να αυξάνουν τα επιτόκια είτε ακόμη και να αντιστρέψουν την πορεία τους».

Ωστόσο, οι τράπεζες διαθέτουν πολύ αποτελεσματικά εργαλεία για τη διαχείριση του επιτοκιακού κινδύνου και αυτό θα πρέπει να αποτελεί αποκλειστικά δική τους ευθύνη. Από την πλευρά τους και οι εποπτικές αρχές διαθέτουν τα μέσα για να παρακολουθούν εξίσου αποτελεσματικά την έκθεση του τραπεζικού συστήματος σε επιτοκιακούς κινδύνους.

Εκείνο που οι τράπεζες μπορούν να ελέγξουν λιγότερο αποτελεσματικά, είναι η επίδραση της αύξησης των επιτοκίων στην ποιότητα του ενεργητικού τους. Υπάρχει μια λεπτή γραμμή μεταξύ του επιπέδου των επιτοκίων, της πιστωτικής δυναμικής και της ποιότητας του ενεργητικού. Σε περίπτωση υπέρβασης στο μέτωπο των επιτοκίων, η ήπια προσγείωση της οικονομίας μπορεί να γίνει πιο δύσκολη με οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες.

Η μακροπροληπτική εποπτεία δεν πρέπει να περιορίζει το βαθμό ελευθερίας των κεντρικών τραπεζών στο να καθορίζουν τη νομισματική πολιτική με τον πλέον κατάλληλο τρόπο. Ούτως ή άλλως, οι κεντρικές τράπεζες είναι επιφορτισμένες με το δύσκολο έργο να προσαρμόζουν τη νομισματική πολιτική εξασφαλίζοντας, παράλληλα, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ομαλή προσγείωση της οικονομίας. Στο παρελθόν, υπήρξαν περιπτώσεις στις οποίες η επίτευξη αυτής της ισορροπίας δεν ήταν πάντα εφικτή. Ελπίζουμε ότι, αυτή τη φορά, θα λειτουργήσει άψογα.

Διαβάστε επίσης: 

Διαβάστε επίσης: 

Ανάπτυξη 2% φέτος «βλέπει» το Φόρουμ των Δελφών – Αισιοδοξία παρά τον πληθωρισμό

DEF: Ισχυρό το τραπεζικό σύστημα σε Ευρώπη και Ελλάδα

Louis de Guindos: H Ευρώπη κατάφερε να αποφύγει την τεχνητή ύφεση

Ακολουθήστε το Money Review στο Google News