Scope στο MR: Η επενδυτική βαθμίδα περνά μέσα από τις εκλογές – Οι ημερομηνίες, οι ανησυχίες
Ραντεβού με την Ελλάδα στις 3 Μαρτίου και στις 4 Αυγούστου του 2023 δίνει ο Dennis Shen, ο αναλυτής που καλύπτει τη χώρα για λογαριασμό της Scope, καθώς εξηγεί ότι οι πιθανότητες αναβάθμισης της ελληνικής πιστοληπτικής ικανότητας για τους επόμενους 18 μήνες είναι 33%. Ωστόσο, φαίνεται ότι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας περνά μέσα από τις επόμενες εκλογές, καθώς σε δηλώσεις του στο Moneyreview, ο Shen υπογραμμίζει πως εάν φανεί ότι η ελληνική κυβέρνηση προτίθεται να διατηρήσει τα πρωτογενή πλεονάσματα και μετά τις εκλογές, αυτός θα ήταν ένας σημαντικός παράγοντας για αναβάθμιση της αξιολόγησης. Αντίθετα, μία αριστερή στροφή που θα μπορούσε να επηρεάσει την προθυμία της Αθήνας για πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και γενικά, μια στροφή προς πιο επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές θα προκαλούσαν ανησυχία στη Scope, προσθέτει ο αναλυτής.
Η ενεργειακή κρίση καθυστέρησε την επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα. Πιστεύετε ότι η αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα έστω από έναν εκ των μεγάλων οίκων αξιολόγησης είναι εφικτή κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023; Έχετε κάποιο χρονοδιάγραμμα στο μυαλό σας;
H Scope Ratings άνοιξε τον δρόμο, αναβαθμίζοντας την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας στο ΒΒ+ -ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα- στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 2021. Στις 2 Δεκεμβρίου του 2022, η Scope έγινε ο πρώτος οίκος αξιολόγησης που αναβάθμισε τις προοπτικές της αξιολόγησης ΒΒ+ της Ελλάδας σε θετικές, κάτι που συνεπάγεται τουλάχιστον μία στις τρεις πιθανότητες για αναβάθμιση κατά ένα σκαλοπάτι στο ΒΒΒ- (το χαμηλότερο επίπεδο της επενδυτικής βαθμίδας) μέσα στους επόμενους 18 μήνες.
Η ενισχυμένη στήριξη των ευρωπαϊκών θεσμών προς την Ελλάδα –μία εξέλιξη που η Scope εκτιμά ότι θα συνεχιστεί και πέραν της τρέχουσας κρίσης- ίσως να αποτελέσει επιχείρημα υπέρ μιας αναβάθμισης στην επενδυτική βαθμίδα, εάν αυτή η στήριξη των θεσμών συνεχιστεί πέραν των εκλογών του 2023 και επιπλέον, εάν διαφαίνεται η διασφάλισή της πέραν της κρίσης του κορωνοϊού.
Οι καινοτομίες στη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική μετά την κρίση του κορωνοϊού αναμένεται να αποδειχθούν μόνιμες, ενισχύοντας την βιωσιμότητα του χρέους ευάλωτων δανειστών, όπως είναι η Ελλάδα.
Μία μεγάλη μείωση του κρατικού χρέους και η επιστροφή σε πρωτογενές πλεόνασμα έως το 2023, στηρίζουν περαιτέρω τις ευνοϊκές προοπτικές που δίνουμε στην Ελλάδα –αν και περιμένουμε πιο συντηρητικά πρωτογενή πλεονάσματα στο 1% του ΑΕΠ από το 2024-2027 (σε σύγκριση με τον στόχο της κυβέρνησης για πλεονάσματα γύρω στο 2% του ΑΕΠ). Υπάρχουν λιγότεροι έλεγχοι του προϋπολογισμού σε αυτό το στάδιο, έπειτα από την ολοκλήρωση των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής και του πλαισίου ενισχυμένης εποπτείας, με αποτέλεσμα να διαμορφώνουμε πιο συντηρητικές εκτιμήσεις.
Η Scope θα θεωρούσε περαιτέρω σημαντικές μειώσεις στο χρέος ως προς το ΑΕΠ θετικές για την πιστοληπτική αξιολόγηση, καθώς αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει να αποτραπεί η επανεκτίμηση του ρίσκου που σχετίζεται με υπερχρεωμένα κράτη της Ευρωζώνης, όπως η Ελλάδα. Εάν αποδειχθεί ότι η Ελλάδα είναι πιθανό να διατηρήσει συνετά πρωτογενή πλεονάσματα μετά το πρόγραμμα ενισχυμένης εποπτείας και μετά τις εκλογές του 2023, θα ήταν ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας που θα εξεταζόταν για την επενδυτική βαθμίδα.
Η Scope έχει δύο ημερομηνίες στις οποίες προγραμματίζει να επανεξετάσει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας κατά τη διάρκεια του 2023 – στις 3 Μαρτίου και στις 4 Αυγούστου του 2023.
Στην τελευταία ανάλυση της Scope για την Ελλάδα αναφέρετε ότι η όποια εκλογική αβεβαιότητα ή/και μετεκλογική στροφή στη δημοσιονομική πολιτική θα μπορούσε να αυξήσει το χρηματοοικονομικό ρίσκο. Τι είναι αυτό που θα κοιτάζετε στις επόμενες εκλογές; Ποιο αποτέλεσμα θα σας προκαλούσε ανησυχία;
Εν όψει των βουλευτικών εκλογών του Ιουλίου του 2023, η στήριξη για το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας έχει υποχωρήσει, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, κάτι που κάνει την προοπτική μιας μελλοντικής κυβέρνησης συνασπισμού και της πολιτικής αβεβαιότητας που αυτή συνεπάγεται πιο πιθανή.
Αυτή τη στιγμή, τα πιο πιθανά σενάρια είναι είτε ένας νέος μεγάλος συνασπισμός της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ ή εναλλακτικά, ένας αριστερός συνασπισμός με τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει η πιθανότητα να σημειωθούν δύσκολες διαπραγματεύσεις για συνασπισμό μετά τις εκλογές, η πιθανότητα ακυβερνησίας και τελικά, μιας αριστερής στροφής σε κάποιο βαθμό, που είναι πιθανό να επηρεάσει την κατεύθυνση της δημοσιονομικής και οικονομικής πολιτικής, ειδικά την προθυμία της κυβέρνησης να διατηρήσει ένα υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα και να επιδείξει σταθερή συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες.
Μία πιο σημαντική στροφή στις δημοσιονομικές πολιτικές προς την πιο επεκτατική κατεύθυνση και μια εξασθένηση της δημοσιονομικής σύνεσης –που θα δοκίμαζε τη σχέση της Ελλάδας με τους Ευρωπαίους εταίρους- θα αποδεικνυόταν πιο ανησυχητική.
Καθώς τα επιτόκια αυξάνονται και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να ξεκινήσει τη δημοσιονομική σύσφιγξη, ανησυχείτε ότι η αύξηση των spreads θα φέρει μια νέα κρίση χρέους; Είναι αυτό μία ανησυχία ειδικά για την Ελλάδα;
Ο υψηλός πληθωρισμός και τα αυξανόμενα επιτόκια υπονομεύουν την ανάπτυξη. Υποβαθμίσαμε την πρόβλεψή μας για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2023 στο 1,1% (από 2,1% που προβλέπαμε τον Ιούλιο του 2022), έστω και εάν αναβαθμίσαμε τις προσδοκίες μας για την οικονομική ανάπτυξη του 2022 στο 6% (από 4,9% στις προβλέψεις του Ιουλίου).
Την ίδια στιγμή, ο υψηλός πληθωρισμός επίσης στηρίζει τη δυναμική του ελληνικού χρέους σε σημαντικό βαθμό, αντισταθμίζοντας με το παραπάνω την επίδραση από την αύξηση των επιτοκίων βραχυπρόθεσμα, με τη συνολική δυναμική αυτή τη στιγμή να φέρνει μια καθαρή μείωση του δείκτη του χρέους –επιτυγχάνοντας τον επιθυμητό στόχο της μείωσης του ελληνικού χρέους μέσω του πληθωρισμού. Περιμένουμε ότι ο δείκτης δημοσίου χρέους της Ελλάδας θα πέσει στο 169,3% φέτος και στο 147% έως το 2027, από 206% στα υψηλά του 2020 –εν μέρει λόγω της προσδοκίας ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει πάνω από τους προ-πανδημίας αποπληθωριστικούς μέσους όρους κατά τα επόμενα χρόνια.
Όμως, υπάρχει ο κίνδυνος ο υψηλός πληθωρισμός να επιμείνει για πολύ περισσότερο, κάτι που τελικά θα περιόριζε περαιτέρω τις κρίσιμες παρεμβάσεις της ΕΚΤ στις αγορές, όπου στηρίζει κράτη σαν την Ελλάδα, ώστε να κάνει ό,τι χρειαστεί για να αντιμετωπίσει τις sell off φάσεις στις αγορές. Μακροπρόθεσμα, μπορεί να χρειαστεί ένα θετικό πραγματικό επιτόκιο για να αντιμετωπιστεί ο ανεξέλεγκτος πληθωρισμός. Η εμφάνιση τέτοιων σοβαρών περιορισμών στα περιθώρια νομισματικών κινήσεων που έχει η ΕΚΤ μπορεί να επιδράσουν αρνητικά στην πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας.
Προβλέπουμε ότι οι πληρωμές τόκων της Ελλάδας θα αυξηθούν από το 5% των εσόδων γενικής κυβέρνησης που ήταν στα χαμηλά του 2021, φτάνοντας στο 8,6% έως το 2027 εν μέσω υψηλότερων επιτοκίων δανεισμού, έστω και εάν ο δείκτης δημοσίου χρέους θα μειώνεται. Η μετάβαση της ΕΚΤ προς την ποσοτική σύσφιγξη καθώς και η μεταφορά του χρέους που κατείχε στο ευρωσύστημα προς τα χαρτοφυλάκια του ιδιωτικού τομέα στο μέλλον, επιδρούν αρνητικά στην πιστοληπτική ικανότητα, καθώς οι αξιολογήσεις δίνονται με βάση τα χρέη που πρέπει το κάθε κράτος να αποπληρώσει στον ιδιωτικό τομέα.
Επομένως, ο υψηλός πληθωρισμός και τα υψηλότερα επιτόκια θα μπορούσαν να αποδειχθούν μεγάλο εμπόδιο στο μονοπάτι της Ελλάδας προς την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας μακροπρόθεσμα, εάν αυξήσουν περαιτέρω τις πληρωμές τόκων, φέρουν χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη και υπονομεύσουν περαιτέρω την ικανότητα της ΕΚΤ να διατηρήσει τη σταθερότητα των αγορών.
Διαβάστε επίσης:
Scope για Ελλάδα: Οι παράγοντες που «δείχνουν» την επενδυτική βαθμίδα – Ανάπτυξη 1,1% το 2023
Scope: Αναβάθμισε τις προοπτικές της Ελλάδας – Πώς θα ανακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα
Moody’s για Ελλάδα: Τι θα κοιτάζει στις επόμενες εκλογές
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News