Τράπεζες στο Capital Link: Για ποιους λόγους είναι ανθεκτική η ελληνική οικονομία
«Ανθεκτική θα παραμείνει η ελληνική οικονομία το 2023, καταγράφοντας τον 3ο ή 4ο μεγαλύτερο αναμενόμενο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη (1,8%), σε σχέση με την τάση στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες , όπου ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα είναι χαμηλός ή και αρνητικός το 2023».
Αυτό επεσήμανε ο Πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας Γκίκας Χαρδούβελης μιλώντας στο πλαίσιο του Συνεδρίου Capital Link “Invest in Greece”, που πραγματοποιήθηκε στα τέλη της περασμένης εβδομάδας στην Νέα Υόρκη, σημειώνοντας ότι «η ελληνική οικονομία διατηρεί ισχυρή δυναμική και υψηλά αποθέματα ρευστότητας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, ενώ το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) προσφέρει ένα αναπτυξιακό μαξιλάρι ασφαλείας».
«Η ανάπτυξη βασίζεται σε ένα διαφοροποιημένο και ευρύ φάσμα παραγόντων, που συμπεριλαμβάνει όλες τις υγιείς επιχειρήσεις, που επέζησαν της πολυετούς εγχώριας οικονομικής κρίσης», σημείωσε ο κ. Χαρβούβελης, ο οποίος αναφέρθηκε στην εξαμηνιαία έρευνα για την ελληνική επιχειρηματικότητα της Εθνικής Τράπεζας, που διεξάγεται τα τελευταία 14 χρόνια, και δείχνει ότι υπάρχει ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον ακόμα και μεταξύ των ΜμΕ, με το 86% να σχεδιάζει επενδύσεις για τα επόμενα πέντε χρόνια, εν μέρει λόγω των ευκαιριών που προσφέρει το ΤΑΑ. Η έρευνα δείχνει μια ξεκάθαρη αντιστροφή της τάσης σε σχέση με 5 χρόνια νωρίτερα.
«Το μακροοικονομικό περιβάλλον του 2023 ενδέχεται να επιβραδύνει προσωρινά τον ρυθμό αύξησης της ζήτησης για νέες χορηγήσεις και να αυξήσει τον πιστωτικό κίνδυνο που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες. σημείωσε ο κ. Χαρδούβελης. Εντούτοις, υπογράμμισε ότι «οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον αρκετά ισχυρές τόσο από πλευράς κεφαλαιακής επάρκειας όσο και ρευστότητας, προσφέροντας άφθονο νέο δανεισμό με λογικά επιτόκια, βοηθώντας έτσι την οικονομία να γίνει πιο παραγωγική. Η ισχύς αυτή των τραπεζών βασίζεται σε σειρά παραγόντων, όπως: 1) η συρρίκνωση του αποθέματος των κόκκινων δανείων σε μονοψήφιο αριθμό για πρώτη φορά από το 2009, 2) η ισχυρή επαναλαμβανόμενη κερδοφορία, 3) ο χαμηλός λόγος δανείων προς καταθέσεις, που διαμορφώνεται κάτω του 60%, 4) οι επενδύσεις σε νέα πληροφοριακά συστήματα και τεχνολογίες, η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών τους, και οι συνεργασίες τους με εταιρείες fintech, 5) οι βέλτιστες πρακτικές τους σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης, και 6) η μακροπρόθεσμη πελατοκεντρική στρατηγική τους».
Από την πλευρά της Eurobank ο πρόεδρος του Ομίλου Γιώργος Ζανιάς σημείωσε ότι η καθαρή πιστωτική επέκταση το 2022 πλησιάζει διψήφιο ποσοστό αύξησης, το οποίο αποδίδεται κυρίως σε πιστωτική επέκταση σε επιχειρήσεις καθώς ο τομέας των νοικοκυριών ακόμη αντιμετωπίζει προβλήματα που δημιουργήθηκαν την περίοδο της κρίσης. Η πιστωτική επέκταση, σημείωσε ο κ. Ζανιάς «έχει δυνατότητες σημαντικής περαιτέρω αύξησης έως ότου φτάσει τα επίπεδα δανεισμού σε παρόμοιες χώρες της Ευρωζώνης» καθώς σήμερα «τα εξυπηρετούμενα δάνεια του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ανέρχονται σε 105 δισ. ευρώ περίπου ήτοι σε 55% περίπου του ΑΕΠ. Οι διαχειριστές των μη εξυπηρετούμενων δανείων επίσης, υπολογίζουν πως 10 δισ. περίπου από τα δάνεια που βρίσκονται στην κατοχή τους θα επιστρέψουν στον τραπεζικό τομέα τα επόμενα 2-3 χρόνια αλλά περισσότερος χρόνος θα απαιτηθεί για να ολοκληρωθεί η προσαρμογή στα υπόλοιπα μη εξυπηρετούμενα δάνεια» σημείωσε ο πρόεδρος της Eurobank.
O κ. Ζανιάς αναφέρθηκε στην πρόσφατη μελέτη της Eurobank που ταυτοποιεί τον ενεργειακό τομέα, τις τηλεπικοινωνίες και τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τις υποδομές, τον τουρισμό και τις αστικές αναπλάσεις, την βιομηχανία, ως τους πέντε τομείς της οικονομίας στους οποίους θα γίνουν επενδύσεις 38 δισ. ευρώ περίπου τα επόμενα χρόνια περιορίζοντας το σημαντικό επενδυτικό καινό το οποίο υπάρχει.
Αναφορικά με την ποιότητα του χαρτοφυλακίου των δανείων κατά την προσεχή περίοδο που κυριαρχούν υψηλή αβεβαιότητα-υψηλοί ρυθμοί πληθωρισμού-υψηλά επιτόκια, αναμένεται μια σχετικά περιορισμένη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων για τα οποία οι τράπεζες ήδη παίρνουν κάποιες επιπλέον προβλέψεις. Μεγαλύτερα προβλήματα αναμένεται ν’ αποφευχθούν, εκτίμησε ο κ. Ζανιάς καθώς «οι ελληνικές τράπεζες έχουν αποκτήσει σημαντική εμπειρία στην αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, οι ισολογισμοί έχουν καθαρίσει από οριακές περιπτώσεις δανειοληπτών κύρια κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, η τρέχουσα κερδοφορία αναπληρώνει τυχόν απώλειες κεφαλαίων, ενώ συγχρόνως υπάρχει στη χώρα ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας και δημοσιονομική στήριξη».
Εντός ενός επιδεινούμενου διεθνούς περιβάλλοντος, και με την Ευρωζώνη στα πρόθυρα στασιμοπληθωρισμού, η ελληνική οικονομία υπεραποδίδει, όπως δείχνουν τα νούμερα των πρώτων 9 μηνών του 2022 επεσήμανε μιλώντας στο ίδιο Συνέδριο ο Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου της Eurobank, Δρ Τάσος Αναστασάτος, εκτιμώντας ότι «η υπεραπόδοση αναμένεται να συνεχιστεί το 2023, αν και με επιβράδυνση σε σχέση με φέτος». Κινητήριες δυνάμεις θα είναι η συνεχιζόμενη στήριξη από τον τουρισμό, το φιλόδοξο επενδυτικό πρόγραμμα στα πλαίσια του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης, η θετική επίδραση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν εφαρμοστεί στην παραγωγικότητα, και η μεγάλη διαθεσιμότητα ρευστότητας από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα». Ο κ. Αναστασάτος εκτίμησε ότι «με την προϋπόθεση της επιμονής στην ατζέντα των μεταρρυθμίσεων και της επίτευξης του στόχου του προϋπολογισμού του 2023 για πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ, η ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023 είναι εφικτή».
Ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank Κωνσταντίνος Βασιλείου, αναφέρθηκε στη μελέτη της Eurobank που εξετάζει δεκάδες εεπενδυτικών έργων συνολικής αξίας 38,7 δισ. ευρώ σε πέντε βασικούς πυλώνες δραστηριοτήτων οι οποίοι θα οδηγήσουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια. Τα έργα αυτά, υπό εύλογες υποθέσεις, εκτίμησε ο κ. Βασιλείου μπορούν να αυξήσουν το ελληνικό ΑΕΠ κατά 47 δισ. ευρώ τουλάχιστον σε ορίζοντα 10ετίας (12,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ) και κατά 88 δισ. ευρώ τουλάχιστον σε ορίζοντα 20ετίας, ενώ τουλάχιστον 420.000 άνθρωποι θα απασχοληθούν στις δραστηριότητες που σχετίζονται με αυτές τις επενδύσεις.
Από την πλευρά της Alpha Bank ο Λάζαρος Παπαγαρυφάλλου, Γενικός Διευθυντής – Chief Financial Officer του Ομίλου αναφέρθηκε στην πορεία μετασχηματισμού που όπως είπε ξεκίνησε το 2019 όταν ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της Τράπεζας ήταν στο 44%. «Δημιουργήσαμε ένα νέο οργανωτικό σχήμα Holdco/Opco που μας έδωσε τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε μία τιτλοποίηση ΜΕΑ πολλών δισ. ευρώ – το Project Galaxy – μαζί με 7 πρόσθετες τιτλοποιήσεις, με αποτέλεσμα ο Δείκτης ΜΕΑ να διαμορφωθεί σε περίπου 8% τον Σεπτέμβριο του 2022», σημείωσε. Στην ίδια κατεύθυνση, αναφέρθηκε και στην επέκταση του χαρτοφυλακίου εξυπηρετούμενων δανείων, από λιγότερο από 27 δισ. ευρώ το 2019, σε περισσότερο από 31 δισ. ευρώ σήμερα, παρά τις προκλήσεις της πανδημίας.
Παράλληλα, πρόσθεσε ότι «ανασυγκροτήσαμε έντονα την κεφαλαιακή μας βάση μέσω μίας σειράς ενεργειών, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου ύψους 800 εκατ. ευρώ το 2021 – της πρώτης αναπτυξιακής έκδοσης μετοχικού κεφαλαίου για ελληνική τράπεζα τα τελευταία 10 χρόνια – της έκδοσης χρηματοδοτικών εργαλείων Tier 2 ύψους 1 δισ. ευρώ και άλλων συναλλαγών που προσέθεσαν επιπλέον 150 μονάδες βάσης κεφαλαίου».
Ειδική αναφορά έκανε τέλος στον μετασχηματισμό στο ανθρώπινο κεφάλαιο της Τράπεζας, όπως ο επαναπατρισμός περισσότερων από 50 ταλαντούχων Ελλήνων που εργάζονταν στο εξωτερικό – τους λεγόμενους “Alpha Ithacans”, την εισαγωγή ενός νέου πλαισίου διαλόγου γύρω από τη διαφανή αξιολόγηση της απόδοσης των εργαζομένων, καθώς και στην ενσωμάτωση της Διαφορετικότητας, της Ισότητας και της Συμπερίληψης στην ευρύτερη στρατηγική του Ομίλου.
Διαβάστε επίσης:
Οι αποφάσεις για τις κορβέτες και παραλειπόμενα από το νεοϋορκέζικο φόρουμ της Capital Link
Τζ. Πάιατ στους Αμερικανούς επενδυτές: Oι ευκαιρίες αφθονούν στον ελληνικό ενεργειακό τομέα
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News