Αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ: Τι σημαίνει για δανειολήπτες και καταθέτες
Την αύξηση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ, πιθανότατα κατά 75 μονάδες βάσης, σήμερα από την ΕΚΤ προεξοφλεί η πορεία του euribor 3μήνου που έχει ήδη αναρριχηθεί στο 0,816%, με προοπτική περαιτέρω ανόδου έως τα τέλη του χρόνου κατά 100 μονάδες βάσης επιπλέον.
Η αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων κατά 0,75 μεταφράζεται σε άνοδο της δόσης ενός μέσου στεγαστικού δανείου 100.000 ευρώ με μέσο αρχικό επιτόκιο 3% και διάρκεια αποπληρωμής τα 15 χρόνια, σε 37 ευρώ το μήνα – ή 39 ευρώ το μήνα για το ίδιο δάνειο με διάρκεια αποπληρωμής τα 20 χρόνια – η οποία όμως φτάνει τα 50 – 52 ευρώ το μήνα στην προοπτική της ανόδου των επιτοκίων κατά 1 μονάδα.
Για ένα μέσο επιχειρηματικό τοκοχρεωλυτικό δάνειο 200.000 ευρώ με μέσο αρχικό επιτόκιο 5,5% και διάρκεια αποπληρωμής τα 10 χρόνια, η αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης μεταφράζεται σε αύξηση της μηνιαίας δόσης κατά 76 ευρώ το μήνα και προσθέτει ένα ακόμη βάρος στο αυξημένο κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Με δεδομένο ότι το 90% των στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων συνδέεται είτε με το euribor 3μήνου – είτε με το euribor 1 μήνα – η άνοδος έχει φανεί ήδη στους μηνιαίους λογαριασμούς που έχουν στείλει οι τράπεζες και οι εταιρείες διαχείρισης, που διαχειρίζονται τεράστιο όγκο δανείων, που ξεπερνά τα 80 δισ. ευρώ. Εξαίρεση αποτελούν οι παλιές συμβάσεις δανείων – κυρίως στεγαστικών – που λόγω του ότι έχει ωριμάσει η τοκοχρεωλυτική περίοδος, θα επηρεαστούν ελάχιστα. Πρόκειται για δάνεια που έχουν χαμηλό spread, δηλαδή το περιθώριο που χρεώνει η τράπεζα και άρα η δόση θα παραμένει φθηνή έως την λήξη του δανείου.
Δεν συμβαίνει το ίδιο για τα δάνεια που έχουν συναφθεί τα τελευταία χρόνια που κατά κανόνα έχουν μεγαλύτερο spread και η άνοδος των επιτοκίων θα προστεθεί σε μια υψηλότερη βάση υπολογισμού, επιβαρύνοντας τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς εν μέσω ενός δύσκολου φθινοπώρου.
Κόντρα στην ανοδική τάση των κυμαινόμενων επιτοκίων, τα σταθερά επιτόκια παραμένουν χαμηλά και διαμορφώνονται από 2,9% για μικρές διάρκειες 3ετών και φθάνουν έως και 4,20% για μεγάλες διάρκειες 30 ετών. Με τον τρόπο αυτά τα σταθερά επιτόκια συνεχίζουν να αποτελούν ασφαλές καταφύγιο στην άνοδο των επιτοκίων, αλλά σύμφωνα με την εικόνα που μεταφέρουν οι τράπεζες τα επίπεδά τους – που έχουν υποστεί ήδη μια μικρή αύξηση μέσα στο καλοκαίρι – δεν είναι διατηρήσιμα με βάση την πορεία των interest swap rates, που έχει αυξήσει το κόστος για τις τράπεζες προκειμένου να κλειδώσουν τα επιτόκια για μεγάλες σταθερές διάρκειες, όπως τα 10, τα 20 ή ακόμη και τα 30 χρόνια. Έτσι οι νέες αυξήσεις και στα σταθερά επιτόκια είναι προ των πυλών και αναμένεται να επηρεάσουν την ζήτηση για την αγορά κατοικίας που ωστόσο σύμφωνα με τα στοιχεία του οκταμήνου του έτους, κινείται σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Οι καταθέσεις
Στο μέτωπο των καταθέσεων οι τράπεζες έχουν ανακοινώσει ότι θα περάσουν το μισό περίπου της αύξησης που θα ανακοινώσει σήμερα η ΕΚΤ, περιορίζοντας τα οφέλη για τους καταθέτες, οι οποίοι άλλωστε βλέπουν την πραγματική αξία των αποταμιεύσεών τους να εξανεμίζεται λόγω του υψηλού πληθωρισμού. Η υπερβάλλουσα ρευστότητα που υπάρχει στις εμπορικές τράπεζες – η αύξηση των καταθέσεων αθροίζει τα 41,7 δισ. ευρώ από τον Ιανουάριο του 2020 μέχρι σήμερα – δεν δημιουργεί πιέσεις για το κυνήγι καταθέσεων και άρα για την αύξηση των επιτοκίων.
Το μέσο επιτόκιο στις προθεσμιακές καταθέσεις διαμορφώνεται κοντά στο 0,10% και ο υψηλός πληθωρισμός που κινείται με ρυθμό 11,3%, οδηγεί σε διάβρωση των εισοδημάτων των νοικοκυριών.
Το επίπεδο των επιτοκίων δεν αρκεί καν για την κάλυψη του φόρου επί των τόκων των καταθέσεων που διαμορφώνεται στο 15% και η αναζήτηση εναλλακτικών πηγών προστασίας αξιοποίησης των χρημάτων τους αποτελεί μονόδρομο για τους καταθέτες, που θέλουν να προστατέψουν την αξία των αποταμιεύσεών τους σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού.
Διαβάστε επίσης:
Τράπεζες: Γιατί μειώνονται τα επιτόκια των δανείων
Επιθετική αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ – Έως και 1,2 δισ. πρόσθετα έσοδα για τις ελληνικές τράπεζες
Ο πληθωρισμός εξαφανίζει τις αυξήσεις των επιτοκίων στις καταθέσεις
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News