Κυβερνήσεις: Οι νέοι πανίσχυροι επενδυτές
Οι κυβερνησεις είναι οι νέοι ακτιβιστές επενδυτές. Η πανδημία, όχι και πολύ διαφορετικά από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, «έλυσε τα χέρια» των κυβερνήσεων έτσι ώστε να αναμειχθούν περισσότερο στον ιδιωτικό τομέα. Τα πακέτα διάσωσης έκαναν τις κυβερνήσεις να διακρατούν σήμερα μερίδια σε προβληματικές επιχειρήσεις καθώς και σε εταιρείες στρατηγικής σημασίας για τα συμφέροντα του κράτους. Το βασικό συστατικό, που συνήθως απουσιάζει, είναι η καλή διακυβέρνηση.
Η αντίληψη ότι οι κυβερνήσεις δεν θα πρέπει να αναμειγνύονται στις επιχειρήσεις ήταν ήδη απηρχαιωμένη πριν ακόμη ξεσπάσει η πανδημία του κορωνοϊού. Οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις εταιρειών κοινής ωφελείας και ταχυδρομικών υπηρεσιών απέτυχαν συχνά να αποφέρουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα και να βελτιώσουν την απόδοση και τις υπηρεσίες. Τα χρηματοδοτούμενα από τους φορολογουμένους πακέτα διάσωσης των τραπεζών το 2008 έβαλαν επίσης τέλος στην αλλαζονεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Αλλωστε και η οικονομική επιτυχία της Κίνας ενίσχυσε τον καθοδηγούμενο από το κράτος καπιταλισμό. Στην αρχή του αιώνα, οι κυβερνήσεις, μέσω κρατικών εταιρειών ή κρατικών επενδυτικών ταμείων, ήλεγχαν μόλις το 5% του ενεργητικού των 2.000 μεγαλύτερων επιχειρήσεων του πλανήτη, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Εως το 2018, ήλεγχαν το ένα-πέμπτο.
Η πανδημία ήρθε λοιπόν να επιταχύνει αυτή την τάση. Οι αρχές, από το Χονγκ Κονγκ έως το Παρίσι, διοχέτευσαν άφθονο κρατικό χρήμα σε αεροπορικές εταιρείες που αναγκάστηκαν να καθηλώσουν στο έδαφος τους στόλους αεροσκαφών τους και σε άλλες προβληματικές επιχειρήσεις. Οι προηγμένες οικονομίες δέσμευσαν περισσότερο από το 10% του ΑΕΠ τους σε μετοχικό κεφάλαιο, πιστώσεις και εγγυημένα δάνεια, σύμφωνα πάντα με το ΔΝΤ. Ενα μεγάλο μέρος αυτού του χρέους θα μετατραπεί σε μετοχές, γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα οι φορολογούμενοι να βρεθούν να κρατούν μετοχικά μερίδια, πολύ πιθανόν για πολλά χρόνια.
Επιπλέον, οι χώρες άρχισαν να δρουν περισσοτερο προληπτικά. Βρετανία και Γερμανία ανέλαβαν τώρα πολύ μεγαλύτερες εξουσίες στην αξιολόγηση των ξένων επενδύσεων, στα πρότυπα της Επιτροπής Ξένων Επενδύσεων των ΗΠΑ. Αυτό σημαίνει ότι επενδύουν απευθείας σε επιχειρήσεις τις οποίες θεωρούν στρατηγικές για τα εθνικά τους συμφέροντα. Για παράδειγμα, η γερμανική κυβέρνηση «έρριξε» 300 εκατ.ευρώ στην εταιρεία παρασκευής εμβολίων CureVac, ενώ η Βρετανία 500 εκατ.δολάρια στην εταιρεία δορυφορικών εφαρμογών OneWeb. Επίσης, το ιταλικό επενδυτικό κρατικό ταμείο της Ιταλίας Cassa Depositi e Prestiti εξασφάλισε μερίδιο στην εταιρεία πληρωμών Nexi και στο Euronext.
Σήμερα, η μεγαλύτερη ανησυχία έγκειται στο γεγονός ότι τα κράτη – μέτοχοι μπορεί να μην καταφέρουν να αντεπεξέλθουν στις προτεραιότητες που έχουν θέσει. Και αυτό, επειδή οι πολιτικές πιέσεις για να υπερασπιστούν εθνικά συμφέροντα, να αναπτύξουν νέες τεχνολογίες ή να αναζωογονήσουν περιφέρειες που επλήγησαν από την κρίση μπορεί να έρθουν σε σύγκρουση με τις αναμενόμενες αποδόσεις των επενδύσεων, δεδομένου ότι το απόλυτο ζητούμενο είναι οι κυβερνήσεις να μεγιστοποιήσουν την αξία για τους φορολογουμένους.
Οι επενδυτικές κρατικές εταιρείες της Σιγκαπούρης Temasek και της Φινλανδίας Solidium παραμένουν ανένδοτες στην άποψη ότι η κρατική συμμετοχή ή ιδιοκτησία δεν πρέπει να γίνει συνώνυμη με τη σπατάλη και την ανεπάρκεια. Το εάν και οι υπόλοιπες κυβερνήσεις θα ακολουθήσουν την ίδια προσέγγιση όταν θα περάσει η πανδημία, αυτό είναι κάτι που θα το δούμε. Οποιο δρόμο όμως και να ακολουθήσουν, οι κυβερνήσεις θα είναι οι επενδυτές που σίγουρα θα παρακολουθούμε καθ΄όλη τη διάρκεια του Νέου Ετους.
Πηγή: REUTERS
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News