Πώς θα αποτραπεί μια επισιτιστική κρίση; Oι χώρες-κλειδιά και το blame-game Ρωσίας και Δύσης
Mπορεί να ισχυρίζεται ότι δεν ευθύνεται η Ρωσία για την παγκόσμια επισιτιστική κρίση, ρίχνοντας το φταίξιμο στη Δύση και την πολιτική επιβολής κυρώσεων σε βάρος στη Μόσχα, όμως η εισβολή του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, στην Ουκρανία έχει καταστροφικές συνέπειες πέραν του πεδίου της μάχης: Ο πόλεμος καταστρέφει το παγκόσμιο σύστημα τροφίμων, το οποίο ήταν ήδη αποδυναμωμένο εξαιτίας της πανδημίας, της κλιματικής αλλαγής και του ενεργειακού σοκ.
Οι έως τώρα ενδείξεις είναι κάτι παραπάνω από ανησυχητικές: Ρωσία και Ουκρανία αντιπροσωπεύουν το 28% της παγκόσμιας παραγωγής σιταριού, 19% της παραγωγής κριθαριού, 15% καλαμποκιού και 75% ηλιελαίου. Σχεδόν το ήμισυ των δημητριακών που εισάγει ο Λίβανος και η Τυνησία προέρχονται από Ρωσία και Ουκρανία. Για τη Λιβύη και την Αίγυπτο, το ποσοστό ανέρχεται στα δύο-τρίτα. Οι εξαγωγές τροφίμων της Ουκρανίας παρέχουν τις θερμίδες για τη σίτιση 400 εκατ. ανθρώπων.
Εξαιτίας του πολέμου, οι τιμές σιταριού έχουν αυξηθεί 53% από τις αρχές του έτους, ενώ στις 16 Μαΐου έκαναν άλμα 6% μέσα σε μία ημέρα, μετά την ανακοίνωση της Ινδίας ότι αναστέλλει τις εξαγωγές, λόγω του κύματος καύσωνα.
Ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, έκρουσε προ ημερών τον κώδωνα κινδύνου για «παγκόσμια έλλειψη σε τρόφιμα», η οποία θα μπορούσε να διαρκέσει χρόνια. Το υψηλό κόστος νωπών τροφίμων έχει ήδη ως αποτέλεσμα τη δραματική αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που δεν καταφέρνουν να εξασφαλίσουν τα βασικά είδη διατροφής κατά 440 εκατομμύρια παγκοσμίως, στο 1,6 δισεκατομμύρια. Σχεδόν 250 εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονται στα όρια της πείνας και εάν ο πόλεμος συνεχισθεί, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο την προσφορά από Ρωσία και Ουκρανία -ένα σενάριο που φαίνεται πολύ πιθανό- τότε εκατομμύρια άνθρωποι θα βρεθούν στα όρια της φτώχειας, αναφέρει σε ανάλυσή του ο «Economist».
Μια τέτοια εξέλιξη προκαλεί ανησυχίες για ξέσπασμα πολιτικών αναταραχών, όπως είχε συμβεί με την Αραβική Άνοιξη, με το κύμα διαδηλώσεων και διαμαρτυριών που άρχισε τον Δεκέμβριο του 2010 και εξαπλώθηκε σε χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Στις αναδυόμενες οικονομίες, το 25% του εισοδήματος των νοικοκυριών πηγαίνει σε αγορές βασικών ειδών διατροφής, ενώ στις χώρες της υποσαχάριου Αφρικής, το ποσοστό ανέρχεται έως και το 40%. Στην Αίγυπτο, το ψωμί αποτελεί βασικό είδος διατροφής, γι’ αυτό και η κυβέρνηση ανακοίνωσε προσφάτως περιορισμό στις εξαγωγές αλεύρων και σιτηρών ώστε να συγκρατήσει τις ανατιμήσεις και να αποφύγει το ενδεχόμενο αναταραχών. Ανάλογα μέτρα παρατηρούνται και σε άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής, για παράδειγμα η Τυνησία είχε ανακοινώσει περιορισμό στις εξαγωγές τομάτας.
Ο πρόεδρος Πούτιν δεν πρέπει να χρησιμοποιεί τα τρόφιμα ως όπλο. Οι ελλείψεις δεν αποτελούν αναπόφευκτη συνέπεια του πολέμου. Και οι παγκόσμιοι ηγέτες θα πρέπει να εκλάβουν την πείνα ως παγκόσμιο πρόβλημα, που χρειάζεται παγκόσμια λύση.
Ακόμη και πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων προέβλεπε ότι το 2022 θα ήταν μια ιδιαίτερα δύσκολη χρονιά. Η Κίνα, η μεγαλύτερη παραγωγός σιταριού στον κόσμο, είχε προειδοποιήσει για το ενδεχόμενο της χειρότερης ιστορικά σοδειάς. Το κύμα καύσωνα σαρώνει την Ινδία, τη δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγό παγκοσμίως. Και η ξηρασία απειλεί τις καλλιέργειες σε άλλες περιοχές, από Αμερική μέχρι Αφρική. Στην εποχή της κλιματικής αλλαγής, τα ακραία δυσμενή καιρικά φαινόμενα έχουν αυξηθεί σε συχνότητα και διάρκεια.
Σύμφωνα με τον «Εconomist», τα μέτρα από τις κυβερνήσεις, εάν δεν είναι συντονισμένα σε διεθνές επίπεδο, θα μπορούσαν να επιδεινώσουν αντί να βελτιώσουν την κατάσταση. Από την έναρξη του πολέμου, 23 χώρες -από Καζακστάν μέχρι Κουβέιτ- έχουν ανακοινώσει σημαντικούς περιορισμούς στις εξαγωγές τροφίμων που καλύπτουν το 10% της παγκόσμιας προσφοράς. Περισσότερο από το ένα τρίτο των εξαγωγών λιπασμάτων έχουν περιορισθεί. Το «πάγωμα» του εμπορίου τροφίμων φέρνει πιο κοντά στην πραγματικότητα ένα εφιαλτικό σενάριο επισιτιστικής κρίσης.
Το blame-game μεταξύ Δύσης και Ρωσίας οδηγεί σε αδιέξοδη κατάσταση, αποτελώντας μια πολύ καλή δικαιολογία για ολιγωρία.
Η απάντηση σε ένα παγκόσμιο πρόβλημα μπορεί να δοθεί μόνο μέσω συντονισμένων αποφάσεων από τις κυβερνήσεις, φροντίζοντας να κρατήσουν ανοικτές τις αγορές. Προσφάτως, η Ινδονησία -παραγωγός του 60% της παγκόσμιας προσφοράς φοινικελαίου- ήρε τους περιορισμούς στις εξαγωγές. Η άμεση ανακούφιση θα ερχόταν εάν άνοιγε ο δρόμος της Μαύρης Θάλασσας, απεγκλωβίζοντας σχεδόν 25 εκατ. τόνους καλαμποκιού και σιταριού. Σε αυτό χρειάζεται η συμβολή τριών χωρών: Η Ρωσία πρέπει να επιτρέψει τη μεταφορά προϊόντων από Ουκρανία, η ίδια η Ουκρανία πρέπει να απελευθερώσει τον διάδρομο προς την Οδησσό, απομακρύνοντας τις νάρκες που έχουν τοποθετηθεί γύρω από τα λιμάνια και η Τουρκία πρέπει να επιτρέψει σε ναυτική συνοδεία να διασχίσει τα Στενά του Βοσπόρου.
Η αποκατάσταση της ισορροπίας σε έναν εύθραυστο κόσμο είναι υπόθεση όλων.
Διαβάστε επίσης:
Ο παγκόσμιος χάρτης της παραγωγής: Από πού έρχονται τα τρόφιμα στο ψυγείο μας;
Βομβαρδίζεται η «ψωμιέρα» του πλανήτη: Ο λογαριασμός των καταναλωτών φουσκώνει
Ο πόλεμος των ηλιοτροπίων: Ποιος θα πεινάσει από τη διαμάχη Ρωσίας-Ουκρανίας
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News