Την πρόταση για την «Αργώ» παραδίδει η ΤτΕ στους τραπεζίτες
Την πρόταση της ΤτΕ για τη δημιουργία της «Αργούς», όπως ονομάζεται η bad bank που προτείνει η Κεντρική Τράπεζα, αναμένεται να λάβουν σήμερα οι CEOs των τεσσάρων συστημικών τραπεζών. Πρόκειται για ένα λεπτομερές κείμενο που αναλύει όλες τις πτυχές της πρότασης, επισφραγίζοντας ουσιαστικά την πρώτη φάση του πολύμηνου διαλόγου που έχει ξεκινήσει η Κεντρική Τράπεζα για τη δημιουργία μιας Asset Management Company (AMC).
Όπως δήλωσε χθες ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας στο πλαίσιο της κλειστής συνάντησης εργασίας NPL Summit, που διοργάνωσε η Ethos Group, η ευθύνη πλέον για την προώθηση και την υλοποίηση της AMC βρίσκεται στα χέρια της κυβέρνησης και στις Τράπεζες. Στη χθεσινή κλειστή συνάντηση συμμετείχε και ο διευθύνων σύμβουλος της doValue Greece και πρόεδρος της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, κ. Τάσος Πανούσης και σύμφωνα με τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, η «Αργώ» δεν θα διαταράξει τις υπάρχουσες σχέσεις που έχουν συμφωνήσει οι τράπεζες με τις εταιρείες διαχείρισης, οι οποίες μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΝPEs), αλλά και στην εξυγίανση των επιχειρήσεων
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα η «Αργώ», θα μπορούσε να τεθεί σε λειτουργία, παράλληλα με το πρόγραμμα κρατικών εγγυήσεων, τον «Ηρακλή» εντός του 2021, επιτυγχάνοντας τη μείωση των κόκκινων δανείων έως και 40 δισ. ευρώ σε συνδυασμό με την επίλυση του προβλήματος του αναβαλλόμενου φόρου (DTC), που αντιπροσωπεύει το 65% περίπου μεσοσταθμικά των βασικών κεφαλαίων των τραπεζών.
Ο αναβαλλόμενος φόρος ως τμήμα των βασικών κεφαλαίων CET1, αναμένεται μάλιστα να αυξηθεί περαιτέρω ενόψει των τιτλοποιήσεων που προγραμματίζουν οι Τράπεζες – προσεγγίζοντας ακόμη και το 100% σε κάποιες περιπτώσεις – συνιστώντας ένα ουσιαστικό πρόβλημα για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών, όπως π.χ. των ισπανικών, ο αναβαλλόμενος φόρος στις οποίες αντιπροσωπεύει το 32% των ιδίων κεφαλαίων τους, των πορτογαλικών που αντιπροσωπεύει το 21%, των ιταλικών που αντιπροσωπεύει το 20% των κεφαλαίων τους, ενώ μεταξύ 0,1% – 9% είναι το ποσοστό του αναβαλλόμενου φόρου στα ίδια κεφάλαια των τραπεζών στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Βασικό χαρακτηριστικό της πρότασης της ΤτΕ είναι ότι μέσω της «Αργούς» δεν επιβαρύνονται οι Έλληνες φορολογούμενοι. Αυτό γιατί η πρόταση στηρίζεται στην επιβολή ενός φόρου που θα πληρώνουν οι τράπεζες για τη συμμετοχή τους στο σχήμα. Ο φόρος θα ισούται με το 6,4% της καθαρής λογιστικής αξίας των μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα μεταφέρουν στην AMC και θα καταβάλλεται για 5 χρόνια. Ο Ετήσιος Φόρος Εισόδου, όπως ονομάζεται, θα καταβάλλεται κατά ένα τμήμα με μετρητά, δηλαδή κατά 61% και κατά 39% μέσω συμψηφισμού με τον αναβαλλόμενο φόρο. Το κράτος θα λαμβάνει επίσης προμήθεια βάσει του ονομαστικού ποσού της εγγύησης που θα παρέχει, καλύπτοντας τη διαφορά μεταξύ της καθαρής λογιστικής αξίας των δανείων που θα μεταφέρονται στην AMC, δηλαδή της τιμής μεταφοράς τους και της τιμής αγοράς τους από τους επενδυτές.
Η πρόταση στηρίζεται στην εθελοντική συμμετοχή των τραπεζών, οι οποίες θα μπορούν να μεταφέρουν έως και 100% των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η μεταφορά θα γίνεται στην καθαρή λογιστική τους αξία και σε αντάλλαγμα θα λαμβάνουν τίτλους. Η «Αργώ» θα τιτλοποιεί στη συνέχεια τα κόκκινα δάνεια και θα πουλά σε επενδυτές το 50% των τίτλων υψηλής διαβάθμισης (senior notes) καθώς και το 100% των τίτλων ενδιάμεσης διαβάθμισης (mezzanine notes) και χαμηλής διαβάθμισης (junior notes). Το κράτος θα λαμβάνει το 90% των super junior τίτλων ενώ η τράπεζα θα διατηρεί το 50% των senior και το 10% των super junior.
Στα πλεονεκτήματα της πρότασης, σύμφωνα με την ΤτΕ είναι ότι:
• Αναλώνει, για την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών, το τμήμα των εποπτικών τους κεφαλαίων το οποίο αφορά αποκλειστικά την αναβαλλόμενη οριστική και εκκαθαρισμένη φορολογική απαίτηση (DTC), με την ενεργοποίηση μηχανισμού συμψηφισμού με ενδεχόμενες ζημίες, και όχι το τμήμα των λοιπών στοιχείων του ∆είκτη Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 – CET1).
• ∆ιευκολύνει το τραπεζικό σύστημα με τη χορήγηση της δυνατότητας σταδιακής καταβολής του κόστους εξυγίανσης σε βάθος 5ετίας, δίνοντας τον απαραίτητο χρόνο ώστε να διαμορφωθεί ένας ομαλός οδικός χάρτης επαναφοράς σε διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και συνεπώς και λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος.
• Επιτρέπει τη σταδιακή ενίσχυση της οργανικής κερδοφορίας, προκειμένου οι τράπεζες να μπορούν να παράγουν εσωτερικά κεφάλαιο σε διατηρήσιμη βάση
• Περιορίζει το dilution των υφιστάμενων μετόχων, ώστε να υπάρχουν ουσιαστικά κίνητρα συμμετοχής τους σε ενδεχόμενες μελλοντικές αυξήσεις κεφαλαίου.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News