Ακίνητα: Αυξάνονται τα deals και οι τιμές – Αναλυτικοί πίνακες
Τι αναφέρει έρευνα της Engel & Völkers. Ποιες περιοχές είναι περιζήτητες
Μπορεί για την αγορά ακινήτων ανασταλτικό παράγοντα να αποτελεί η έκρηξη του ενεργειακού κόστους και των τιμών πρώτων υλών, όμως, το ενδιαφέρον για την ελληνική κτηματαγορά παραμένει σε υψηλά επίπεδα τόσο από Έλληνες όσο και από ξένους, όπως αναφέρει η εταιρεία συμβούλων ακινήτων Engel & Völkers σε ανάλυσή της. Κι αυτό επειδή οι ξένοι αναζητούν ικανοποιητικές αποδόσεις στην Ελλάδα λόγω και των χαμηλότερων τιμών των ακινήτων συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με την εταιρεία, ακόμη και για περιοχές που θεωρούνται πιο ακριβές, όπως η Αθηναϊκή Ριβιέρα ή τα δημοφιλή ελληνικά νησιά, οι τιμές είναι σαφώς χαμηλότερες σε σύγκριση με άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.
«Ανασταλτικός παράγοντας πανευρωπαϊκά, ειδικά σε αυτή τη συγκυρία, είναι αναμφισβήτητα η αύξηση στις τιμές της ενέργειας και του κόστους των υλικών και οι πληθωριστικές πιέσεις που προβληματίζουν συνολικά την αγορά, ευελπιστώντας πάντως έως το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2022 να έχει σταθεροποιηθεί η κατάσταση με ένα νέο σημείο ισορροπίας. Σε συνέχεια ακριβώς αυτών των πιέσεων, σε όλη την Ευρώπη, έχουν τεθεί πλέον υπό αναθεώρηση προς τα κάτω οι αρχικές εκτιμήσεις για την οικονομική ανάπτυξη το 2022» αναφέρει η εταιρεία.
Για την Ελλάδα, κρίσιμο ρόλο φέτος αναμένεται να παίξει η πορεία του τουρισμού, ενώ λειτουργεί ενθαρρυντικά η έναρξη, φέτος, της σεζόν νωρίτερα, δηλαδή τον Μάρτιο, σε συνδυασμό με την αυξημένη συνδεσιμότητα της Ελλάδας με την αμερικανική αγορά.
Ευρύτερα στην Αττική και το Νότιο Αιγαίο, όπου η Engel & Völkers πραγματοποιεί τα περισσότερα deals οι τιμές καταγράφουν άνοδο. Στο κέντρο της Αθήνας η εταιρεία εκτιμά ότι η αύξηση τιμών θα συνεχιστεί, ενώ στα νότια προάστια τοποθετεί, μεσοσταθμικά, την αύξηση των τιμών σε ποσοστό έως και 15%.
Αύξηση συναλλαγών
Η Engel & Völkers καταγράφει σημαντική αύξηση των ενδιαφερόμενων αγοραστών από τα μέσα του 2021. Εκτιμά, δε, ότι ο αριθμός τους έχει τριπλασιαστεί σε σχέση με το 2019. Συνολικά η τάση είναι ανοδική δεδομένου ότι η ελληνική αγορά ακινήτων είχε μείνει πολύ πίσω την προηγούμενη δεκαετία, σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη, σε όλα τα επίπεδα κάτι που φαίνεται και από τα επίσημα νούμερα του επιπέδου των τιμών, του μικρού αριθμού των μεταβιβάσεων, αλλά και του πολύ μικρού όγκου των νέων κατασκευών.
Φέτος, σύμφωνα με την E&V, οι αγοραπωλησίες αναμένεται να αυξηθούν ίσως και να διπλασιαστούν επειδή παρότι ο μέσος Έλληνας, παραδοσιακά είναι πολύ συνδεδεμένος με το ακίνητό του, φαίνεται πιο δεκτικός να προχωρήσει σε πώληση με στόχο να αγοράσει κάποια πιο ποιοτική ιδιοκτησία. Επίσης, η τραπεζική χρηματοδότηση έχει καταστεί ευκολότερη, αν και η ζήτηση προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από μεσαίες και ανώτερες εισοδηματικές κατηγορίες. Οι προσδοκώμενες καλές επιδόσεις του τουρισμού και τα φορολογικά κίνητρα προς ξένους, φαίνεται να τροφοδοτούν το σενάριο για περισσότερα deals.
«Aπό το δεύτερο μισό του 2021 και μετά, φαίνεται ότι υπάρχει μεγαλύτερη κινητικότητα σε ό,τι έχει να κάνει με τις νέες κατασκευές. Υπάρχει μεγάλη ζήτηση για νέα ακίνητα ειδικά στις καλές περιοχές, τις πιο ακριβές και σε αυτές που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της ζήτησης γι’ αυτό και εκεί η κατασκευή ακινήτων προχωρά κανονικά.
Ωστόσο, στις περιοχές της Αθήνας που απευθύνονται σε υποψήφιους αγοραστές με πιο χαμηλά εισοδήματα, κάποιοι από τους κατασκευαστές φαίνεται ότι τηρούν τώρα στάση αναμονής ώστε να δουν πώς θα διαμορφωθούν οι νέες συνθήκες στην αγορά» σημειώνει η έρευνα.
Ανοδική η πορεία των τιμών στο κέντρο
Σύμφωνα με την έρευνα της Engel & Völkers, το Κολωνάκι, τα Ανάκτορα, η Πλάκα και τα Εξάρχεια βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της ζήτησης από αγοραστές. Το Κουκάκι επωφελείται σταθερά από τους επισκέπτες του Μουσείου της Ακρόπολης, με πολύ ανεπτυγμένη την οικονομία της βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Το Παγκράτι και το Μετς, έχουν χαρακτήρα, χρώμα και το αίσθημα της γειτονιάς, με αρκετούς χώρους πράσινου, ενώ από τις πιο ανερχόμενες και ακόμα οικονομικές περιοχές του κέντρου, είναι η Κυψέλη όπου οι μελλοντικές υποδομές του μετρό αναμένεται να ενισχύσουν σημαντικά τη γύρω περιοχή.
Το ενδιαφέρον για αυτές τις περιοχές (μαζί σε αυτές και η περιοχή που βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο) είναι κυρίως επενδυτικό, ενώ δεν είναι λίγοι αυτοί που λόγω των χαμηλών τιμών αλλά και της καλαισθησίας των κτιρίων τις προτιμούν για κατοικία. Οι περιοχές των Αμπελοκήπων, του Ζωγράφου και της Καισαριανής, είναι οι πρώτες ως επί το πλείστον επιλογές των Ελλήνων αγοραστών λόγω της σχέσης τιμής, ασφάλειας και προσβασιμότητας στο κέντρο της πόλης.
Η ζήτηση για τις περιοχές του κέντρου σε σχέση με την περασμένη χρονιά βαίνει συνεχώς ανοδικά, με μία μεγάλη μερίδα των αγοραστών να αναζητούν ακίνητα μικρά, της τάξεως των 50 – 70 τ.μ. για επενδυτικούς σκοπούς.
Παράλληλα, η υγειονομική κρίση έφερε στο προσκήνιο μία καινούργια ανάγκη για επιπλέον χώρο, ο οποίος προορίζεται είτε για τηλεργασία είτε για πολλαπλές χρήσεις. Αυτή η καινούργια τάση που τώρα διαμορφώνεται, ωθεί ένα ποσοστό αγοραστών στην αναζήτηση περισσότερων τετραγωνικών μέτρων στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου.
Η υγειονομική κρίση έγινε η αφορμή, ως ένα βαθμό, για ένα ξεκαθάρισμα στην αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων, τύπου Airbnb, καθώς αρκετοί ήταν οι ιδιοκτήτες οι οποίοι απέσυραν τα ακίνητά τους από τις πλατφόρμες, με στόχο να καρπωθούν τα οφέλη μιας καλής πώλησης εντός του 2021 – 2022.
Όσον αφορά στις μεταβιβάσεις στο κέντρο της Αθήνας, μέσα στο 2021 μεσοσταθμικά υπολογίζεται μία αύξηση έως και 15% σε συγκεκριμένες περιοχές συγκριτικά με το 2020.
Συνολικά, το 2022 η πορεία των τιμών στις περιοχές του κέντρου της Αθήνας είναι ανοδική, σε σύγκριση με το 2020.
«Αντίστοιχα, το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μία αυξημένη κίνηση για τα ακίνητα που ήταν προς πώληση για διάστημα άνω των δύο χρόνων με αποτέλεσμα να πωλούνται σαφώς πιο γρήγορα».
Όσοι ενδιαφέρονται για την αγορά κατοικίας στο κέντρο της Αθήνας που να διαθέτει όλες τις σύγχρονες ανέσεις, όπως π.χ. πάρκινγκ, αποθηκευτικούς χώρους αλλά και θέα, γνωρίζουν καλά ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι δύσκολο να ικανοποιηθεί το αίτημά τους, λόγω εξαιρετικά περιορισμένης διάθεσης καινούργιων οικοδομών καθώς και ρετιρέ που να διατίθενται προς πώληση.
Οι ξένοι αγοραστές του κέντρου είναι κοντά στο 12%- 15% επί του συνόλου, με το υπόλοιπο να είναι Έλληνες. Σε συγκεκριμένες γειτονιές όπως στα Εξάρχεια, υπάρχουν αρκετοί Γάλλοι, Γερμανοί και Ισραηλινοί αγοραστές. Στο Παγκράτι υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις επενδυτών που προέρχονται από το Λίβανο, την Τουρκία και το Ισραήλ. Στην Κυψέλη πάλι, οι περισσότεροι από τους αγοραστές είναι Γάλλοι και Βρετανοί ενώ υπάρχουν και αρκετοί Τούρκοι που ζητούν ακίνητα μέσω του προγράμματος Χρυσή Βίζα.
Οι ακριβές περιοχές του κέντρου όπως η Πλάκα και η Ακρόπολη επίσης συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον ξένων και Ελλήνων αγοραστών ενώ μία ακόμη τάση που έχει ενισχυθεί είναι και η αγορά παλαιότερων κτιρίων από επενδυτές, με σκοπό τη μετατροπή τους σε σύγχρονα διαμερίσματα και την εμπορική τους εκμετάλλευση. Με δεδομένο την υψηλή ζήτηση κι επομένως τον «ανταγωνισμό» που παρατηρείται για τα μικρότερα ακίνητα του κέντρου, είναι πολλές οι αγοραπωλησίες που πραγματοποιούνται με μετρητά – ώστε να ολοκληρωθούν άμεσα – ενώ για τα μεγαλύτερα ποσά, πολλοί αγοραστές προτιμούν τη λύση του δανείου για να μη δεσμεύσουν μεγάλο όγκο διαθέσιμων κεφαλαίων.
Σχετικά με την προσφορά καινούριων κατασκευών στη περιοχή του κέντρου, αυτές περιορίζονται σε συγκεκριμένες περιοχές όπως, για παράδειγμα, στους Αμπελόκηπους, στο Νέο Κόσμο, στου Ζωγράφου και στην Καισαριανή – Γουδί.
Στην Αθηναϊκή Ριβιέρα υπάρχει τεράστια ψαλίδα ανάλογα με την περιοχή, τη θέση του ακινήτου, τις ποιοτικές προδιαγραφές αλλά ενίοτε και τη μοναδικότητά του. Για τις πιο ακριβές περιοχές, στη Γλυφάδα μπορεί να υπάρχουν τιμές από 7.000 τ.μ. για νεόδμητα, ενώ στη Βουλιαγμένη ο πήχης ανεβαίνει ακόμη υψηλότερα φθάνοντας ακόμη και τις 10.000 ευρώ ανά τ.μ. Στην Βάρη ή την Βάρκιζα ο τιμές «προσγειώνονται» στα 2.000 ευρώ ανά τ.μ. για παλιές κατασκευές και ανεβαίνουν στις 4.000 έως και 5.000 ευρώ ανά τ.μ. για τα καινούρια ακίνητα, για κάποια σπίτια που θα ολοκληρωθούν εντός του 2022.
Σε Σαρωνίδα – Λαγονήσι τα σπίτια πωλούνται με τιμές 2.000 – 3.500 ευρώ ανά τ.μ. και ελαφρώς πιο πάνω τα νεόδμητα.
Διαβάστε επίσης:
Νέα Μάκρη όπως Νίκαια: Οι περιοχές με τα φθηνότερα και τα ακριβότερα ενοίκια
Νότια προάστια: Οι ξένοι που αγοράζουν τα διαμερίσματα των 10.000 ευρώ/τ.μ.
Οι ανατιμήσεις «πάγωσαν» την αγορά ακινήτων: Οι τάσεις και οι προβλέψεις
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News