Βιοτεχνίες: Ασφυκτικές πιέσεις από αυξημένο κόστος και ελλείψεις πρώτων υλών
Η εταιρεία βρίσκεται στη Δυτική Αττική και από το 1958 δραστηριοποιείται στην παραγωγή μονωτικών υλικών, καθώς και στην παροχή συστημάτων θερμομόνωσης και μονώσεων ταρατσών. Αυτό που βλέπουν οι ιδιοκτήτες της να συμβαίνει τον τελευταίο χρόνο με τις ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες, δεν το έχουν ξανασυναντήσει. Eνα από τα βασικά υλικά για τη δουλειά τους είναι η πολυστερίνη, για την παραγωγή της διογκωμένης πολυστερίνης, που δεν είναι τίποτα άλλο από το γνωστό μας φελιζόλ. Τον Φεβρουάριο του 2021 προμηθεύονταν από ουγγρική εταιρεία, θυγατρική μεγάλου ιταλικού πολυεθνικού ομίλου, την πολυστερίνη στα 1.360 ευρώ/τόνο. Τον Ιανουάριο του 2022 αγόρασαν από τον ίδιο προμηθευτή ακριβώς το ίδιο υλικό και μάλιστα ίδια ποσότητα στην τιμή των 2.460 ευρώ/τόνο, αυξημένη δηλαδή κατά 81%.
Αυτό είναι ένα μόνο από τα χιλιάδες παραδείγματα βιοτεχνικών επιχειρήσεων που καλούνται να αντιμετωπίσουν ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες και το ενεργειακό κόστος, ανατιμήσεις πρωτόγνωρες σε ύψος, αλλά και σε διάρκεια. Και εάν τα φαινόμενα αυτά είχαν αρχίσει να είναι πολύ εμφανή από το καλοκαίρι του 2021 κι έπειτα, ήρθε να προστεθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος δεν φέρνει μόνο νέες επιβαρύνσεις στο κόστος παραγωγής και κατ’ επέκταση και αυξήσεις στα τελικά προϊόντα και υπηρεσίες. Οι επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες –με τις μικρές ίσως να είναι σε δυσχερέστερη θέση λόγω και της μικρότερης διαπραγματευτικής τους ισχύος– βρίσκονται πλέον αντιμέτωπες με τις ελλείψεις σε σειρά προϊόντων, όπως γυαλί, χαρτί, είδη συσκευασίας, πλαστικό και φυσικά σε σιτηρά και έλαια.
Οι αρτοποιοί αγοράζουν τις τελευταίες ημέρες το μαλακό αλεύρι σε τιμή αυξημένη έως και 60% σε σύγκριση με την περίοδο προ της ρωσικής εισβολής, ενώ όπως σημειώνουν, η τιμή είχε αυξηθεί ήδη κατά 20% στο τέλος του 2021. Σε υπερδιπλάσια τιμή πληρώνουν το ηλιέλαιο, το οποίο επίσης χρησιμοποιείται στην αρτοποίηση, ενώ ανατιμήσεις καταγράφονται ακόμη και στο σουσάμι.
Καθυστερήσεις
Ιδιοκτήτες βιοτεχνικών επιχειρήσεων επισημαίνουν ότι οι παραγγελίες σε πρώτες ύλες δεν διευθετούνται κανονικά, καθώς δεν υπάρχει τίποτα ετοιμοπαράδοτο. Παρατηρείται δε το εξής φαινόμενο: οι προμηθευτές κλείνουν συμφωνία για ένα τμήμα της ποσότητας που ζητούν οι επιχειρήσεις, με προκαταβολή και παράδοση ύστερα από έναν με δύο μήνες. Η υπόλοιπη παραγγελία συμφωνείται αργότερα και παραδίδεται με άλλη τιμή, συχνά –αν όχι πάντα– σε υψηλότερη.
Είδος πολυτελείας δεν είναι πλέον μόνο το φελιζόλ, αλλά και τα καλώδια που χρησιμοποιούνται στις ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις. Κάτι που ανεβάζει σημαντικά, όχι μόνο το κόστος οικοδομής, αλλά ακόμη και μιας απλής ηλεκτρολογικής εργασίας. Τεχνική εταιρεία που δραστηριοποιείται στην Αθήνα προμηθευόταν τον Οκτώβριο του 2020 συγκεκριμένο τύπο καλωδίου εσωτερικών εγκαταστάσεων στην τιμή των 0,430 ευρώ (τιμή μονάδας). Την προηγούμενη εβδομάδα πλήρωσε το ίδιο καλώδιο 4,5 φορές πάνω, στα 1,906 ευρώ (τιμή μονάδας). Το ζήτημα των ανατιμήσεων στα οικοδομικά υλικά, από ξύλα για καλούπωμα έως τα καλώδια, αναμένεται να ανακόψουν την ανοδική πορεία που κατέγραφε το τελευταίο διάστημα ο κλάδος της οικοδομής και κυρίως σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικές κατασκευές.
Οι αρτοποιοί αγοράζουν το μαλακό αλεύρι έως και 60% ακριβότερα σε σύγκριση με την περίοδο προ της ρωσικής εισβολής.
Ανάλογα προβλήματα επιφέρουν οι υπέρμετρες ανατιμήσεις σε κλάδους οι οποίοι επίσης βρίσκονταν σε ανοδική πορεία μετά την πανδημία, όπως ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης, κλάδοι που είχαν ευνοηθεί από τη διαταραχή στην παραγωγή της Κίνας.
Η αύξηση των τιμών, ωστόσο, σε βασικές πρώτες ύλες, καθώς και στο ενεργειακό κόστος –καθώς πρόκειται για ενεργοβόρες επιχειρήσεις είτε πρόκειται για βιομηχανίες είτε για βιοτεχνίες που αποτελούν και τη συντριπτική πλειονότητα– απειλεί να οδηγήσει εκ νέου στον μαρασμό τον κλάδο.
Πλεκτήριο ενδυμάτων το οποίο βρίσκεται στην περιοχή των Αχαρνών προμηθεύεται κλωστές από τη Βουλγαρία. Η τιμή μονάδας συγκεκριμένου τύπου κλωστής ήταν τον Απρίλιο του 2021 8,70 ευρώ. Στα μέσα Φεβρουαρίου 2022 για τον ίδιο τύπο κλωστής πλήρωσε τον ίδιο προμηθευτή στη Βουλγαρία 10,90 ευρώ (τιμή μονάδας), δηλαδή κατά 25% περίπου ακριβότερα.
Σε ό,τι αφορά το κόστος ενέργειας, αποκαλυπτικοί είναι οι λογαριασμοί του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου που κλήθηκε να πληρώσει βιοτεχνία – βαφείο υφασμάτων που βρίσκεται στη Νέα Ιωνία.
Τον Δεκέμβριο του 2020 για μηνιαία κατανάλωση 2.405 κιλοβατωρών είχε πληρώσει συνολικά 517 ευρώ, εκ των οποίων αποκλειστικά για την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας 291 ευρώ, συμπεριλαμβανομένης της έκπτωσης συνέπειας 12,70 ευρώ. Για την ίδια περίοδο κατανάλωσης και για κατανάλωση ελαφρώς μεγαλύτερη –και συγκεκριμένα 2.523 κιλοβατώρες– η ίδια επιχείρηση πλήρωσε τον Δεκέμβριο του 2021 877 ευρώ (πάλι με έκπτωση συνέπειας), εκ των οποίων οι χρεώσεις για την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας ήταν 620 ευρώ. Από αυτά τα 620 ευρώ, τα 416 ήταν η περίφημη ρήτρα αναπροσαρμογής.
Υπερδιπλάσιος λογαριασμός
Τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα όταν η ίδια επιχείρηση έλαβε τον λογαριασμό του φυσικού αερίου ο οποίος ήταν αυξημένος κατά 150% – και μάλιστα για ελαφρώς μικρότερη κατανάλωση. Ετσι, ενώ τον Νοέμβριο του 2020 είχε πληρώσει 1.368 ευρώ, τον Νοέμβριο του 2021 έλαβε λογαριασμό 3.430 ευρώ. Η κατανάλωση τον Νοέμβριο του 2020 ήταν 27.922 kWh, ενώ τον Νοέμβριο του 2021 27.021 kWh.
Οι εκπρόσωποι του βιοτεχνικού κόσμου είδαν με ικανοποίηση τα μέτρα που ανακοινώθηκαν την Τετάρτη για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων και ειδικά αυτών που αφορούν την αναδρομική επιδότηση στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για ένα εκατ. μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και οι ευνοϊκές ρυθμίσεις για την πληρωμή της επιστρεπτέας προκαταβολής. Ωστόσο, θεωρούν ότι χρειάζονται μέτρα μόνιμου χαρακτήρα τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά.
«Η διοίκηση του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΒΕΑ) έχει καταθέσει στα συναρμόδια υπουργεία ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο προτάσεων, τόσο για τον δομικό εκσυγχρονισμό του ενεργειακού κλάδου, όσο και για την άμεση προστασία της μικρομεσαίας επιχείρησης, από την ανεξέλεγκτη τροχιά των ανατιμήσεων», επεσήμανε μιλώντας στην «Καθημερινή» ο Κώστας Δαμίγος, α΄ αντιπρόεδρος του ΒΕΑ. Οι προτάσεις αυτές περιλαμβάνουν τη στοχευμένη επιδότηση για τις παραγωγικές βιοτεχνικές επιχειρήσεις, μείωση του ΦΠΑ στο ηλεκτρικό ρεύμα και στο φυσικό αέριο, κατάργηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο ρεύμα και στο φυσικό αέριο, συνέχιση του μέτρου της επιστρεπτέας προκαταβολής και της αποζημίωσης παγίων δαπανών, καθώς και καθιέρωση δύο βασικών συντελεστών ΦΠΑ 11% και 22% (από 13% και 24% που είναι σήμερα) και διατήρηση του υπερμειωμένου συντελεστή 6%.
Εμειναν από φιάλες
Της Δέσποινας Κόντη
Πιο ευάλωτες απέναντι στις ελλείψεις πρώτων υλών και υλικών συσκευασίας είναι οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες δεν έχουν μεγάλα αποθέματα προκειμένου να ανταποκριθούν στις ασφυκτικές πιέσεις που παρατηρούνται στην αγορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν μικροζυθοποιίες, οι οποίες ήδη τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρούν ορισμένες ελλείψεις σε γυάλινες φιάλες, γεγονός που αποδίδεται και στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οπως εξηγούν παράγοντες του κλάδου, αρκετές υαλουργίες που τροφοδοτούν και την ευρωπαϊκή αγορά, δραστηριοποιούνται στην περιοχή της Ουκρανίας. «Αν και ορισμένες υαλουργίες στην Ουκρανία συνεχίζουν να παράγουν, καμιά δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να εξάγει», αναφέρει στην «Κ» ιδιοκτήτης μικροζυθοποιίας που παράγει περίπου 400.000 λίτρα ετησίως. Ο ίδιος επισημαίνει πως σε κοινά μπουκάλια, όπως η φιάλη των 500ml, κάποια εκ των οποίων έρχονται από Ουκρανία, παρατηρούνται προβλήματα στην τροφοδοσία. Μάλιστα, στις ελλείψεις μπουκαλιών έρχεται να προστεθεί και το κύμα ανατιμήσεων σε πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μπίρας. «Το μπουκάλι έχει αυξηθεί ήδη από 1η Μαρτίου κατά 25%-30% και αναμένουμε να δούμε και άλλη αύξηση. Επίσης, αντίστοιχα αυξημένο είναι και το κριθάρι, το οποίο εισάγεται από χώρες όπως η Γαλλία, το Βέλγιο ή η Γερμανία, αλλά έρχεται ποσότητα και από τη Ρωσία και την Ουκρανία». Tο 2021 ήταν μία καλή χρονιά για την αγορά μπίρας, «οπότε σημειώσαμε αύξηση τζίρου 18% σε σχέση με το 2019. Το 2022 οι ενδείξεις ήταν θετικές αλλά όλα ανατράπηκαν». Ελλείψεις σε μπουκάλια τις τελευταίες εβδομάδες διαπιστώνει και άλλη μικροζυθοποιία που έχει παραγωγή στην Πάτρα. «Κοιτάμε και άλλους προμηθευτές στο εξωτερικό, όμως εκεί οι τιμές είναι εξαιρετικά ανεβασμένες».
Διαβάστε επίσης:
Βιομηχανίες: Με πλάνο ημέρας παλεύουν με την αύξηση του κόστους
ΣΒΕ: Ποιες δέσμες μέτρων προτείνει για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης
ΕΛΣΤΑΤ: Με άλμα εισήλθαν στο 2022 οι τιμές εισαγωγών στη βιομηχανία
Ενεργειακό κόστος: Τα πρώτα λουκέτα σε βιομηχανίες και επιχειρήσεις
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News