Κλάους Ρέγκλινγκ στο «Κ-Επιχειρείν»: Κομβικής σημασίας η επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα
Αν και η πανδημία δημιουργεί επιπλέον πιέσεις, η αύξηση των δημοσίων δαπανών δεν είναι πάντα καλή ιδέα, προειδοποιεί ο επικεφαλής του ESM
Τη σημασία της πλήρους εφαρμογής του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας τονίζει σε αποκλειστική συνέντευξη στην ειδική έκδοση της Καθημερινής, «Κ-Επιχειρείν», ο διευθύνων σύμβουλος του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ. Υπογραμμίζει επίσης ότι είναι ζωτικό για την εμπιστοσύνη των αγορών να επανέλθει η Ελλάδα σε πρωτογενή πλεονάσματα. Ο κ. Ρέγκλινγκ σημειώνει ότι όσο περισσότερο διαρκεί η αυξητική πίεση στις τιμές, τόσο πιθανότερο καθίσταται να μεταφραστεί σε αυξήσεις μισθών και να λάβει δομικά χαρακτηριστικά το πληθωριστικό φαινόμενο. Εκτιμά ότι θα είναι δύσκολο έργο η επίτευξη συναίνεσης για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και εκφράζει τη διαφωνία του με την άποψη ότι στο σημερινό περιβάλλον οι αυξήσεις των δημοσίων δαπανών είναι «πάντα καλή ιδέα».
– Σας εξέπληξε η ισχύς της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας το 2021; Τι θα μπορούσε να την εκτροχιάσει το 2022;
Η ελληνική οικονομία πήγαινε πολύ καλά μέχρι τις αρχές του 2020, όταν ξέσπασε η πανδημία της Covid-19. Από την ολοκλήρωση του προγράμματος του ESM [Αύγουστος 2018] έως τότε, η επίδοση της ελληνικής οικονομίας ήταν καλύτερη από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης: υψηλότερος δείκτης μεγέθυνσης, δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας, καλή δημοσιονομική κατάσταση, με τα πλεονάσματα. Η τάση ήταν αρκετά θετική.
Με την έλευση της Covid, η Ελλάδα, δεδομένης της δομής της οικονομίας της και της εξάρτησης από τον τουρισμό, υπέφερε πιο πολύ από τις περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες, με πτώση 9% του ΑΕΠ το 2020 – πολύ μεγάλη πτώση. Αυτό όμως ήταν αναπόφευκτο – κανείς δεν κατηγορεί την Ελλάδα γι’ αυτό. Στη συνέχεια υιοθετήθηκαν τα σωστά μέτρα, τόσο από τις ελληνικές αρχές όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο ελήφθησαν μέτρα άνευ προηγουμένου για να στηριχθούν κυρίως οι χώρες που επλήγησαν βαρύτερα από την κρίση.
Έτσι εξηγείται η ισχυρή φετινή ανάκαμψη. Ο τουρισμός επίσης πήγε καλύτερα του αναμενομένου. Η τελευταία μου επίσκεψη στην Ελλάδα ήταν τον Ιούλιο και ήδη από τότε τα στοιχεία έδειχναν ότι η οικονομία βρισκόταν σε καλή πορεία. Αυτό επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από τη νέα πρόβλεψη της Κομισιόν – η οποία βλέπει να συνεχίζεται η ανάκαμψη και το 2022, με μεγέθυνση άνω του 5%.
Φυσικά, η πανδημία δεν έχει υποχωρήσει. Βρισκόμαστε ήδη στο τέταρτο κύμα και υπάρχει αβεβαιότητα για το πώς θα εξελιχθεί το νέο έτος και πώς θα επηρεάσει την οικονομία.
– Υπάρχουν κάποιοι κίνδυνοι που αφορούν ειδικά την ελληνική οικονομία;
Η πανδημία αφορά όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες – αν και η οικονομική απειλή που συνιστά είναι μεγαλύτερη για τις νοτιοευρωπαϊκές χώρες. Θέλω να τονίσω ότι τα ελληνικά μέτρα είναι καλά, και ειδικά το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Εγκρίθηκε νωρίς και καταπιάνεται με τα σωστά θέματα για τον μετασχηματισμό της οικονομίας σε πράσινη και ψηφιακή κατεύθυνση αλλά και για την ενίσχυση με επενδύσεις στις υποδομές, στην παιδεία, στη δημόσια διοίκηση. Το κρίσιμο τώρα είναι να εφαρμοστεί πλήρως το σχέδιο. Αυτό θα είναι δύσκολο για πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα: μιλάμε για την ανάγκη απορρόφησης πολύ μεγάλων ποσών, άνευ προηγουμένου. Αν η εφαρμογή γίνει σωστά, η Ελλάδα έχει μια πραγματική προοπτική να εισέλθει σε μια πιο υψηλή τροχιά ανάπτυξης. Αυτό, φυσικά, θα πρέπει να υποστηριχθεί από την ολοκλήρωση των συμφωνημένων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και από δημοσιονομική πειθαρχία.
– Ο ESM είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής της Ελλάδας. Η χώρα δανείζεται με εξαιρετικούς όρους τον τελευταίο καιρό, αλλά το χρέος της πλέον υπερβαίνει το 200% του ΑΕΠ. Ανησυχείτε ότι μπορεί οι όροι δανεισμού να επιδεινωθούν το 2022; Πόσο σημαντικό είναι η ΕΚΤ να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα πέρα από την ημερομηνία λήξης του PEPP;
Το ελληνικό χρέος πράγματι είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη ως ποσοστό του ΑΕΠ και ένα από τα υψηλότερα στον κόσμο. Και φυσικά αυξήθηκε περισσότερο επί της πανδημίας – αν και αυτό ήταν αναπόφευκτο για να αποτραπεί μία ακόμα πιο δραστική πτώση του ΑΕΠ. Το ύψος του, όμως, αποτελεί ευάλωτο σημείο.
Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι το ελληνικό χρέος είναι διαχειρίσιμο για τα επόμενα χρόνια. Αυτό έχει να κάνει με τη διάρθρωσή του. Ο ESM, όπως είπατε, είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής και οι όροι δανεισμού είναι ιδιαίτερα ασυνήθιστοι: η μέση διάρκεια ωρίμανσης των δανείων είναι 32 έτη και το επιτόκιο συνδέεται με την αξιολόγηση AAA του Μηχανισμού, συνεπώς είναι πολύ χαμηλό. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα εξοικονομεί πολλά χρήματα στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Ο ESM κατέχει το 55% του ελληνικού χρέους, ενώ μέρος του βρίσκεται στην κατοχή άλλων ευρωπαϊκών θεσμών, όπως η Κομισιόν και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων – επίσης με πολύ ευνοϊκούς όρους. Αυτή η διάρθρωση του χρέους είναι πολύ υγιής και καθησυχαστική για τις χρηματαγορές.
Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ έχει επίσης βοηθήσει. Όλοι γνωρίζουμε ότι αυτή η έκτακτη στήριξη κάποια στιγμή θα τροποποιηθεί, καθώς η οικονομία επιστρέφει στην κανονικότητα. Τα επιτόκια δεν θα μείνουν τόσο χαμηλά όσο είναι σήμερα – αν και όλα δείχνουν ότι θα σταθεροποιηθούν σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά που επικρατούσαν προ 20 ή 30 ετών. Οι κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων και η ελληνική, πρέπει να προετοιμαστούν για την αύξηση αυτή, όπως και τα πρόσθετα δημοσιονομικά βάρη που συνεπάγονται, τα επόμενα 10-20 χρόνια, οι δημογραφικές αλλαγές και οι ανάγκες αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Θα πρέπει επίσης να φροντίσουν να έχουν δημοσιονομικά περιθώρια αντίδρασης στην επόμενη κρίση, όποτε αυτή προκύψει.
Βρίσκω ενθαρρυντικό τον δημοσιονομικό σχεδιασμό της Ελλάδας, που προβλέπει επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα ήδη από το 2023. Αυτό είναι ζωτικό για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των αγορών και να εδραιωθεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Είναι το πιο σημαντικό στοιχείο, ανεξαρτήτως των ενεργειών της ΕΚΤ.
– Σας ανησυχεί καθόλου ότι η αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων για την περίοδο 2020-2022 έχει αφυπνίσει ένστικτα αύξησης των δημόσιων δαπανών στην Ελλάδα που θα είναι δύσκολο να χαλιναγωγηθούν; Ή θεωρείτε ότι η ελληνική πολιτική τάξη έχει αφομοιώσει τα διδάγματα της κρίσης χρέους;
Όταν συνομιλώ με την ελληνική κυβέρνηση, πείθομαι ότι ισχύει το δεύτερο. Δεν βλέπω να υπάρχει καμία πρόθεση παρέκκλισης από δημοσιονομικές στρατηγικές που συμφωνήθηκαν πολύ πριν από την πανδημία. Πέρα από την Ελλάδα, το θέμα που θέτετε θεωρώ ότι είναι κάτι που πρέπει να προσέξουμε. Πολλοί στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και αλλού –δεν μιλώ τώρα για την Ελλάδα– έχουν υιοθετήσει την άποψη ότι οι επιπρόσθετες δαπάνες είναι πάντα καλή ιδέα. Αυτό μπορεί να γεννήσει κινδύνους.
– Το 2022, μεταξύ άλλων, θα είναι έτος διαπραγματεύσεων για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Τι καθιστά την αναμόρφωσή του αναγκαία πλέον; Και πόσο βέβαιος είστε ότι θα προκύψει συμβιβασμός σε πολιτικό επίπεδο για το ζήτημα εντός του νέου έτους;
Κατ’ αρχάς είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα πλαίσιο δημοσιονομικής παρακολούθησης, καθώς σε κάποια πεδία στην ΟΝΕ, με κυριότερο τη νομισματική πολιτική, οι αρμοδιότητες έχουν μεταβιβαστεί σε μια κεντρική αρχή, ενώ σε άλλα, όπως τα δημοσιονομικά, τα κράτη-μέλη έχουν διατηρήσει τον πρώτο λόγο. Αυτό μπορεί να λειτουργήσει, αλλά μόνο αν έχουμε έναν αποτελεσματικό τρόπο να συντονίζουμε τις δημοσιονομικές πολιτικές της κάθε χώρας. Το ΣΣΑ δεν έχει λειτουργήσει τέλεια, αλλά έχει παράσχει καλή καθοδήγηση συχνά στα κράτη-μέλη και έχει διασφαλίσει ότι η δημοσιονομική πολιτική στην Ε.Ε. κινείτο σε πολύ πιο λογικά πλαίσια από ό,τι στις άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες (ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιαπωνία).
Αλλά η μεταρρύθμισή του είναι αναγκαία για μια σειρά από λόγους, τους οποίους γνωρίζαμε ήδη πριν από την πανδημία: πρώτον, είχε γίνει υπερβολικά περίπλοκο, υπήρχαν πολλές εξαιρέσεις, με αποτέλεσμα να καταστεί αδιαφανές και να μη συμβάλλει στην αξιοπιστία των χωρών της ΟΝΕ στις αγορές. Δεύτερον, υπήρχαν μεθοδολογικά προβλήματα με τον υπολογισμό κάποιων από τις μεταβλητές (παραγωγικό κενό, διαρθρωτικό ισοζύγιο), ειδικά στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Τρίτον, η πανδημία έχει οδηγήσει σε πολύ υψηλά επίπεδα χρέους σε πολλές χώρες.
Μια μακροπρόθεσμη τάση που θα διευκολύνει την εξεύρεση συμφωνίας είναι το χαμηλό επίπεδο των επιτοκίων. Αυτό σημαίνει ότι το δημόσιο χρέος είναι διαχειρίσιμο σε πιο υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με πριν από 30 χρόνια, που είναι θετικό, δεδομένων των δημόσιων επενδύσεων που θα πρέπει να γίνουν τα επόμενα χρόνια για την ψηφιακή και την πράσινη μετάβαση. Πάντως, ο συγκερασμός των διαφορετικών μεταρρυθμιστικών ζητούμενων σε ένα κοινό πακέτο θα είναι δύσκολη δουλειά.
– Σχετικά με τον πληθωρισμό, συμμερίζεστε τη μετριοπαθώς αισιόδοξη εκτίμηση ότι πρόκειται περί παροδικού φαινομένου; Εξακολουθούν να μην έχουν καταγραφεί επιπτώσεις της αύξησης των τιμών στους μισθούς στην Ευρώπη;
Από τη μία, βλέπουμε τον δείκτη του πληθωρισμού σε επίπεδα υψηλότερα από οτιδήποτε περιμέναμε. Βραχυπρόθεσμα, υπάρχουν ισχυροί παράγοντες, όπως οι τιμές ενέργειας, που πιέζουν ανοδικά τον πληθωρισμό, οι οποίοι όμως θα αμβλυνθούν ή θα εξαφανιστούν τελείως μέσα στο νέο έτος. Οι στενωποί στην εφοδιαστική αλυσίδα, για παράδειγμα, έχουμε ήδη ενδείξεις ότι χαλαρώνουν.
Η επίδραση στους μισθούς θα φανεί σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Βλέπουμε μια ελαφρά τάση προς ένα ανοδικό σπιράλ στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά καθόλου προς το παρόν στην Ευρώπη. Είναι κάτι που η ΕΚΤ παρακολουθεί στενά. Όσο περισσότερο διαρκέσει η αύξηση των τιμών, τόσο θα αυξάνεται η πιθανότητα να μεταφραστεί σε υψηλότερους ονομαστικούς μισθούς.
Μακροπρόθεσμα, έχουμε κάποιες ενδείξεις ότι οι ισχυρές τάσεις αποπληθωρισμού της τελευταίας εικοσαετίας έχουν αρχίσει να αντιστρέφονται. Η παγκοσμιοποίηση, φέρ’ ειπείν, που ενίσχυε τον ανταγωνισμό και αύξανε την προσφορά εργασίας, ενδεχομένως να υποχωρήσει τα επόμενα χρόνια. Το εργατικό δυναμικό, στην Ευρώπη αλλά και στην Κίνα, έχει σταματήσει να διογκώνεται λόγω των δημογραφικών αλλαγών. Πάντως, οι ακαδημαϊκοί που ερευνούν αυτά τα θέματα δεν φοβούνται επάνοδο του πληθωρισμού σε διψήφια επίπεδα – απλώς μια αύξησή του σε σχέση με τα επίπεδα που συνηθίσαμε τα τελευταία χρόνια.
– Γιατί δεν έχει κάνει καμία χώρα χρήση του Pandemic Crisis Support, της πιστωτικής γραμμής του ESM για την αντιμετώπιση της πανδημίας; Είναι σημάδι ότι ο Μηχανισμός παραμένει στιγματισμένος στα μάτια των χωρών της Ευρωζώνης λόγω των αναμνήσεων της κρίσης χρέους;
Η πιστωτική αυτή γραμμή ήταν ένα πολύ χρήσιμο κομμάτι της πανευρωπαϊκής απάντησης την οικονομική κρίση της πανδημίας. Όντως, δεν έχει ενεργοποιηθεί – αλλά παραμένει διαθέσιμη έως το τέλος του 2022. Είναι ένα προληπτικό εργαλείο, σαν τα αντίστοιχα του ΔΝΤ, το οποίο δρα ως μορφή ασφάλισης. Αυτό σημαίνει ότι είναι πολύτιμο ακόμα και αν δεν χρησιμοποιείται – ή ιδιαίτερα όταν δεν χρησιμοποιείται.
– Πώς θα συμβάλει ο νέος ESM στην οικονομική σταθερότητα στην Ευρωζώνη; Ποια είναι η σημασία της πρώιμης ενεργοποίησης του κοινού ταμείου ασφαλείας (common backstop);
Ο ESM, βάσει της αλλαγής της Συνθήκης, θα έχει –μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή– αυξημένες αρμοδιότητες σχεδιασμού, διαπραγμάτευσης και εποπτείας τυχόν νέων προγραμμάτων προσαρμογής. Δεν θα υπάρχει πια τρόικα, όπως στην προηγούμενη κρίση. Το κοινό ταμείο ασφαλείας, που θα ενεργοποιηθεί στις αρχές του 2022, θα συμβάλει στην ανθεκτικότητα της τραπεζικής ένωσης. Ο ESM, αν χρειαστεί σε συνθήκες κρίσης, θα παρέχει δάνεια στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (SRF) για την εξυγίανση τραπεζών, τα οποία θα αποπληρωθούν στη συνέχεια με πόρους που θα προέλθουν από τις τράπεζες. Αποφεύγεται έτσι η επιβάρυνση των φορολογουμένων από τις διαδικασίες εξυγίανσης.