Εβδομάδα αποφάσεων: 20 κεντρικές τράπεζες συνεδριάζουν – Αποκλίσεις στις νομισματικές πολιτικές
Οι κορυφαίες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη αποκλίνουν ως προς τις νομισματικές πολιτικές τους, καθώς ορισμένες στρέφονται στην αντιμετώπιση του αυξανόμενου πληθωρισμού, ενώ άλλες συνεχίζουν να τροφοδοτούν τη ζήτηση, μια απόκλιση που φαίνεται ότι θα διευρυνθεί το 2022.
Οι διαφορές αυτές θα φανούν πλήρως αυτή την εβδομάδα με τις τελικές αποφάσεις για το 2021 που θα ληφθούν από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), την Τράπεζα της Ιαπωνίας και την Τράπεζα της Αγγλίας, οι οποίες είναι υπεύθυνες για τη νομισματική πολιτική σχεδόν στο ήμισυ της παγκόσμιας οικονομίας. Μαζί συνεδριάζουν και 16 ακόμη κεντρικές τράπεζες αυτή την εβδομάδα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στην Ελβετία, τη Νορβηγία, το Μεξικό και τη Ρωσία.
Ο νέος παράγοντας που θα καθορίσει τις εξελίξεις είναι η μετάλλαξη Όμικρον – ο αντίκτυπος που θα έχει στην ανάπτυξη και τον πληθωρισμό θα είναι κρίσιμης σημασίας για τους κεντρικούς τραπεζίτες το νέο έτος. Η ανησυχία έγκειται στο γεγονός ότι ένα στέλεχος πιο ανθεκτικό στα εμβόλια θα ανάγκαζε τις κυβερνήσεις να επιβάλουν νέους περιορισμούς στις επιχειρήσεις και να κρατήσουν τους καταναλωτές στο σπίτι.
Μια αλλαγή πολιτικής ενέχει πάντα κινδύνους. Η σύσφιξη και στη συνέχεια η ανακάλυψη ότι η απειλή για τον πληθωρισμό ήταν προσωρινή – όπως υποστήριξαν πολλοί κεντρικοί τραπεζίτες – θα μπορούσε να εκτροχιάσει την ανάκαμψη. Από την άλλη πάλι, η αναμονή και η διαπίστωση ότι οι πιέσεις στις τιμές αποδεικνύονται επίμονες θα μπορούσε να απαιτήσει πιο επιθετική κίνηση.
«Η πιθανότητα ολίσθησης της πολιτικής είναι τώρα πολύ μεγαλύτερη», δήλωσε η Φρέγια Μπίμις, επικεφαλής μακροοικονομικής έρευνας στο TS Lombard. Οι προοπτικές για τον πληθωρισμό συγχέονται από την «παρουσία ενός ενδημικού ιού», τόνισε.
Ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, αναμένεται να επιβεβαιώσει την Τετάρτη ότι θα προχωρήσε σε πιο γρήγορο tapering από ό,τι είχε προγραμματιστεί μόλις πριν από έναν μήνα. Μπορεί ακόμη να υπαινιχθεί ότι είναι ανοιχτός στην αύξηση των επιτοκίων νωρίτερα του αναμενομένου το 2022, εάν ο πληθωρισμός παραμείνει κοντά στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών.
Οι προοπτικές για τις υπόλοιπες κορυφαίες κεντρικές τράπεζες είναι λιγότερο σαφείς, σηματοδοτώντας το τέλος δύο ετών στη διάρκεια των οποίων οι προσπάθειές τους για την αντιμετώπιση της ύφεσης του κορωνοϊού συγχρονίστηκαν σε μεγάλο βαθμό, για να βρουν τελικά τον πληθωρισμό να επανέρχεται ισχυρότερο από ό,τι αναμενόταν σε πολλές βασικές οικονομίες.
Στην Ευρωζώνη, αν και η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, είναι πιθανό να τερματίσει τα πανδημικά μέτρα στήριξης, το πιθανότερο είναι να επιμείνει σε μια επεκτατική πολιτική στη συνεδρίαση της Πέμπτης, καθώς εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι η άνοδος των τιμών οφείλεται σε παράγοντες που είναι προσωρινοί, όπως το ενεργειακό κόστος και τα προβλήματα στην προσφορά. Η Λαγκάρντ έχει δηλώσει ότι δεν αναμένεται αύξηση των επιτοκίων το 2023.
Στην Ιαπωνία, οι υποτονικές πιέσεις τιμών στην Ιαπωνία επιτρέπουν στον πρόεδρο της κεντρικής τράπεζας, Χαρουχίκο Κουρόντα, να διατηρήσει μια ήπια στάση, παρότι η κυβέρνηση προβαίνει σε ακόμη έναν γύρο δαπανών ρεκόρ. Η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας συνεδριάζει την Παρασκευή.
Ίσως το πιο εντυπωσιακό είναι ότι ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Άντριου Μπέιλι υποβαθμίζει τώρα την ανάγκη για αύξηση των επιτοκίων, τη στιγμή που μέχρι πρότινος άφηνε να εννοηθεί ότι επίκειτο αλλαγή. Αντίθετα, η κεντρική τράπεζα της Νορβηγίας ενδέχεται να προχωρήσει ξανά σε επιτοκιακή αύξηση.
Από τις υπόλοιπες χώρες, η κεντρική τράπεζα της Κίνας έχει αρχίσει να χαλαρώνει την πολιτική της, καθώς η ύφεση της αγοράς ακινήτων απειλεί να εκτροχιάσει την ανάπτυξη, ενώ άλλες αναδυόμενες οικονομίες όπως η Βραζιλία και η Ρωσία ακολουθούν επιθετική πολιτική σύσφιγξης.
Η Ρωσία μπορεί να αυξήσει ξανά τα επιτόκιά της αυτή την εβδομάδα, όπως και το Μεξικό, η Χιλή, η Κολομβία και η Ουγγαρία. Ωστόσο, η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας πρόκειται να προβεί σε εκ νέου σε μειώσεις μετά τις συνεχιζόμενες ασφυκτικές πιέσεις του προέδρου Ρετζίπ Ταγίπ Ερντογάν.
«Ο αυξανόμενος παγκόσμιος πληθωρισμός, οι υψηλότερες τιμές των εμπορευμάτων και τα ασθενέστερα νομίσματα πιθανότατα συγχρονίζουν τις κινήσεις των κεντρικών τραπεζών στις αναδυόμενες αγορές φέτος. Η αυστηρότερη νομισματική πολιτική των ΗΠΑ πιθανότατα θα δώσει την ώθηση για περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων το επόμενο έτος», σύμφωνα με το Bloomberg Economics.
Aκόμη όμως και εάν η πορεία των επιτοκίων αποκλίνει, μια ευρεία επιβράδυνση των προγραμμάτων αγοράς ομολόγων θα μειώσει τη στήριξη των οικονομιών. Αναλυτές της BofA Global Research προβλέπουν ότι η ρευστότητα θα κορυφωθεί το πρώτο τρίμηνο του 2022 και ότι Fed, η ΕΚΤ και Τράπεζα της Αγγλίας θα συρρικνώσουν τους ισολογισμούς τους στα 18 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το τέλος του επόμενου έτους από πάνω από 20 τρισεκατομμύρια δολάρια στην αρχή του έτους.
Στις συνέπειες από τις αποκλίσεις αυτές ενδεχομένως να περιλαμβάνεται και η άνοδος του δολαρίου έναντι του ευρώ και του γιουάν, πυροδοτώντας νέες συναλλαγματικές εντάσεις καθώς οι εξαγωγές της Κίνας αυξάνονται ξανά. Ένα ισχυρότερο δολάριο θα προσέλκυε επίσης χρήματα από τις αναδυόμενες αγορές, υπονομεύοντας τη δική τους εύθραυστη ανάκαμψη.
«Η αύξηση των επιτοκίων της Fed το επόμενο έτος και το ισχυρότερο δολάριο ΗΠΑ θα είναι μια δοκιμαστική περίοδος για τις αναδυόμενες αγορές», δήλωσε ο Jerome Jean Haegeli, επικεφαλής οικονομολόγος της Swiss Re AG στη Ζυρίχη. «Τα ρήγματα που άνοιξε ο Covid-19 φαίνονται πιο επίμονα».
moneyreview.gr με πληροφορίες από Bloomberg
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News