Μποτιλιάρισμα στην οικονομία: Όταν ο οδηγός χάνει χρόνο και χρήμα
H ένταση της αστικοποίησης επιδεινώνει το κυκλοφοριακό και αυξάνει το κόστος για την παραγωγικότητα - Ποιες είναι οι λύσεις που προκρίνονται διεθνώς - Τα οφέλη της τηλεργασίας
Η κυκλοφοριακή συμφόρηση στις οδικές αρτηρίες της Αττικής είναι δείκτης ανάκαμψης της αγοράς και επιστροφής στην μετα-Covid κανονικότητα. Ωστόσο, οι χαμένες ώρες στους δρόμους είναι χαμένες ώρες για την οικονομία και την παραγωγικότητα. Πού κατατάσσεται η Ελλάδα στον διεθνή χάρτη του μποτιλιαρίσματος. Η αστικοποίηση, η τηλεργασία και οι βέλτιστες πρακτικές για βιώσιμη πόλη.
Ο χρόνος είναι χρήμα
Η Αθήνα, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της INRIX για το 2020, κατέχει την 35η χειρότερη θέση σε περισσότερες από 1.000 χώρες ως προς την ένταση της κυκλοφοριακής συμφόρησης.
Ειδικότερα, στις ώρες αιχμής, ο μέσος οδηγός στην ελληνική πρωτεύουσα χάνει τουλάχιστον 49 ώρες από την εργασία και την προσωπική ζωή του, κινούμενος με μέση ταχύτητα 24 χλμ στα πιο κεντρικά σημεία της πόλης. Μάλιστα, η εικόνα αυτή δεν είναι αντιπροσωπευτική αλλά εκ των πραγμάτων ωραιοποιημένη, καθώς το συγκεκριμένο έτος ενσωματώνει τη μείωση της κυκλοφορίας λόγω των lockdowns, με αποτέλεσμα οι χαμένες ώρες του μέσου οδηγού να είναι μειωμένες κατά 54% σε σύγκριση με την προηγούμενη – προ πανδημίας – χρονιά.
Σημειωτέον, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Fitch Ratings, η οποία υπολογίζει με βάση την κίνηση στους δρόμους ότι η ζωή στην Ελλάδα θα έχει επιστρέψει στην κανονικότητα έως το β’ τρίμηνο του 2023, η κυκλοφορία των οχημάτων το 2020 μειώθηκε σε επίπεδο αντίστοιχο άλλων ευρωπαϊκών χωρών και από τον Απρίλιο του 2021 άρχισε η αντίστροφη πορεία, με τα περιοριστικά μέτρα να χαλαρώνουν από τα μέσα του Μαΐου και τους εμβολιασμούς στη χώρα να βρίσκονται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Έτσι, μέσα στον Ιούλιο, η κίνηση στους δρόμους ανέκαμψε στα επίπεδα του 2019.
Ο δείκτης της ΙΝRIX δεν παρέχει στοιχεία αναφορικά με το κόστος των χαμένων ωρών από το κυκλοφοριακό στην Αθήνα. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι το μποτιλιάρισμα στο Λος Άντζελες, το οποίο εμφανίζεται δύο θέσεις μετά την Αθήνα (37η), κοστίζει κατά μέσο όρο στον Αμερικανό οδηγό 1.200 δολάρια σε ετήσια βάση – σε κατανάλωση καυσίμων και χαμένο χρόνο. Συνολικά, το κόστος της χαμένης παραγωγικότητας από το κυκλοφοριακό πρόβλημα στις ΗΠΑ υπολογίζεται σε 87 δισ. δολάρια.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΜΠ, η μεγαλύτερη αύξηση κυκλοφορίας αυτό το φθινόπωρο καταγράφεται στις λεωφόρους Κηφισίας, Ποσειδώνος και Κηφισού.
Πιο συγκεκριμένα, μεταξύ 7 και 10 το πρωί, η κυκλοφορία στη λεωφόρο Κηφισίας (ρεύμα προς κέντρο) είναι αυξημένη κατά 45% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι, στη λεωφόρο Ποσειδώνος προς Γλυφάδα κατά 18%, στη λεωφόρο Κηφισού προς Λαμία κατά 7,5%, στη λεωφόρο Ποσειδώνος προς Πειραιά κατά 4,6% και στη λεωφόρο Αθηνών προς Δαφνί κατά 2,9%. Κατά μέσον όρο, τις πρωινές ώρες αιχμής βρίσκονται στη λεωφόρο Κηφισού προς Λαμία πάνω από 6.000 οχήματα την ώρα, στη λεωφόρο Κηφισού προς Πειραιά περίπου 4.500, στη λεωφόρο Ποσειδώνος προς Γλυφάδα πάνω από 3.000 οχήματα. Περισσότερα από 2.500 οχήματα την ώρα βρίσκονται τις πρωινές ώρες αιχμής στην Πέτρου Ράλλη προς κέντρο, στη λεωφόρο Κηφισίας προς Μαρούσι, στη λεωφόρο Ηλιουπόλεως προς κέντρο, στα δύο ρεύματα της λεωφόρου Μεσογείων.
Κατά τις απογευματινές ώρες αιχμής (4-7 μ.μ.), οι μεγαλύτερες αυξήσεις παρουσιάζονται στη λεωφόρο Κηφισίας (προς Μαρούσι) με 29%, στη λεωφόρο Κηφισού (προς Πειραιά) κατά 7,5%, στην οδό Σταδίου κατά 5,1%, στη λεωφόρο Αλεξάνδρας στο ρεύμα προς λεωφόρο Κηφισίας κατά 5% και στο ρεύμα προς Πατησίων κατά 2,8%.
Συχνές είναι και οι περιπτώσεις κατά τις οποίες μέρος της Αθήνας κλείνει για τους οδηγούς λόγω διαδήλωσης. Στις περιπτώσεις αυτές και παρότι πολλές φορές ο αριθμός των διαδηλωτών είναι μικρός, η Αθήνα παραλύει με αποτέλεσμα να δημιουργείται μποτιλιάρισμα χιλιομέτρων. Ενδεικτικά, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ. στην Αττική πραγματοποιήθηκαν 259 διαδηλώσεις στο διάστημα από τέλος Μαΐου έως τέλος Αυγούστου. Σε 37 από αυτές τις διαδηλώσεις διεκόπη η κυκλοφορία των αυτοκινήτων.
Οι παράγοντες που οδηγούν στη συμφόρηση
Η επιβεβαίωση της θεωρίας του ελατηρίου, δηλαδή της απότομης ανάκαμψης της αγοράς μετά την καθίζηση των lockdowns η οποία κυριολεκτικά βγάζει τον κόσμο στους δρόμους, συνιστά τη βασική αιτία της κυκλοφοριακής συμφόρησης που σχετίζεται με τη συγκυρία. Επιπλέον, φαίνεται πως με την επιστροφή στην κανονικότητα, όσοι κατέφυγαν στην επαρχία από την επέλαση της πανδημίας έχουν πλέον γυρίσει στα αστικά κέντρα. Εξάλλου, σε μεγάλο βαθμό οι πολίτες αποφεύγουν ακόμη τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς υπό τον φόβο του ιού ο οποίος δεν έχει εξαλειφθεί πλήρως. Ωστόσο, στο φόντο υπάρχει ο χρόνιος παράγοντας της έντονης αστικοποίησης.
Το πρόβλημα είναι διεθνές. Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο παγκόσμιος πληθυσμός σκαρφάλωσε στους 7,8 δισ. ανθρώπους το 2020, η πλειονότητα των οποίων συγκεντρώνεται στα αστικά κέντρα. Επιπλέον, ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξήθηκε από περίπου 2,5 δισ. ανθρώπους σε 7,6 δισ. από το 1950 μέχρι το 2018, καταγράφοντας ρυθμό αύξησης 1,6%.
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τον πληθυσμό των αστικών κέντρων, αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 2,5%. Πιο αναλυτικά, το 1050, το 30% του παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε σε αστικά κέντρα, τα οποία μέχρι το 2018 φιλοξενούσαν πλέον το 55% του παγκόσμιου πληθυσμού. Ειδικοί προβλέπουν ότι το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν στα αστικά κέντρα θα εκτοξευθεί στο 70% μέχρι το 2050.
Το στοίχημα της βιωσιμότητας
Οι προκρινόμενες λύσεις εντοπίζονται στην ανάπτυξη πολιτικών βιωσιμότητας, στην επένδυση σε υποδομές, στην ενίσχυση των Μαζικών Μέσων Μεταφοράς, στην αξιοποίηση σειράς τεχνολογιών και στην καθιέρωση υβριδικών μοντέλων εργασίας που συντελούν στον περιορισμό των μετακινήσεων. Σύμφωνα με την McKinsey, είναι πλέον έκδηλο ότι η πανδημία επιτάχυνε την ψηφιοποίηση, καθώς και τα ευέλικτα μοντέλα εργασίας. Ένας όμως τομέας που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής είναι η βιωσιμότητα των υποδομών μεταφοράς. Ειδικότερα, απαιτούνται επενδύσεις άνω των 2 τρισ. δολαρίων ετησίων μέχρι το 2040, ώστε να τροφοδοτήσουν την οικονομική ανάπτυξη. ‘Ηδη η ταχεία αστικοποίηση, η ανάπτυξη της ζήτησης για υπηρεσίες φορτίων και τα πακέτα στήριξης που προσέφεραν οι κυβερνήσεις σε πολλές χώρες για την αντιμετώπιση της πανδημίας, έχουν ασκήσει πίεση στους αρμόδιους φορείς να επιταχύνουν την ανάπτυξη των υποδομών.
Σημειωτέον, ο κλάδος των μεταφορών είναι ο μεγαλύτερος ρυπαντής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς εκπέμπει περίπου το 28% των συνολικών ρύπων. Παρότι άλλοι κλάδοι έχουν έστω και εν μέρει υλοποιήσει σχέδια για σταδιακή μείωση των ρύπων τους, οι μεταφορές συνεχίζουν να καταγράφουν αύξηση των ρύπων περίπου 0,8% κάθε χρόνο. Περισσότερους ρύπους στο χώρο αυτό παράγουν τα επιβατικά αυτοκίνητα. Η συνολική ζήτηση του επιβατικού κοινού προβλέπεται πως θα αυξηθεί από περίπου 53 τρισ. χιλιόμετρα το 2015 σε επίπεδα μεταξύ 65 τρισ. και 75 τρισ. χιλιόμετρα το 2030. Μέχρι το 2050, αναμένεται πως θα ανέλθει μεταξύ 105 τρισ. και 125 τρισ. χιλιομέτρων. Η αύξηση θα οφείλεται στην αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και στην επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης, καθώς οι δύο αυτοί παράγοντες οδηγούν σε ενίσχυση της μεταφοράς ανθρώπων και αγαθών.
Αναμφίβολα, μία από τις παραμέτρους που είναι σε θέση να περιορίσουν τις μετακινήσεις και να συντελέσουν στη αποσυμφόρηση των δρόμων είναι η καθιέρωση του υβριδικού μοντέλου εργασίας με τη συμπερίληψη της τηλεργασίας, μία τάση η οποία έλαβε τεράστια ώθηση κατά τη διάρκεια των lockdowns και όπως όλα δείχνουν ήρθε για να μείνει.
Την ίδια ώρα, αναπτύσσονται τεχνολογίες οι οποίες είναι σε θέση να βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής στην πόλη μέσω της αποτελεσματικότερης διαχείρισης της κυκλοφορίας των οχημάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Hangzhou City Brain, ή άλλως ο εγκέφαλος πόλης στην Hangzhou της Κίνας, που επιβλέπει και διαχειρίζεται την κίνηση στους δρόμους. Ανταποκρίνεται σε πραγματικό χρόνο, αλλάζοντας τα φανάρια και τις σημάνσεις. Πρόκειται για μία τεχνολογία που αξιοποιεί τα big data, το Internet of things και τη μηχανική εκμάθηση.
Σε όλα τα σενάρια, και ανάλογα με τα χαρακτηριστικά κάθε χώρας και πόλης, η ευελιξία και η μακροπρόθεσμα βιώσιμη απόδοση θεωρούνται μέρη των λύσεων και υπ’ αυτήν την έννοια αποτελούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα το οποίο συν τοις άλλοις είναι σε θέση να προσελκύει το ενδιαφέρον των επενδυτών.
moneyreview.gr
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News