Έκλεισε το Γέφυρα 2: Στις 42.000 οι αιτήσεις επιχειρήσεων
Το πρόγραμμα επιδοτεί για οκτώ μήνες τις δόσεις των δανείων ελεύθερων επαγγελματιών και επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την κρίση
Στις 42.000 ανήλθαν οι αιτήσεις επιχειρήσεων για το πρόγραμμα «Γέφυρα 2» του υπουργείου Οικονομικών, για το οποίο η προθεσμία υποβολής αιτήσεων έληξε στα τέλη Μαΐου. Το πρόγραμμα επιδοτεί για οκτώ μήνες τις δόσεις των δανείων ελεύθερων επαγγελματιών και επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την κρίση, εμφανίζοντας μείωση του εισοδήματός του κατά 20% τουλάχιστον και αποτελεί σημαντική ανάσα στήριξης της επιχειρηματικότητας για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Εξίσου σημαντικό είναι το πρόγραμμα για τις τράπεζες, μέσω του οποίου θα στηριχθούν τα έσοδα από τόκους όχι μόνο κατά τη διάρκεια των 8 μηνών που ισχύει η επιδότηση, δηλαδή το 2021, αλλά και για το 2022, χρονιά κατά την οποία θα παρακολουθείται στενά η εξυπηρέτηση των δανείων προκειμένου οι επιχειρήσεις να μην εκπέσουν της επιδότησης. Η κρατική στήριξη μέσω επιδότησης της δόσης των δανείων που δίνεται μέσα από τα δύο προγράμματα «Γέφυρα 1» για την πρώτη κατοικία και «Γέφυρα 2» για τα επιχειρηματικά δάνεια αποτελεί και βασικό εργαλείο σταδιακής μετάβασης των δανείων που είχαν ενταχθεί σε μορατόριουμ σε καθεστώς ομαλής αποπληρωμής.
Στο πρόγραμμα «Γέφυρα 1» έχουν ενταχθεί 160.000 περίπου δανειολήπτες, ανεβάζοντας το συνολικό αριθμό των δανειοληπτών που θα επιδοτηθούν μέσω και των δύο προγραμμάτων, στις 200.000 περίπου. Οι τράπεζες έχουν εντάξει περίπου το 20% των δανείων που είχαν μπει σε αναστολή πληρωμής στα δύο προγράμματα επιδότησης δόσεων, και μέσω αυτών εξασφαλίζεται ότι τα δάνεια αυτά θα συνεχίσουν να αποπληρώνονται και μετά το τέλος του μορατόριουμ, περιορίζοντας τον κίνδυνο τα δάνεια αυτά να κοκκινίσουν. Οι εκτιμήσεις των τραπεζών με βάση τα αποτελέσματα του α’ τριμήνου, περιορίζουν τα κόκκινα δάνεια που θα αφήσει πίσω της η κρίση κάτω από τα 4 δισ. ευρώ, εκτίμηση που βασίζεται και στη στήριξη που παρέχεται μέσω του δύο προγραμμάτων.
Υπενθυμίζεται ότι μέσω του «Γέφυρα 2» επιδοτούνται τόσο τα εξυπηρετούμενα δάνεια όσο και τα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται ή είχαν καταγγελθεί έως τα τέλη του 2018 και προκειμένου να δοθεί η επιδότηση, τα δάνεια αυτά θα παρακολουθούνται έως και 18 μήνες μετά τη λήξη της επιδότησης. Συγκεκριμένα η διάρκεια της παρακολούθησης του δανείου είναι 6 μήνες μετά τη διακοπή της επιδότησης για τα εξυπηρετούμενα δάνεια, 12 μήνες για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και 18 μήνες για τα δάνεια που έχουν καταγγελθεί.
Εκτός από την επιδότηση το υπουργείο Οικονομικών έχει εγκρίνει πρόσθετες διευκολύνσεις και για τις τρεις κατηγορίες δανείων. Ειδικά για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια οι τράπεζες καλούνται να εφαρμόσουν για όλη τη διάρκεια της επιδότησης και τη διάρκεια παρακολούθησης της οφειλής, συμπληρωματικά μέτρα, όπως:
• μείωση επιτοκίου ρύθμισης κατά 10% έναντι αυτού που ίσχυε πριν την αναδιάρθρωση του δανείου
• διαγραφή ποσοστού των τόκων υπερημερίας και εξωλογιστικών τόκων
• διαγραφή ποσοστού κεφαλαίου
• επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής.
Για τους ενήμερους οφειλέτες που εντάχθηκαν στο πρόγραμμα, συμπληρωματικά της ενισχυμένης επιδότησης από το κράτος που φθάνει το 90%, οι τράπεζες δεσμεύονται ότι για όσο χρόνο διαρκεί η επιδότηση και η παρακολούθηση του δανείου δεν επιτρέπεται η τροποποίηση των ουσιωδών όρων της σύμβασης δηλαδή των όρων που αφορούν στο κεφάλαιο, στην τιμολόγηση και στην διάρκεια δανείου, κατά τρόπο που όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η διάταξη «να είναι δυσμενέστερος για τον οφειλέτη».
Αυτό σημαίνει ότι τα πρόσθετα ευνοϊκά μέτρα θα ισχύουν για 14 μήνες σε ότι αφορά τα εξυπηρετούμενα δάνεια και 20 μήνες σε ότι αφορά τα μη εξυπηρετούμενα και 24 μήνες σε ότι αφορά στα καταγγελμένα.
Ακολουθήστε το Money Review στο Google News